United States or Anguilla ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κυττάζοντας εχθές τα ονόματα των ξένων στην είσοδο του άλλου ξενοδοχείου αντίκρυσα άξαφνα τόνομά της. Φαντάζεσαι την ταραχή μου . . . ΜΙΣΤΡΑΣΈνας λόγος νάφευγες το ταχύτερο. . . . ΦΛΕΡΗΣ — Α! όχι. Δεν μπόρεσα, γιατρέ. Όλη η περασμένη μου ζωή ξανάζησε μπροστά μου. Το χέρι μιας Μοίρας μου φάνηκε πως ανάστησε μπροστά μου έναν πεθαμένο κόσμο. Ένα χέρι μυστικό με κάρφωσε στη θέση μου.

Ακόμη και ένα ακορντεόν από μακριά επαναλάμβανε το θρησκευτικό μοτίβο των δοξασιών κι εκείνος αισθανόταν ότι η πορεία του προς την εξιλέωση είχε αρχίσει. Μόλις έφτασε στο ξωκλήσι, ψηλά στη βραχώδη πλαγιά, κάθισε κοντά στην είσοδο και άρχισε να προσεύχεται.

Στη θύρα εμπρός δεν βλέπω νάχουν νερό απ' την πηγή, που πλύνουνε τα χέρια, όταν πεθαίνη άνθρωπος στο σπίτι. Α’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Την πλεξίδα, δεν βλέπω εις την είσοδο να είναι κρεμασμένη, που δείχνει πως εσκέπασε το πένθος ένα σπίτι, ουδέ γυναίκες άκουσα τα στήθια να χτυπούνε. Β’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Και όμως η ημέρα αυτή είναι ημέρα πένθους. Α’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Τι θέλεις με αυτό να πης;

Αύριο θα ξαναφυσήση πάλι. ΔΩΡΑΔεν είναι αυτό, μπαμπά μου. Μα, δεν ξέρετε, είδα κάτι τι τώρα που μου χάλασε όλη τη διάθεση. Είδες κάτι τι; Τι είδες, παιδί μου; ΔΩΡΑΤώρα που ανέβαινα τη σκάλα είδα μια κυρία κάτω στην είσοδο. Κρατούσε το μαντύλι στο πρόσωπό της και προσπαθούσε να κρύψη τα δάκρυά της. Φαινότανε πολύ δυστυχισμένη. Αν ξέρατε τι κακό που μούκανε. Αι, παιδί μου!

Ο Έφις σταμάτησε μπροστά σε μιαν εξώπορτα πλάι στην είσοδο του παλιού νεκροταφείου.

Ώστε αν είνε δυνατό σου, κάμε τούτη τη φορά, γιατί τόχω επιθυμία, να της 'δω στα φανερά. ΣΩΚΡΑΤΗΣ Η πολλές, που προχωρούνε απ' τα δενδροφυτευμένα κι' απ' της ρεματιές, στα πλάγια. ΣΩΚΡΑΤΗΣ Να, στην είσοδο. . ΣΩΚΡΑΤΗΣ Πρέπει τούτη πλέον τη φορά να της βλέπης καθαρά, έξω αν έχης εις τα μάτια τσίμπλες, σαν τα κολοκύθια. ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Ω της πολυτιμημένες! Μα τον Δία, ναι, αλήθεια όλα τάχουν κουκουλώση!

Ο Άγιος Δημήτριος μπαίνει σαν το φως από την κεντρικήν είσοδο και κρατώντας με τα χέρια παραμερισμένα τα καταπετάσματα. ΑΓΙΟΣ ΔΗΜ. Λες ψέμματα! Οι Χριστιανοί κανένα δεν φοβούνται άλλον από τον Θεό! Την πίστι δεν αρνούνται του κυρίου Ιησού και την ομολογάν στο φανερό! Ο έπαρχος της Θεσσαλίας!. . . ΓΑΛΕΡΙΟΣ. Ο Δημήτριος!. . . Δεν μπορώ. . . Κόλπος θα μου κατέβη!..,

Όσοι δεν είχαν αλυσίδες, πέτρες εζερρίζωναν· και όσοι δεν είχαν πέτρες είχαν τα δόντια και τα νύχια τους, που εκατέβαζαν λουρίδες το κρέας. Το αίμα έλαμπε, ρουμπίνι ανεχτίμητο στις άσπρες πλάκες περίγυρα. Οι σάρκες εσπαρτάριζαν, θλιβερά κοψίδια στα μαύρα χώματα. Οι σκοτωμένοι, κρύος σωρός έφραζαν την είσοδο της σπηλιάς και οι λαβωμένοι εβαρυβογκούσαν πονετικά στον κούφιον αέρα.

Πλήρωσα και βγήκα στην είσοδο του ξενοδοχείου και περπατούσα πέρα δώθε· μου είταν αδύνατο να σταθώ σε μια θέση, αδύνατο να συγκεντρώσω τη σκέψη μου. «Το παιδί μου πεθαίνει», είπα του πορτιέρη· «γι' αυτό είμαι τόσο νευρικόςΔοκίμασα να του χαμογελάσω για να του δώσω να εννοήση πως το έβλεπα κι ο ίδιος πως ο τρόπος μου είταν παράλογος.

Εις της σκηνής την είσοδο ήταν ζωγραφισμένος ο Κέκροψ με της κόρες του, με φείδια τυλιγμένος, εικόνα που αφιέρωσε απ' την Αθήνα κάποιος• κρατήρες έστησε χρυσούς στου τραπεζιού τη μέση, κ' εβγήκεν ένας κήρυκας στα νύχια του πατώντας, κ' εκάλει όποιος αγαπά να κάτση στο τραπέζι. Κι' όταν εγέμισε η σκηνή, στεφανοφορεμένοι, με την τροφή την άφθονη καθένας εχαιρόταν.