United States or Philippines ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και δε θωρρείς, μωρέ μπουντάλακα, πως από 'δα δεν τηνε θέλει κιανείς και θαπομείνη στο ράφι; θα γεράση απάντρευτη. Μα είδες εσύ, μωρέ, άντρα κιανένα να πάρη γυναίκα μεγαλείτερή του; Κεσύ λες πως αγαπάς μια γεροντοκόρη, απού σε περνά δέκα πέντε χρόνους κοντά. Αυτά τα λόγια, αντί να φέρουν το αποτέλεσμα πούθελε η μητέρα μου, έφεραν μάλλον το ανάποδο.

Στιγμή, που πολεμάει το φως της ημέρας, πώρχονταν, με το σκοτάδι της νυχτός πώφευγε, και τ' άλογο ανέβαινε αργά-αργά, και βαρυά-βαρυά τον ανάποδο και κακοτρόχαλο ανήφορο από τη μεγάλη του την κούραση και από τη μεγάλη του την αποσταμάρα. «Έκανε φοβερό κρύο. Άγριος βοριάς φυσούσε, σα λυσσιασμένος, από πίσω μου, κι' μ' ανασήκωνε από τη σέλλα τ' αλόγου μου.

Σαν το ζαρκάδι ο νιος βοσκός ξετρέχει την κοπή του· Σουρίζει, σαλαγάει «όι, όι» και τήνε ροβολάει Από τα πλάγια στο μαντρί, στην στρούγγα για ν' αρμέξη. Από στεφάνι, από γκρεμόν, από ραϊδιό και λόγγο Και του γιδάρη η σαλαγή στριγγιά στριγγιά γροικιέται Τ' ανάποδο κοπάδι του «τσαπ, τσαπ! έι, έι» βαρώντας. Κι' αχολογούν βελάσματα κι' αχολογούν κουδούνια.