United States or Egypt ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλά το παπί έμεινε τρεις εβδομάδας εις την καλύβην και αυγόν η γραία δεν είδεν, ώστε εθύμωσε με το παπί και δεν το εκαλομεταχειρίζετο. Και ο γάτος δε και η όρνιθα δεν το έβλεπαν με καλόν μάτι, ώστε μίαν ημέραν εστενοχωρήθη το άτυχον παπί και έφυγεν από την καλύβην. Επλησίαζεν εν τούτοις το φθινόπωρον.

Μίαν ημέραν και μίαν νύκτα η βροχή απαύστως κατέπιπτεν εις τας Αθήνας. Τα πρωτοβρόχια ενωρίς είχον επισκεφθή την ξηράν πόλιν, το φθινόπωρον εκείνο. Το μαρμάρινον Άστυ εχάθη άφαντον εν μέσω της σκοτεινής ομίχλης, της λαίλαπος και της ορμητικής εκείνης καταιγίδος, θαρρείς και το περιετύλιξαν όλον τα υδατόρρυτα νέφη, να το πνίξωσιν αίφνης, ως κλώσσαν με τους μικρούς νεοσσούς.

Κατά το φθινόπωρον λοιπόν του έτους 622 ο Ηράκλειος εγκατέλιπε τας ορεινάς περί τον Αντίταυρον χώρας της Κιλικίας και Καππαδοκίας και κατήλθεν εις τον Πόντον. Κατά την πορείαν εκείνην, εις την πρώτην συνάντησιν των προφυλακών του μετά των περσικών προφυλακών, οι στρατιώται του έτρεψαν εις φυγήν ιππικόν περσικόν, το οποίον ήθελε να επιπέση αιφνιδίως κατά του Ηρακλείου.

Εκεί έμειναν επί εβδομάδας, το φθινόπωρον εκείνο, αι δύο αδελφαί. Εις την αρχήν είχον συντροφιάν, διότι υπήρχον και άλλοι νερόμυλοι εις το ρέμμα της Κεχριάς. Εκεί τον κατήφορον ήτον ο μύλος της Μοσχαδώς της χήρας, ο μύλος του Δήμου του Μανιάτη. Αλλ' αι εργασίαι ωλιγόστευσαν, κ' οι γείτονες έφυγαν.

Ως πάντες γνωρίζουσι τα βουνά της Σύρου είνε γυμνότερα του Αδάμ, το χόρτον είνε τελείως άγνωστον και η βλάστησις περιορίζεται εις ψωριώσας τινός το φθινόπωρον φασκομηλέας και ηλιοκαείς κατά το θέρος ακάνθας. Εις απόστασιν ολίγων βημάτων προηγείτο ημών κατάξηρος κ' εκείνος ψωραλέος όνος, σύρων επιπόνως βαρέλαν ύδατος, τοποθετημένην επί είδους διτρόχου χειραμάξης υπό την οδηγίαν γραίας χωρικής.

Περί δε το φθινόπωρον του θέρους τούτου οι Αθηναίοι και οι μέτοικοι εισέβαλαν πανδημεί εις την Μεγαρίδα, υπό την στρατηγίαν Περικλέους του Ξανθίππου.

Κατά το αυτό δε θέρος οι Αιτωλοί, έχοντες στείλει προηγουμένως πρέσβεις εις Κόρινθον και εις Λακεδαίμονα, τον Οφιονέα Τόλοφον, τον Ευρυτάνα Βοριάδην και τον Απόδωτον Τίσανδρον, επέτυχον να τοις αποσταλή στρατός προωρισμένος να προσβάλη την Ναύπακτον, η οποία είχε προσκαλέσει την βοήθειαν των Αθηναίων. Και εξαπέστειλαν οι Λακεδαιμόνιοι περί το φθινόπωρον τρισχιλίους οπλίτας εκ των συμμάχων.

Το τρόπαιον εκείνων ετάραττε τον ύπνον μας, το δε παράδειγμά των υπέκαιε τους φιλοδόξους πόθους μας, όθεν εσχεδιάζετο να μεταβώ κατά το φθινόπωρον εις Αγγλίαν μεθ' ενός των εκ μητρός θείων μου. Είχα μάλιστα αρχίσει να διδάσκωμαι την Αγγλικήν υπό Άγγλου τινός ιερωμένου, είδους Παππά Φλούτη, όστις βεβαίως πολλά δεν με έμαθεν. Αλλ' ίσως δεν ήτο ιδικόν του το πταίσμα.

Ο ομήλικος φίλος μου, ο Νικολός, είχε μβαρκάρει το πρώτον προ τριών χρόνων, κατά Μάρτιον, αφήσας μισά τα μαθήματα του σχολείου, κ' ημάς τους συμμαθητάς του ορφανούς. Κατά παν φθινόπωρον ο Νικολός επανήρχετο σοφώτερος από τα ταξίδια.

Και μου φαίνεται ότι τον ακούω επιλέγοντα την συνήθη του φράσιν, όποτε ήτο περί επαναστατών ο λόγος,― Επήραν το Γένος εις τον λαιμόν των! Και παρήλθεν ούτω το θέρος, μετά δε το θέρος ήλθε το φθινόπωρον, και διεδέχθη το φθινόπωρον ο χειμών. Πώς διήλθον οι δέκα μήνες εκείνοι, καθ' ους εζήσαμεν μεταξύ σφύρας και άκμονος, λησμονούντες την διάρκειαν της χθες εν τη προσδοκία της αύριον;