United States or Iran ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κάθουνται σ' ένα τραπέζι γύρω, φορτωμένο από φαγιά και πιοτά. Η ομιλία τους είνε πολύ σοβαρή. — Εκείνα που σου λέου, Κεριάκο, είνε τα καλά και τ' άγια· στην υγειά σου. — Για να ης, γούμενε, — Το λόγο σου τον έχω τόσον καιρό τώρα και δεν ακούω πλιο πρόφασες. — Ναι, μα το λόγο μου τον ήδωκα πρώτα του Κοντοπάνη.

Και κάθε ημέραν μου έφερναν εκλεκτότατα φαγητά, πιοτά, και απερνούσα ωσάν ένας βασιλέας. Και δεν ήτον πράγμα που να επιθυμήσω, και να μην το απολαμβάνω εν τω άμα.

Και αφού επέρασεν ένας χρόνος, που αυτή εζούσεν εις καθημερινήν θλίψιν και ακατάπαυστα δάκρυα, μου εζήτησεν άδειαν διά να οικοδομήση τον τάφον της, και να κλεισθή εκεί το επίλοιπον της ζωής της· εγώ της έδωσα την άδειαν, και αυτή ευθύς διώρισε και της οικοδόμησαν ένα μεγαλοπρεπές παλάτι με ένα μόνον θόλον, και το ωνόμασε το παλάτι των δακρύων· και ευθύς που ετελείωσεν έφερε μέσα τον αγαπητικόν της, τον οποίον εφύλαττεν ακόμη ζωντανόν με κάποια πιοτά μαγικά, αλλά με όλας της τας μαγείας δεν ηδυνήθη να τον θεραπεύση τελείως.

Από αυτά τα φορέματα έκαμε και ένδυσαν τους ξένους που ήταν γυμνοί, και πληρώνοντάς τον πραγματευτήν τον απέλυσεν· ύστερα επρόταξε τους σκλάβους του διά να ετοιμάσουν το δείπνον, το οποίον ευθύς ετοιμάζοντας το με πολυποίκιλα φαγητά και πιοτά, βαλμένα εις αγγεία από φαρφούρ της Κίνας, εκάθησαν όλοι ομού και εδείπνησαν με πολλήν ευχαρίστησιν.

Εις εκείνο το αναμεταξύ, που οι σύντροφοι μου κατεγίνοντο να συνάζουν άνθη και οπωρικά, εγώ ως φιλοξεφαντωτής έχοντας μαζί μου φαγητά και πιοτά όσα εχρειάζοντο και ευρίσκοντας ένα τρεχούμενο νερό υποκάτω εις παχύν ίσκιον ανθισμένων δένδρων, ανάμεσα εις τας πρασινάδας, εκάθησα εκεί με το τραπέζι μου και αφού έφαγα καλά και έπια καλλίτερα, αποκοιμήθην εις εκείνον τον ίσκιον, επειδή ήμουν κοπιασμένος από το ταξείδιον της θαλάσσης, και εκοιμήθηκα τόσον, που όταν εξύπνησα, δεν είδα πλέον ούτε τους συντρόφους, ούτε το καράβι.

Εγώ όταν έφαγον και έπιον από εκείνα τα πιοτά που παρωμοίαζαν το νέκταρ, και άρχισε το κρασί να κάμνη την ενέργειάν του, έλεγον της βασιλοπούλας· τι κάθεσαι εδώ σκλαβωμένη εις την αδιακρισίαν ενός βρωμερού Τελωνίου; ακολούθει με να υπάγωμεν έξω, διά να απολαύσης το αληθινόν φως του ηλίου και να ξεφαντώσωμεν χωρίς φόβον.

Και τον καιρόν που αυτός επλησίαζε με την ζωοτροφίαν εις το στράτευμά του φανερώνεται έμπροσθέν του η Κεριστάνη, συντροφιασμένη από πολύ πλήθος εξωτικών, οι οποίοι ευθύς εξεφόρτωσαν τα καμήλια και μουλάρια, που ήταν φορτωμένα φαγητά, και πιοτά διάφορα, και τα έχυσαν καταγής, τόσον τα φαγητά όσον και τα πιοτά και τα ανακάτωσαν όλα, και τα ετσαλαπάτησαν που δεν ήτον πλέον διά να φάγουν τα φαγητά αλλ' ούτε να πιουν τα πιοτά.

Έφθασε λοιπόν το πλοιάριον και μόλις άραξεν ολίγον ξέμακρα από το δένδρον μου, ιδού και βλέπω να βγαίνουν έξω δέκα σκλάβοι, ένας γηραλέος, που εφαίνετο ο αυθέντης αυτών και ένας νέος έως χρονών δέκα πέντε· οι σκλάβοι έφερναν διάφορα αγγεία με φαγητά και πιοτά ως εφαίνετο και ένας εβαστούσεν ένα τσαπί και φτυάρι· επροχώρησαν προς το εσωτερικόν του νησιού και όταν έφθασαν εις μίαν πεδιάδα, είδα που ένας έσκαψεν ολίγον και άλλος έβγαζε το χώμα με το φτυάρι· έπειτα εσήκωσαν ωσάν μίαν σχάραν και εμβήκαν όλοι μέσα· τότε εσυμπέρανα ότι εκεί ήτον κανένα υπόγειον.

Μηδέ κι ο ύπνος ο γλυκός τόσο γλυκός δεν είνε, μηδέ κ' η ξάφνια η άνοιξη τόσο γλυκειά δεν είνε, μηδέ και για τις μέλισσες τόσο γλυκά είνε τάνθια όσο είν' οι Μούσες οι καλές για μένα αγαπημένες. Όσους αυτές ορέγονται κι όσους καλοκυττάζουν, αυτοί τα μαγικά πιοτά της Κίρκης δεν φοβούνται.

Κοιλιόδαυλοι πολλοί Ιστορούνται και δεινοί. Όμως η γαστριμαργία, Η δική σου είναι μία. Φαγητά, πιοτά καλά, Σαν κι' εσένα, ή πολλά, Μήτε γεύτηκεν ακόμα, Η θελά γευτή πλιο στόμα. Κι' έχεις δόντι αισθαντικό Ως το άκρο τεχνικό Το καλό να ξεχωρίζη, Τ' αχαμνό να μην εγγίζη.