United States or North Macedonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η ομίχλη δεν ήτο τίποτε άλλο παρά η εξάτμισις της δροσιάς που έπεφτε την νύκτα και τακτικά κάθε καλοκαίρι αυτό γίνεται. — Κ' εγώ από 'παδά 'μαι, δε μ' έφεραν απού τα Παρίσια· μαυτή η κατσιφάρα δεν είνε σαν τσ' άλλαις· σύρνει μιαν κιτρινάδα σαν το βούρκοΔε θωρώ 'γώ κιαμμιάν κιτρινάδα, είπεν ο άλλος και θαρρώ πως 'νειρεύγεσαι, Νικολή.

Για να δω όμως την εντύπωσή των, διηγήθηκα για ένα παιδί στο χωριό μας παγαπούσε μια κοπελιά, μεγαλείτερη απ' αυτό πολλά χρόνια. — Πόσα; — Περισότερα από δώδεκα, ίσως και δέκα τέσσερα. — Κιαυτός πόσω χρονώ νε; — Δέκα τεσσάρω. Γενικό αναφωνητό μου απάντησε: — Μαυτή 'νε μάνα του, μωρέ! Ώστε να μεγαλώση αυτός, κείνη θάνε γρα! Θάνε κιάσκημη, για ναπομείνη τόσο χρονώ απάντρευτη.

Σαυτή τη ψυχική μου κατάσταση, κείνη π' αγαπούσα μου φαινόταν σαν απομακρυσμένη και κείνη πούμενε με τόνομά της ήτο μια άγνωστη, ένα κατάντημα αγνώριστο κιαξιολύπητο του παλαιού Βαγγελιού. Τι σχέση λοιπόν είχα μαυτή την άγνωστη, που με την κακομοιριά της στάθηκε, σαν εμπόδιο, στο δρόμο των εφηβικώ μου ονείρων;

Και μια μέρα πήγε και στην άρρωστη και την είπε κακούργα και μαύρη ψυχή, που, αφού πολέμησε να δώση του παιδιού της τη ψυχική της αρρώστεια, τούδωκε την αρρώστεια της τη σωματική, την αγιάτρευτη· και τώρα ο γυιός της ο μονάκριβος ήτο του θανατά. Αν είχε γι' αυτή έχθριτα, γιατί δεν έμπηγε στην καρδιά της ένα μαχαίρι, αλλά μαζή μαυτή θανάτωνε κενά παιδί αθώο;

Κιο ενθουσιασμός για το θάρρος μου μούδωκε την έμπνευση μιας σκέψης ανώτερης της ηλικίας μου: — Κεγώ την αγαπώ όχι μόνο γιατί μαγαπά, αλλά και γιατί με την αγγελική της ψυχή μέμαθε κεμένα να γενώ καλλίτερος. Αυτή τη φορά ο θυμός της μητέρας μου ξέσπασε: — Είνε ντροπή σου κείνε κιαμαρτία να με βάνης εμένα την μάνα σου στην ίδια σειρά μαυτή την.... αξετσύπωτη.