United States or Saint Vincent and the Grenadines ? Vote for the TOP Country of the Week !


«Εκείνοι, ακούσαντες τας λέξεις ταύτας, έτρεξαν προς τον τόπον της ταφής. Ο Ιωάννης, ων νεώτερος, έφθασε πρώτος· ο τάφος ήτο κενός και δεν ετόλμησε να εισέλθη.

Ίσως τινές των αναγνωστών απορήσωσι διά την παρρησίαν μεθ' ης στενός και νεώτερος συγγενής δεικνύει εκάστοτε και τα φιλολογικά ολισθήματα του Ε. Ροΐδου.

Επιάνοντο σχεδόν καθημερινώς, όταν ήρχοντο να ποτίσουν τα κοπάδια των, οι δύο γνήσιοι αδελφοί, εξ ων ο νεώτερος είχε χάσει όπισθεν ενός λαϊκού παρεγκωμίου το οικογενειακόν όνομά του. Ο Γιώργης κατέβοσκεν όλους τους ξένους αγρούς, όσοι εγειτόνευον με τα σύνορα της νομής του, ο Κώστας κατεπάτει τα σύνορα του αδελφού του και άμα κατεμαρτύρει εις τους ιδιοκτήτας κατά του αδελφού του.

Πλην δεν ηκούσαμεν κρότον, ουδέ ψυχήν είδομεν. — Σήμερα Κυριακή, δεν δουλεύουν, είπεν ο Γιαννιός. — Ξέρω πως δεν δουλεύουν, μα μπορεί να βρίσκωνται, είπεν ο Νικολός, όστις αν και τόσον νεώτερός του, εφαίνετο να γνωρίζη καλά τα μέρη. — Και λες να είναι κανένας εδώ; — Η γρηά το Μουσκαδώ με τα κορίτσια της, η συμπεθέρα της η Αγάλλαινα, και τόσες άλλες, εδώ βρίσκονται τον περισσότερον καιρό.

Υπέκλινε δις και τρις τον υψηλόν αυχένα ο νεώτερος, ως να κατεπλάγη, ιδών αίφνης εξαπλούμενα προ των οφθαλμών του τα μαύρα της Κεχρεάς δάση εις τα οποία δεν είχον εισδύσει ακόμη της αυγής αι ασθενείς ακτίνες, αποφρασσομένης της ανατολής από υψηλού όρους.

Ο αρχηγός τότε ο μαυριδερός, έρριψε λοξόν βλέμμα επί των συντρόφων του, ων ο νεώτερος είχε καταληφθή υπό τινος μυστικού φόβου όπερ τον ηνάγκαζε να βραδυπορή· οι δ' άλλοι ακουσίως εβραδυπόρουν και αυτοί, ως όταν σκοντάπτη κανείς επί λίθου.

Αλλ' ο φόβος, τον οποίον προ πολλού χρόνου ενέπνευσεν εις τους πολίτας, και η ακριβής πειθαρχία των δορυφόρων του διετήρησαν την εξουσίαν του εις πληρεστάτην ασφάλειαν και δεν ησθάνθη τας δυσκολίας εκείνας, τας οποίας θα ησθάνετο, εάν ήτο νεώτερος του αδελφού του και κατά συνέπειαν είχεν ολιγωτέραν πείραν εις το να άρχη.

Ενόμισεν, ότι είχε γείνει διά μιας νεώτερος, ότι αι κνήμαι του ήσαν ευσταλέστεραι και το βήμα του κουφότερον, και έβαινεν ανατείνων την κεφαλήν και υποτονθορύζων το δημοτικόν άσμα της απόκρεω: Κ α τ η γ ο ρ ο ύ ν τ η γ ά τ α μ α ς, αμέριμνος, σχεδόν υπόπτερος. Μετ' ολίγας στιγμάς είχεν εντελώς λησμονήσει ότι κατηυθύνετο εις την αγοράν.

την Ίλιον ακολούθησεν εκείνος τους Ατρείδαις με τα κυρτά καράβια του· εμ' Αίθωνα ονομάζουν· εγώ νεώτερος, αυτός καλήτερος και πρώτος. τότ' είδα εγώ κ' εξένισα εκεί τον Οδυσσέα· 185 σφοδρός τον έσπρωξ' άνεμοςτην Κρήτη απ' τον Μαλέα προς την Τρωάδ' ως έπλεε·τον Αμνισόν, εις τ' άντρο της Ειλειθυίας άραξε, 'ς τα δύσκολα λιμάνια, και μόλις αυτού ξύφυγεν απ' ταις ανεμοζάλαις.

Διά τούτο και υπερθαυμάσαντες οι θεοί ιδιαιτέρως όλως ετίμησαν αυτόν, διότι τον εραστήν αυτού τόσον πολύ εξετίμα. Ο δε Αισχύλος φλυαρεί λέγων ότι ο Αχιλλεύς ήτον εραστής του Πατρόκλου, αφού ο πρώτος ήτον ωραιότερος όχι μόνον του Πατρόκλου, αλλά και όλων των ηρώων εν γένει, και αγένειος ακόμη, έπειτα δε και πολύ νεώτερος, όπως λέγει ο Όμηρος.