United States or São Tomé and Príncipe ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εν τοσούτω δύο ή τρεις φορές κατ' έτος ανεβαίνουν και μου θυσιάζουν ένα διαλεκτόν τράγον βαρβάτον, ο οποίος μυρίζει πολλήν βαρβατίλαν, και έπειτα περιδρομιάζουν τα κρέατα και μ' έχουν θεατήν της διασκεδάσεώς των, από την οποίαν απολαμβάνω εγώ μόνον τον θόρυβον. Αλλά με διασκεδάζουν κάπως τα γέλοια και τα παγνίδια των. ΔΙΚ. Και κατά τα άλλα έγειναν εναρετώτεροι υπό των φιλοσόφων οι Αθηναίοι;

Χωρίς κανένα λόγον αποπέμπει εκείνον όστις δικαίως ηδύνατο να εκδικηθή διά την άδικον αποκήρυξίν του, και όχι μόνον δεν εμνησηκάκησεν, αλλά και τον έσωσε και του επανέφερε το λογικόν. Δεν ήτο μικρά, ουδέ κοινή και τυχαία η προς αυτόν ευεργεσία μου, ω άνδρες δικασταί, και όμως βλέπετε, τι απολαμβάνω τώρα παρ' αυτού.

Ό,τι δε προ πάντων με λυπεί από την διαγωγήν σου είνε η αχαριστία, διότι εγώ δεν εξαρτώ την ευτυχίαν από μερίδα αγριοχοίρου ή λαγού ή γλυκίσματος, τα οποία απολαμβάνω άφθονα εις τα τραπέζια άλλων γνωριζόντων τα καθήκοντά των. Και σήμερον ακόμη είχα κληθή παρά του μαθητού μου Παμμένους εις γεύμα πολυτελές, αλλά δεν εδέχθην προς χάριν σου ο ανόητος.

Λέγει του ο Νίκανδρος: «Γνωρίζω, διδάσκαλε, ότι έχεις μεγάλην εξουσίαν, αμμή πώς γίνεται να σου εκτελούσιν οι θεοί όλα τα θελήματά σουΛέγει του ο Γεμιστός: «Όλα, πίστευσόν μου, ω Νίκανδρε, ό,τι και αν επιθυμήσω, χωρίς αργοπορίαν το απολαμβάνω από τους θεούς». Λέγει του ο Νίκανδρος: «Ό,τι και αν επιθυμήσης, διδάσκαλε; Και αν επιθυμήσης ένα πράγμα, όπου να είνε φυσικά αδύνατονΚαι ο Γεμιστός: «Σώνει να μην είνε κατά πλάτος γενικόν και απεριόριστον, ήγουν αν ζητήσω την καταστροφήν της κτίσεως, δεν την εκτελούσιν οι θεοί.

Όθεν μίαν ημέραν μη υπομένοντας πλέον την αυθάδειαν και αδιαντροπίαν της γυναικός επήγα εις το παλάτι των δακρύων, διά να ιδώ τι κάμνει εκεί η αδιάντροπη γυναίκα· και από μέρος που δεν με έβλεπεν ακούω και λέγει εις τον αγαπητικόν της· αλλοίμονον εις εμέ, εγώ ευρίσκομαι εις την εσχάτην απελπισίαν ω ψυχή μου αγαπημένη, καθημέραν σου ομιλώ, και δεν μου αποκρίνεσαι ένα λόγον; έως πότε αυτή η σιωπή; δεν ακούεις τους στεναγμούς μου; δεν ακούεις τους θρήνους μου; πώς δεν μου λέγεις ένα μόνον λόγον; πόθεν προέρχεται τούτο; από αδυναμίαν σου, ή από καταφρόνησιν προς με; βλέπεις ότι εγώ προτιμώ να συμμερίζωμαι τους πόνους σου και να ζω συχνάκις μαζί σου, παρά να απολαμβάνω τας ξεφαντώσεις και ηδονάς, που δύναται να μου δώση η βασιλική εξουσία.

Εις το κατάστημα των τυφλών έμαθον να πλέκω καλάθια, και ήδη διά της εργασίας απολαμβάνω τα αναγκαία μου. Η προσφορά μου είναι η εκ του λύχνου οικονομία μου. Παρακαλώ λοιπόν, δέχθητι αυτήν. Γνωρίζω τι εστι πτώχεια.

Και κάθε ημέραν μου έφερναν εκλεκτότατα φαγητά, πιοτά, και απερνούσα ωσάν ένας βασιλέας. Και δεν ήτον πράγμα που να επιθυμήσω, και να μην το απολαμβάνω εν τω άμα.

Εις την αρχήν εδοκίμασα μεγάλην θλίψιν και αδημονίαν εις ταύτην την φυλακήν, αγκαλά τόσον εύμορφην αλλ' ο καιρός και η χρεία με έκαμαν να συνηθίσω και να παρηγορηθώ· όμως όσα επιθυμεί η όρεξις μου τα απολαμβάνω και όταν λάβω χρείαν από το Τελώνιον, ευθύς μόλις εγγίξω ένα καθρέπτην που έχω εις το δωμάτιον μου, παρασταίνεται εδώ.

Αυτός της απεκρίθη, ενίκησάς με Χαλιμά, με την ωραιότητα του προσώπου σου, με το κάλλος του σώματός σου, και με την ευγλωσσίαν και πολυμάθειαν των περιέργων και αξιακούστων ιστοριών σου· όθεν σε παρακαλώ και εις το εξής να μου διηγήσαι όσας ηξεύρεις παρομοίας ιστορίας εις τας διωρισμένας ώρας που έχω να απολαμβάνω την συναναστροφήν σου και συνομιλίαν σου, η οποία είνε η μόνη μου ξεφάντωσις, ηδονή, ευθυμία και αγαλλίασις.

Είχον πτέρυγας και εγώ, απαστράπτουσας εις τον ήλιον, είχον στέμμα, μαρτυρούν σφρίγος και ζωήν, την οποίαν απελάμβανον, χωρίς να την γνωρίζω· σήμερον την γνωρίζω, αλλά δεν την απολαμβάνω πλέον. . . Οίμοι! είχον κεκλεισμένα τα όμματα εις την σοφίαν, και διά της αμαθείας μου έβλεπον τον κόσμον· σήμερον έχω ανοικτά εις την σοφίαν τα όμματα, αλλά τον κόσμον τον έχασα!. . .