United States or British Virgin Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εν τούτοις οι Βοιωτοί, οι Μεγαρείς και οι Σικυώνιοι, συμφώνως με την διαταγήν πού είχαν λάβη, επροχώρουν προς την Νεμέαν, αλλά δεν εύρον πλέον εκεί τους Αργείους, διότι ούτοι είχαν καταβή, όταν είδαν να λεηλατούνται οι αγροί των, και είχαν παραταχθή εις μάχην. Αντιπαρεσκευάζοντο δε και οι Λακεδαιμόνιοι.

Το άκουσμα τούτο αρκεί όπως μεταφέρη ημάς εν ακαρεί εις την ευδαίμονα σφαίραν, όπου δεν υπάρχουσιν ούτε κακοί άνθρωποι, ούτε ρυπαραί πόλεις, ούτε αγροί ηλιοκαείς ή κατεψυγμένοι.

Οι χωρικοί εφέροντο προς τον εφημέριόν των με σέβας ανώτερον του οφειλομένου εις την ηλικίαν του, η σύζυγος του προητοίμαζε τον διάδοχον, οι αγροί του προεμήνυον ευκαρπίαν, αι πρόσοδοι της εκκλησίας δεν ηλαττώθησαν. Τι άλλο ηδύνατο να επιθυμήση; Και όμως η ευτυχία του δεν ήτο εντελής. Την επεσκίαζε μία μεγάλη και διαρκής ανησυχία. Ο ιερεύς παραμυθεί τους ψυχορραγούντας και κηδεύει τους νεκρούς.

Εκείνη ύψωσεν επ' αυτού τους γαλανούς οφθαλμούς της και εκίνησεν ηρέμα την κεφαλήν της. — Είμαι πάντοτε δούλη σου, αυθέντα. — Αλλ' ίσως αγνοείς, εξηκολούθησεν εκείνος, ότι οι δούλοι εκείνοι, οίτινες εκεί κάτω πλέκουσι στεφάνους, ότι η έπαυλις αύτη και όλα τα εν αυτή και οι αγροί και τα ποίμνια, ότι όλα αυτά σου ανήκουν από σήμερον.

Είχον δε κατά την απουσίαν του διαρπαγή τα πλείστα εκ των πατρικών του κτημάτων και μόνον οι αγροί υπελείποντο, οι οποίοι είχον αξίαν δεκαπέντε περίπου ταλάντων• διότι η όλη περιουσία, την οποίαν ο γέρων αφήκεν, θα ήτο έως τριάκοντα ταλάντων και όχι, όπως ο γελοιωδέστατος εκείνος Θεαγένης έλεγε, πέντε χιλιάδων.

Το κάτω μέρος της κοιλάδας εκάλυπτεν ακόμη λευκός πέπλος πρωινής ομίχλης, την οποίαν ηραίωνε και διέλυεν ολίγον κατ' ολίγον ο ήλιος. Ο θερισμός είχεν αρχίση και εφαίνοντο αγροί ημιθερισμένοι και ξανθοί λόφοι θεμωνιών.

Τα στενάζοντα δένδρα του δάσους, και οι δροσισμένοι αγροί πέριξ! Αι συντρόφισσαί μας εκουτούλιζαν και απεκοιμήθησαν.

Δεν ήτο βεβαίως υπέρογκον το βάρος διά την κοινότητα της νήσου. Ο Γεροθανάσης, του οποίου οι ολίγοι αγροί έκειντο πέρα της καλύβης του λεπρού, ανεδέχθη την μεταφοράν της εβδομαδιαίας προμηθείας άρτου. Αλλά δεν περιωρίσθη εις τούτο η αγαθότης του φιλανθρώπου χωρικού.

Εις πλούτον, 'ς ωραιότητα κ' εις έκτασιν αξίζει όσον και το μερίδιον της Γονερίλης. — Τώρα εσύ χαρά μου, κόρη μου υστερογέννητή μου, αλλ' όχι υστεροάκριβη, εσύ 'πού σε γυρεύουν της Βουργουνδίας οι αγροί, τ' αμπέλια της Γαλλίας, λέγε, τι έχεις να μου' πής, ώστε το μερτικόν σου να γίνη πλουσιώτερον παρά των αδελφών σου; ΚΟΡΔ. Τίποτ', αυθέντα. ΛΗΡ Τίποτε! ΚΟΡΔ. Τίποτε.

Αι μύρτοι εβόιζον από τα πλήθος του καρπού, τα λάχανα εχλόαζον εις τας πρασιάς, και οι σπαρέντες αγροί ήρχισαν να στρώνωνται με τον καταπράσινον τάπητα αυτών, τον οποίον η φύσις υφαίνει, πάντοτε τον μήνα τούτον, αψηφούσα τον παγετόν και τα βάσανα του χειμώνος, τα φοβερά. Επί των ελαιοδένδρων διά μέσου των φύλλων εγυάλιζεν ακόμη καμμία ελαία, ως οφθαλμός κατάμαυρος κατασκόπου.