United States or Indonesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν ημπορώ να περιγράψω τον θρήνον τους, και τα κλάμματα που έκαμαν αυτές οι δύο πτωχές κόρες, βλέποντας την μητέρα τους να ξεψυχήση εις τες αγκάλες των· και αφού την έκλαυσαν με θερμότατα δάκρυα, την επήραν και την έθαψαν ολίγον μακράν από την καλύβαν τους, στολίζοντας τον τάφον της με διάφορα άνθη· έπειτα γυρίζοντας εις την καλύβαν τους, εσύμμασαν εκείνα τα ενδύματα που είχαν πλυμμένα, και βάνοντάς τα εις κανίστρες, τα επήραν την ερχομένην ημέραν δια να τα πηγαίνουν εις το Μουσουλπατάν, και να τα δώσουν εις εκείνους, που απαρθένευαν· δεν έκαμαν εκατόν πατήματα από την καλύβαν των, και συναπαντούν ένα μικρόν γέροντα, κουτσόν και χωλόν πλουσίως ενδυμένον· ο οποίος βλέποντάς τες εστάθη και τες εστοχάζονταν με πολλήν επιμέλειαν, ακουμπώντας επάνω εις το δεκανίκι του.

Κόβει στο ρέμμα λυγαριές και πλέκει κανίστρες και κοφίνια για τον τρύγο. Κεντά αγκλίτσες για τους τσελιγκάδες, μπαστούνια για τους προεστούς, δεκανίκια για τις γριές, φλογέρες για τους πιστικούς και για τα βοσκαρούδια σουραύλια. Άμα συνάξη αρκετά, φορτώνει το γαϊδουράκι του και πηγαίνει κάτου στο χωριό να τα ξεκάμη. Έχει μια ωρισμένη θέση στο παζάρι κ' εκεί ξεφορτώνει.

Η Κατηγέ εις αυτά τα λόγια της αδελφής της δεν ετόλμησε να της αντισταθή, την οποίαν την εστοχάζονταν ωσάν μητέρα και έμεινεν εκεί εναντίον εις την θέλησίν της. Ως τόσον η Φατμέ παίρνοντας όλα τα σκουτιά, που ήτον εις δύο κανίστρες εμίσευσε μα αντί να ξαναγυρίση ευθύς καθώς έταξε, δεν εφάνη να έλθη όλον το επίλοιπον της ημέρας.