United States or Libya ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και τωόντι, τι λείπει εις εμέ; Εάν έχω πόθον συζύγου, μήπως δεν δύναμαι να λάβω άλλην ; Εγώ να καταστρέψω τον αδελφόν μου διά ν' ανακτήσω την Ελένην, ν’ ανταλλάξω το αγαθόν μου αντί κακού ; Ωμίλουν προ ολίγου αληθώς ως νέος απερίσκεπτος πριν εξετάσω και αντιληφθώ καλλίτερον τι είναι να φονεύση τις τα τέκνα του.

— Κ' εγώ λυπούμαι που φεύγω· είπε στον Αριστόδημο, όταν τον αποχαιρέτησε. Μα να έχετε πεποίθηση πως κι' από μακρυά θα παρακολουθώ την αγαπημένη πατρίδα σας. Εκείνο που θα λάβω την τόλμη να σας συστήσωκαι να ξέρετε πως τη σύσταση την κάνει αληθινός φίλος σαςείνε ν' ακούσετε τη μάννα σας και το Δημητράκη. Φροντίστε ν' αγαπήσετε με την Ελπίδα.

Ο αββάς δεν ήτανε άνθρωπος, που μπορούσε να πλησιάση τη δεσποινίδα Κλαιρόν, η οποία έβλεπε μονάχα πρόσωπα της υψηλής περιωπής. — Είνε στα νεύρα της απόψε, είπε· μα θα λάβω την τιμή να σας οδηγήσω σε μια κυρία καθώς πρέπει, όπου θα γνωρίσετε το Παρίσι, σα νάχατε μείνει σ' αυτό τέσσερα χρόνια.

Ο αντίπαλος αντιλέγει ότι δεν είνε δίκαιον να ζητώ τιμάς και να λάβω αμοιβήν, διότι δεν είμαι τάχα τυραννοκτόνος και δεν έπραξα ό,τι ο νόμος ορίζει και το έργον μου δεν είνε πλήρες, ώστε να δικαιούμαι να ζητήσω αμοιβήν.

Ο θεός των Ελλήνων είναι αιτία τούτου· αυτός με παρώτρυνε να λάβω τα όπλα, διότι ουδείς είναι τόσον άφρων ώστε να προτιμήση τον πόλεμον αντί της ειρήνης. Εν ειρήνη, τα τέκνα θάπτουσι τους πατέρας των· εν πολέμω, οι πατέρες θάπτουσι τα τέκνα των. Αλλ' ούτως ηθέλησαν οι θεοί, να συμβώσιν όσα συνέβησαν

Έργα μιαρά θα βγουντο φως φανερωμένα, και αντην καρδιά της μέσα η γη τα 'χει κρυμμένα. Δωμάτιον εις το σπίτι τον ΠΟΛΩΝΙΟΥ Εισέρχονται ΛΑΕΡΤΗΣ και ΟΦΗΛΙΑ. ΛΑΕΡΤΗΣ Τα πράγματά μου επήραν εις το πλοίο· χαίρε, ω αδελφή μου, και όταν οι άνεμοι βοηθήσουν και ξεκινά καράβι, μη κοιμάσαι, κάμε είδησιν από σε να λάβω. ΟΦΗΛΙΑ Και αμφιβάλλεις;

Αν δεν ευρίσκεται χωρίς βάσανον ή θλίψιν κανείς, όμως δεν είνε κυριευμένος από τόσην σκυθρωπότητα και μελαγχολίαν ωσάν εσένα· εσύ με κάνεις να λάβω μεγάλην περιέργειαν διά να μάθω το αίτιον της μεγάλης σου θλίψεως· φανέρωσέ μου λοιπόν, σε εξορκίζω, τι είνε η αφορμή που σου προξενεί αυτήν την μελαγχολίαν; θέλω σε υπακούσει, Βασιλέα μου, απεκρίθη ο βεζύρης, και θέλω να σου ξεσκεπάσω την αιτίαν της εσωτερικής μου λύπης, διηγούμενος την ιστορίαν της ζωής μου.

Μα πώς ημπορώ, απεκρίθηκα, εγώ, να λάβω αυτήν την φήμην, και να κερδίσω την ευλάβειαν εκεί; Άλλο δεν θέλεις κάμει, μου είπεν εκείνη, παρά να ακολουθήσης με προσοχήν εκείνο που θέλω σε διατάξει. Και έτσι λέγοντας, εμπήκεν εις τον χοντζερέ της, και ευθύς εγύρισε με μίαν γαράφαν εις το χέρι γεμάτην νερόν.

Εις την αρχήν εδοκίμασα μεγάλην θλίψιν και αδημονίαν εις ταύτην την φυλακήν, αγκαλά τόσον εύμορφην αλλ' ο καιρός και η χρεία με έκαμαν να συνηθίσω και να παρηγορηθώ· όμως όσα επιθυμεί η όρεξις μου τα απολαμβάνω και όταν λάβω χρείαν από το Τελώνιον, ευθύς μόλις εγγίξω ένα καθρέπτην που έχω εις το δωμάτιον μου, παρασταίνεται εδώ.

Και αφού μου έκαμε και άλλα χάδια, με έβαλεν εις ένα χρυσόν κλουβί, και το εκρέμασεν εις τον χοντζερέ της. Κάθε ημέραν οπόταν αυτή εξυπνούσεν, εγώ ελαλούσα με πολλήν νοστιμάδα, και οπόταν ήρχονταν να μου δώση τίποτε να φάγω, αντί να φαίνομαι αγριωμένον, άπλωνα τες φτερούγες μου, και επλησίαζα φέροντας την μύτην μου διά να λάβω το φαγί.