United States or Bangladesh ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο ηγούμενος εξηκολούθει να ήνε άφωνος. Ενόμιζες ότι αι λευκαί τρίχες του παχέος μύστακος αυτού απέκρυψαν τελείως το στόμα του. Και μόνον ένα θρήνον τώρα εξέβαλεν υπόκωφον. — Και τα είχαμε διά την ζωγραφίαν της Εκκλησίας! . . .

Το μικρόν του σώματός του ανεδείκνυε μεγαλειτέραν ίσως της πραγματικότητος την περιφέρειάν του περί τας οσφύς, αλλά και ο τράχηλος του εξήρχετο μετά τινος στενοχωρίας από τας περιπτύξεις του λαιμοδέτου του, και αι κόκκιναι ξυρισμέναι παρειαί του προείχον οπωσούν στρογγύλαι εκατέρωθεν του δασέος μύστακός του.

Η μήτηρ Πία είχεν ενδυθή το μοναχικόν σχήμα κατ' εκλογήν και ησθάνετο εν εαυτή την προς τούτο κλήσιν. Κατώρθωσε δε να γείνη ηγουμένη από πολλών ετών. Ηδύνατο ουχί αφυώς να γείνη και προμνήστρια, αν αι περιστάσεις ετύγχανον ευνοϊκαί, αλλ' εις τα πρώτα βήματα είχε ναυαγήσει. Εμίσει φοβερώς τους άνδρας, και δεν ηδύνατο να υποφέρη την παρουσίαν μύστακος.

Είχεν έλθει εις το μέσον του έτους, εγκαταλείψας το γυμνάσιον της πρωτευούσης του νομού, όπου τέως εμαθήτευε, μη δεχθείς την επιβληθείσαν αύτω ποινήν ένεκα λογομαχίας τινός προς ένα των καθηγητών, όστις του εφαίνετο πλέον του δέοντος αγράμματος. Ήτο μόλις δεκαοκτώ ετών, αλλ' εφαίνετο δεκαεννέα ή είκοσι με τους πυκνούς ήδη ιούλους του καστανού γενείου και του μύστακος.

Διά της πρώτης των θυρίδων τούτων διέκρινα είδος τι κελλίου, τριών περίπου μέτρων μήκους και ολιγωτέρου πλάτους, και εν μέσω αυτού μεγάλην εκ σιδήρου τράπεζαν, εφ' ης ανεπαύετο υπό λευκόφαιον κάλυμμα παχύσαρκος τις άνθρωπος, τον οποίον εκ του στριμμένου μύστακος και ουλής τινος επί του μετώπου υπέθεσα αξιωματικόν.

Η Χαδούλα, η λεγομένη Φράγκισσα, ή άλλως Φραγκογιαννού, ήτο γυνή σχεδόν εξηκοντούτις, καλοκαμωμένη, με αδρούς χαρακτήρας, με ήθος ανδρικόν, και με δύο μικράς άκρας μύστακος άνω των χειλέων της. Εις τους λογισμούς της, συγκεφαλαιούσα όλην την ζωήν της, έβλεπεν ότι ποτέ δεν είχε κάμη άλλο τίποτε ειμή να υπηρετή τους άλλους. Όταν ήτο παιδίσκη υπηρέτει τους γονείς της.

Τας επιστολάς ταύτας, διά των οποίων ανυμνούντο υπέρ παν άλλο των θελγήτρων της του μύστακος αυτής αι τρίχες, έσπευδε μετ' αιδήμονος αγανακτήσεως να καταγγείλη εις τον προσωρινόν διευθυντήν μακαρίτην Φαβρίκιον, πολυμαθέστατον και αγαθώτατον Γερμανόν, μ' εύθυμον διάθεσιν και μύτην κόκκινην μετά το γεύμα.

Εφανέρωνεν ανησυχίαν η έκφρασις του βλέμματος του και αι σπασμωδικαί κινήσεις της αριστεράς του, διά της οποίας έτιλλε τας τρίχας του μύστακος του, ως αν ήθελε να τας εκριζώση. Έστρεψε προς εμέ τους οφθαλμούς. Εάν ηδυνάμην κατ' εκείνην την στιγμήν να σκεφθώ τι, ήθελα εννοήσει ότι ο στρατηγός παν άλλο είχε κατά νουν ή τας συστάσεις του θείου μου. Τι θέλεις; ηρώτησεν ανυπομόνως.