United States or Syria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ευχαρίστησα τον φιλόσοφον διά την προθυμίαν και αγάπην που προς εμέ έφερνε, και αντίς να φοβηθώ τες ετοιμασίες των εχθρών μου δεν έβλεπα την ώραν πότε να φθάσουν εις τα σύνορα μου· επειδή και ήμουν βέβαιος πως δεν ήθελαν με βλάψει, έχοντας μαζύ μου τον αγαπημένον μου Αβικένα. Δεν επέρασαν πολλές ημέρες και εκείνοι οι δύο βασιλείς χωρίς αργοπορίαν επλησίαζαν εις τα σύνορα του βασιλείου μου.

Ο πραγματευτής, που εκαταλάμβανε την ομιλίαν των ζώων και ήκουσε τα όσα είπεν ο πετεινός του σκύλλου, χωρίς αργοπορίαν έβαλεν εις πράξιν όλην την συμβουλήν του πετεινού· και έτσι η γυναίκα του έπαυσεν από το ζήτημά της, το οποίον έβανεν εις κίνδυνον την ζωήν του ανδρός της.

Οι βασιλικοί υπηρέται κατά την προσταγήν που έλαβον χωρίς αργοπορίαν με ένδυσαν με τα πλέον τιμημένα φορέματα, μου ετοίμασαν μίαν εύμορφον κατοικίαν και μου εδιώρισαν τα χρειαζόμενα διά την καθημερινήν μου ζωοτροφίαν.

Δεν στέναξεν ο βασιλειάς ποτέ του μόνος· ολόκληρον λαόν σφάζει του πρώτου ο πόνος. ΒΑΣΙΛΕΑΣ Διά το ταξείδι αυτό χωρίς αργοπορίαν, παρακαλώ, συγυρισθήτε, ότ' είναι τέλος ανάγκη ν' αλυσσοδεθή τούτος ο τρόμος , 'πού ελεύθερος γυρίζει. ΡΟΖΕΝΚΡΑΣ και ΓΥΙΛΔΕΝΣΤΕΡΝΗΣ Ευθύς θα ετοιμασθούμε. ΠΟΛΩΝΙΟΣ Κύριε, πηγαίνειτο δωμάτιον της μητρός του.

Αποφάσισα, λοιπόν να διαθέσω εις πραγματείαν εκείνο το ολίγον που μου είχε μείνη από την πατρικήν περιουσίαν και με συνοδίαν άλλων πραγματευτών να ταξειδεύσω διά θαλάσσης εις τα νησιά της Ινδίας και πληροφορηθείς διά την πραγματείαν, που εις εκείνα τα μέρη ήθελεν έχει ζήτησιν, χωρίς αργοπορίαν έκαμα όλην την απαιτουμένην ετοιμασίαν και εμβήκα εις το καράβι με διαφόρους άλλους πραγματευτάς· και αφού αρμενίσαμεν εικοσιτέσσαρες μέρες με ευνοϊκόν αέρα, την εικοστήν πέμπτην μας έπαυσεν ο αέρας και έγινε μεγάλη γαλήνη εις την θάλασσαν τόσον, που το πλοίον δεν εκινείτο παντελώς·

Ή μήπως συ δεν φρονείς ότι ένα τοιούτον πράγμα είναι ο λόγος; Θεαίτητος. Αυτό φρονώ. Τουλάχιστον όστις κάμνει ένα τοιούτον πράγμα λέγομεν ότι λέγει λόγον. Σωκράτης. Αυτό όμως ο καθείς είναι ικανός να το κάμη, άλλος ταχύτερα και άλλος με αργοπορίαν, δηλαδή να δηλώση ποίαν γνώμην έχει να ειπή δι' έκαστον πράγμα, αρκεί να μην είναι κωφάλαλος.

Λέγει του ο Νίκανδρος: «Γνωρίζω, διδάσκαλε, ότι έχεις μεγάλην εξουσίαν, αμμή πώς γίνεται να σου εκτελούσιν οι θεοί όλα τα θελήματά σουΛέγει του ο Γεμιστός: «Όλα, πίστευσόν μου, ω Νίκανδρε, ό,τι και αν επιθυμήσω, χωρίς αργοπορίαν το απολαμβάνω από τους θεούς». Λέγει του ο Νίκανδρος: «Ό,τι και αν επιθυμήσης, διδάσκαλε; Και αν επιθυμήσης ένα πράγμα, όπου να είνε φυσικά αδύνατονΚαι ο Γεμιστός: «Σώνει να μην είνε κατά πλάτος γενικόν και απεριόριστον, ήγουν αν ζητήσω την καταστροφήν της κτίσεως, δεν την εκτελούσιν οι θεοί.

Πώς; Ξένος. Νομίζω ότι τα θεωρούμεν ως ήσυχα και φρόνιμα, και πάλιν τα αποθαυμάζομεν και όταν εφαρμόζωνται εις την διάνοιαν και εις τας πράξεις, τα λέγομεν σιγανά και μαλακά, και πάλιν όταν εφαρμόζωνται εις τας φωνάς τα λέγομεν ομαλά και χαμηλά, και πάσαν ρυθμικήν κίνησιν και ολόκληρον την μουσικήν όταν εις κατάλληλον ώραν μεταχειρίζεται την αργοπορίαν, εις όλα αυτά ναι μεν δεν εφαρμόζομεν της ανδρείας, εφαρμόζομεν όμως το όνομα της αξιοπρεπείας.

Αφού διέταξε τας υποθέσεις της βασιλείας του, κατασταίνοντας ένα από τους μεγιστάνας της Συγκλήτου τον πλέον φρόνιμον και πιστόν ηγεμόνα, διά να κυβερνήση το βασίλειον έως ότου γυρίση αυτός, και αποχαιρετώντας την βασίλισσαν γυναίκα του εβγήκε προς το βράδυ από την πολιτείαν με όλην την βασιλικήν παράταξιν του παλατίου, που έμελλε να τον συνοδεύση εις το ταξείδιόν του, και έμεινεν εις την βασιλικήν σκηνήν που είχεν αφήσει τον βεζύρην, και εστάθη εις συναναστροφήν έως εις το μεσονύκτιον με τον βεζύρην και άλλους συγκλητικούς· τότε ηθέλησε να γυρίση να ξαναχαιρετήση την βασίλισσαν έξαφνα, διότι πολύ την αγαπούσεν· αλλ' αυτή στοχαζομένη, ότι ο βασιλεύς έμελλε να μείνη έξω εις τας σκηνάς εκείνην την νύκτα και ούτε ήλπιζε να γυρίση, έλαβεν εις το κρεββάτι της ένα από τους δούλους της τον πλέον εύμορφον νέον και εμβαίνοντας έξαφνα ο βασιλεύς εις τον θάλαμόν της τους ηύρε και τους δύο να κοιμούνται εις το κρεββάτι μαζί, και θυμωθείς ο βασιλεύς διά τέτοιαν ασελγή παρανομίαν εφόνευσεν ιδιοχείρως του και τους δύο μοιχούς και τους έρριψεν έξω από το παραθύρι, και χωρίς αργοπορίαν εγύρισεν οπίσω εις την σκηνήν του, και διώρισε να ετοιμασθούν να αναχωρήσουν· και προτού να ξημερώση εκίνησε με όλην του την παράταξιν συντροφιασμένος με τον βεζύρην, με πολυποίκιλα λαλούμενα μουσικών οργάνων, που εχαροποιούσαν όλην την συντροφιάν, εκτός από τον βασιλέα, τον οποίον τον είχε κυριεύσει μία μεγάλη λύπη και μελαγχολία διά την μοιχείαν της βασιλίσσης.

Και χωρίς αργοπορίαν ετσάκισα εις κομμάτια τον καθρέπτην και ευθύς εσείσθη όλον το παλάτι εκείνο, και εσχίσθη, με μίαν ταραχήν ωσάν βροντές και αστραπές.