United States or Turkmenistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και όμως δεν ησύχασες! ηγόρασες και άλλας σήμερον· με τι τας επλήρωσες; με τι θα τας πληρώσης, αφού δεν έχομεν πλέον ούτε μίαν δραχμήν διά να αγοράσωμεν ψωμί, αφού θ' αναγκασθώ να πωλήσω το μικρό αυτό υποκαμισάκι, που έρραπτα διά την κόρην μου, διά να ζήσωμεν αύριον; Ο Θεοδωράκης δεν ήτο πλέον ο ίδιος άνθρωπος.

Μα δεν είναι αλήθεια, μανούλα μου, πως τώρα που είδες την Μαρία ησύχασες. Αί! πε μου, πως δεν είσαι πειά απελπισμένη. Πως θα παύσης πειά να μου λες όσα μούλεγες τρεις ημέρες τώρα, που άρχισα και γω να πιστεύω πώς είμαι κατεστραμμένος. Πως έκαμα μια μεγάλη ανοησία. Δεν είναι αλήθεια, πώς η Μαρία είναι θαυμασία και αλλοιώτικη από της άλλες γυναίκες; Με συγχωρείτε, άργησα λιγάκι. Κα Μ ε μ ι δ ώ φ.

Έτσι βέβαια, αμ' πώς; Σαν έμειναν μόνοι οι δυο γέροι άρχισαν να μιλούν και φωναχτά. — Σαν να πέρασε η ώρα! είπε ο Καπετάν Βαγγέλης. — Ώρες κυττάς τώρα! είπε ο Μπαρμπα-Δημητρός. — Δεν τις κυττάω εγώ. Τις κυττάει η γερόντισσα, αποκρίθηκε αναστενάζοντας ο Καπετάν Βαγγέλης. Εσύ την πάντρεψες και ησύχασες. Ποιος σ' ερωτάει; Ο Μπαρμπα-Δημητρός το γύρισε στο μεράκι. — Τρομάρα μου. Ώμορφος κατάντησα.