United States or Trinidad and Tobago ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' εκείνο το οποίον προ πάντων μου εφαίνετο φοβερόν, ω Φιλοσοφία, είνε ότι οι άνθρωποι, οσάκις εβλεπον κανένα εξ αυτών φαύλον και άσεμνον και ασελγή, κατηγόρουν την Φιλοσοφίαν και τον Χρύσιππον, τον Πλάτωνα ή τον Πυθαγόραν ή άλλον οιονδήποτε, του οποίου εκείνος έλεγεν ότι είνε οπαδός και μιμητής.

Αφού διέταξε τας υποθέσεις της βασιλείας του, κατασταίνοντας ένα από τους μεγιστάνας της Συγκλήτου τον πλέον φρόνιμον και πιστόν ηγεμόνα, διά να κυβερνήση το βασίλειον έως ότου γυρίση αυτός, και αποχαιρετώντας την βασίλισσαν γυναίκα του εβγήκε προς το βράδυ από την πολιτείαν με όλην την βασιλικήν παράταξιν του παλατίου, που έμελλε να τον συνοδεύση εις το ταξείδιόν του, και έμεινεν εις την βασιλικήν σκηνήν που είχεν αφήσει τον βεζύρην, και εστάθη εις συναναστροφήν έως εις το μεσονύκτιον με τον βεζύρην και άλλους συγκλητικούς· τότε ηθέλησε να γυρίση να ξαναχαιρετήση την βασίλισσαν έξαφνα, διότι πολύ την αγαπούσεν· αλλ' αυτή στοχαζομένη, ότι ο βασιλεύς έμελλε να μείνη έξω εις τας σκηνάς εκείνην την νύκτα και ούτε ήλπιζε να γυρίση, έλαβεν εις το κρεββάτι της ένα από τους δούλους της τον πλέον εύμορφον νέον και εμβαίνοντας έξαφνα ο βασιλεύς εις τον θάλαμόν της τους ηύρε και τους δύο να κοιμούνται εις το κρεββάτι μαζί, και θυμωθείς ο βασιλεύς διά τέτοιαν ασελγή παρανομίαν εφόνευσεν ιδιοχείρως του και τους δύο μοιχούς και τους έρριψεν έξω από το παραθύρι, και χωρίς αργοπορίαν εγύρισεν οπίσω εις την σκηνήν του, και διώρισε να ετοιμασθούν να αναχωρήσουν· και προτού να ξημερώση εκίνησε με όλην του την παράταξιν συντροφιασμένος με τον βεζύρην, με πολυποίκιλα λαλούμενα μουσικών οργάνων, που εχαροποιούσαν όλην την συντροφιάν, εκτός από τον βασιλέα, τον οποίον τον είχε κυριεύσει μία μεγάλη λύπη και μελαγχολία διά την μοιχείαν της βασιλίσσης.

Πώς θέλω το κεφάλι μου 'στήν πέτρα να κτυπήσω οπόταν βλέπω Χάριτας εμπρός μου και οπίσω, κι' Ερωτιδείς τοξεύοντας, τρελλούς και πτεροφόρους, και τον αέρα ν' ασελγή με των φυτών τους σπόρους. Άκου γλυκά φιλήματα και κύτταξε τι χάδια!... κι' εγώ σακάτης κι' άψυχος τρυγόνων ψάλλω ζεύγη, κι' αν εις παιδίσκην τρυφεράν απλώσω τα ξεράδια «φτου! να χαθής, παληόγερε» φωνάζει και μου φεύγει.

Από τα ασελγή καμώματα που είδεν ο Σχαζηνάν να κάμνη η βασίλισσα η γυναίκα του αδελφού του, και οι άλλες γυναίκες της με τους αράπηδες, τα οποία είνε απαίσιον να τα διηγηθή τινάς, εσυμπέρανεν, ότι και ο αδελφός του ήτον εις την αυτήν κατάστασιν με αυτόν και οι γυναίκες των είχαν την ιδίαν γνώμην.

Η γυνή αύτη, άμα εισελθούσα εις την οικίαν, ηθέλησε να δείξη εις την Φρονίμην και δι' έργων ότι ήτο μητρυιά, φερομένη κακώς προς αυτήν και τα πάντα τεχναζομένη, εναντίον της. Τέλος την διέβαλεν ως ασελγή και έπεισε τον άνδρα της ότι ταύτα ούτως έχουσιν. Αυτός δε πιστεύσας την γυναίκα, εμηχανεύθη κατά της θυγατρός του ανόσιον έργον.