United States or Solomon Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ταύτα δε τα πράγματα κινούμενα άλλα εις άλλο μέρος, χωριζόμενα πάντοτε μετεφέροντο, όπως εις τον κα- θαρισμόν του σίτου σειόμενα και ανεμιζόμενα υπό του κοσκίνου και των άλλων οργάνων τα μεν πυκνά και βαρέα μέρη σωρεύον- ται εις έν μέρος, τα δε αραιά και ελαφρά φέρονται εις άλλην θέ- σιν . Ούτω τότε συνέβη εις τα τέσσαρα γένη εκείνα, σειόμενα υπό της δεξαμενής, ενώ αύτη εκινείτο ως όργανον, το οποίον προξενεί σεισμόν, τα μεν ανομοιότατα μέρη εχωρίζοντο πολύ με- ταξύ των, τα δε ομοιότατα πάλιν συνωθούμενα συνηνούντο.

Αι παραδόσεις των πρώτων Χριστιανικών χρόνων μας λέγουν, ότι ημέραν και νύκτα, όταν ο Ιησούς εκινείτο και όταν εκοιμάτο, η φωτεινή νεφέλη έλαμπε περί αυτόν. Και ούτω βεβαίως εγίνετο· αλλά το φως εκείνο δεν ήτο ορατόν· ήτο το κάλλος της αγιότητος· ήτο η ειρήνη του Θεού.

Ο Λάμπρος εγόγγυζεν εκάστοτε λέγων ότι «δεν θα ταιριασθούν οι άνθρωποι με τόσα», ο δε Μανουήλος εμορμύριζεν εν σπουδή: «Κύτταξε να τους καταφέρης, δεν έχουμε πολλά λεπτά». Και ο Βατούλας ελάμβανε τα χρήματα κ' εκινείτο να εξέλθη.

Είχεν έλθει εκεί περί την δύσιν του ηλίου. Με την αμφιλύκην της νυκτός, υπό τον συννεφιασμένον ουρανόν της τρικυμίας, δεν εφαίνετο πλέον αν ήτο αγρίμιον ή παιδίον το ζωντανόν, το οποίον εκινείτο εκεί εις το σκότος. Ο Πάπος είχεν αρχίσει να εντρέπεται, διότι δεν είχεν υπάγει μαζί με τον πατέρα του.

Δεν απέκαμνεν όμως η Σμάλτω να παρατηρή, κατεχομένη όλη υπό της επιθυμίας· ησθάνετο εντός αυτής κάτι όπερ εκινείτο ν' αναταθή διά να ορθώση το σώμα της. Αλλά συνεκράτει εαυτήν ακόμη, αναγκαζομένη υπό εντροπής τινος και φόβου, μήπως φωραθή κατασκοπεύουσα.

Επάνω από την κοιλάδα υψώθη καπνός και εκινείτο προς τα επάνω ως πέπλος κυμαινόμενος, κυματίζον λοφείον της ατμομηχανής, η οποία διηύθυνε εκείσε την αμαξοστοιχίαν του νεωστί ανοιχθέντος σιδηροδρόμου, αυτού του ελισσομένου όφεως, του οποίου μέλη είναι βαγόνια κοντά σε βαγόνια. Ταχεία ως βέλος επέτα προς τα εκεί η αμαξοστοιχία.

Διηρχόμεθα τον έμπροσθεν του ανεμομύλου αγρόν εις τα πρόθυρα της πόλεως. Ο τροχός του δεν εκινείτο, είχον επιδεθή τα ιστία του. Εις την θύραν της παρακειμένης καλύβης εκάθηντο ο γέρων μυλωνάς και η σύζυγός του.

Τίποτε δεν εκινείτο εντός του ανακτόρου. Αίφνης μία φωνή μακρυνή ως να εξήρχετο από τα σπλάγχνα της γης έκαμε τον Τετράρχην να ωχριάση. Έκυψε διά να ακροασθεί, αλλ' η φωνή εσβέσθη και πάλιν επανελήφθη· τότε κροτών τας παλάμας του εκραύγασεν: — «Μαναή, ΜαναήΕίς άνθρωπος γυμνός μέχρις οσφύος, ως οι υπηρετούντες εις τα βαλανεία, παρουσιάσθη ενώπιόν του.

Διότι ο Θεός, θελήσας πάντα τα πράγματα να είναι αγαθά και ουδέν καθ' όσον ήτο δυνατόν να είναι άχρηστον , διά τούτο λα- βών όσον ήτο ορατόν και δεν ησύχαζεν, αλλ' εκινείτο ακα- νονίστως και ατάκτως, το έφερεν εις τάξιν εκ της αταξίας, θεω- ρήσας ότι εκείνη είναι κατά πάντα καλυτέρα ταύτης.

Μέσα στην ομιλία του την πλέον ήσυχη διέκρινα κάτι που έτρεμε, που εκινείτο αλλοιώτικα μέσα του και το οποίον πολλάκις μου έδιδε κάποιαν ανησυχίαν. Συχνά σταματούσε σε μια φράσι, σαν να είχε λησμονήσει τι ήθελε να ειπή και ετέντωνε ταυτιά και επρόσεχε σαν να ήκουε κάποιον να ομιλή, σαν να περίμενε κανένα.