United States or Liechtenstein ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε εγώ ευχαρίστησα την βασιλοπούλαν Ουσνάραν διά τες ευεργεσίες της, με όλον που ήμουν αποφασισμένος καλύτερον να αποθάνω, παρά να κλίνω εις την θέλησίν της· και ένας Μώρος, που απ' αυτήν εκράχθη, με εσυντρόφευσεν εις την τένταν μου. Δεν ημπορώ να διηγηθώ, τι λογής ήτον η χαροποίησις του Σαέδ, οπόταν με είδεν.

Σταθήτ' αυτού, γιατί σας δένει το μάγευμα. — Γονζάλε, άγιε και τιμημένε, τα μάτια μου, άμα εχαρήκαν τα δικά σου, χύνουνε δάκρυα φιλικά. — Το μάγευμα διαλύεται γλήγορα και όπως η αυγή παίρνει της νύκτας σκορπίζοντας το σκότος, ομοίως τα λογικά τους γλυκοχαράζοντας ολοένα διώχνουν την τυφλή καταχνιά, που περισκεπάζει τον φωτεινότερο νου τους. — Ω αγαθέ Γονζάλε, ο αληθινός λυτρωτής μου, και ο άδολος φίλος εκείνου, που συνοδεύεις, θα πλερώσω τες ευεργεσίες του περισσά, και με τα λόγια και με τα έργα.

Αυτές δεν μας εκύτταξαν πλέον, παρά με οφθαλμούς γεμάτους από θυμόν· Αχ, τρισάθλιοι, εφώναξεν η θυγατέρα του βασιλέως, με τέτοιον τρόπον ανταποκρίνεστε εις τες ευεργεσίες μου; δεν ηξεύρετε πόσην ζημίαν ημπορώ να σας κάμω εις μίαν στιγμήν; αχάριστε, μου λέγει εμένα, έχεις τόσην τόλμην να λάβης τόσον ολίγον σέβας εις τα σημεία της αγάπης που σου εφανέρωσα; τι ευρίσκεις εσύ εις εμένα, που να ημπορή να σου προξενήση εναντίωσιν; έχω εγώ κανένα έγκλημα επάνωθέν μου, που να σε κάμη να με μισήσης;

Ομολογώ, ω κυρά μου, την αλήθειαν, ότι εις τες δυστυχίες σου πρέπει κάθε λογής συμπάθεια, και ημπορώ κατ' αλήθειαν να σου παραστήσω ότι δεν είναι μεγαλύτερος ο πόνος σου από τον ιδικόν μου. Η αγάπη που εις εμένα έχεις, οι ευεργεσίες που μου κάνεις και το θάρρος που εις την εμπιστοσύνην μου δείχνεις είναι όλα δυνατά αίτια, που με κάμνουν να συγκοινωνώ εις τα βάσανά σου.

Του Χαν ήρεσε πολλά η συμβουλή του βασιλέως του Μουσλούλ, ο οποίος δίδοντάς τους τρία άλογα, ζωοτροφίαν διά πολλές ημέρες και μίαν σακκούλαν φλωριά εμίσευσαν, ευχαριστώντας κατά πολλά τον γέροντα διά τες μεγάλες ευεργεσίες που τους έκαμε.

Ο σκλάβος υπάγει και βγάζει το μαχαίρι από το στρώμα της Ρεσπίνας που το έκρυψε, και του το δείχνει έτσι αιματωμένον, ομοίως και τα φορέματά της, έπειτα αρχίζει να λέγη ω αυθέντη μου· κύτταξε με τι τρόπον ετούτη η σκληρά και κακότροπή ανταμείβει τες ευεργεσίες που της εδείξατε; Ο Αράπης έμεινεν εις μίαν άκραν έκστασιν, οπόταν είδεν αυτό, και έλαβεν αιτίαν διά να υποπτεύση, ότι η Ρεσπίνα θα έπραξε το τοιούτον σκληρόν ανόμημα.

Και έτσι λέγοντας επήραν τον Δαλήκ και τον έφεραν διά να τον ρίξουν εις τον σκοτεινόν πύργον κατά το πρόσταγμά της. Ο Δαλήκ πλέον ευχαριστημένος εις αυτήν την απόφασιν, παρά εις τες ευεργεσίες της, επήγαινε χαρούμενος, στοχαζόμενος πως εις την φυλακήν του ήθελεν έχει συντροφιά εκείνον τον άλλον δυστυχή γέροντα διά να παρηγορούνται.