United States or Belarus ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν άλλος τον ηρώτησεν εάν και αυτός τρώγη τηγανίτες, Νομίζεις, είπεν, ότι η μέλισσες κατασκευάζουν το μέλι διά τους μωρούς; Ιδών δε εις την Ποικίλην Στοάν ανδριάντα του οποίου η χειρ είχε αποκοπή, Αργά, είπεν, οι Αθηναίοι ετίμησαν τον Κυναίγειρον με ανδριάντα.

Τούτων η μωρία είναι προφανής· αλλ' αν εξετάσωμεν ακριβώς τα πράγματα δύσκολον είνε να θεωρήσωμεν ως ολιγώτερον μωρούς τους φλεγομένους υπό του πόθου επιβιώσεως του ονόματος αυτών παρά τοις μεταγενεστέροις.

Διά τούτων δύνασαι ν’ αποκτήσης παν ό,τι ευφρόσυνον έχει ο βίος. Αλλά βάδισον την πεπατημένην οδόν και άφες εις τους μωρούς τας ακρωρείας. Ευρέ σύζυγον, ίνα σοι δώση το όνομά του και ισπανικά σανδάλια, έχε εραστάς ίνα ασπάζωνται τα σανδάλια ταύτα, έχε τέκνα ίνα παρηγορώσι το γήρας σου, έχε αν θέλης, και σταυρόν, ίνα υπ’ αυτόν καταφεύγης οσάκις βαρυνθής τους ζώντας ή σε βαρυνθώσιν εκείνοι.

Και εν πρώτοις συγχωρήσατε να ερωτήσω υμάς, τι εννοείτε διά της λέξεως Θρησκεία; ο βασιλεύς της Γαλλίας Λουδοβίκος ο ιδ' συνείθιζε να λέγη. « Η Γ α λ λ ί α ε ί μ α ι Ε γ ώ.» Ούτω φαίνονται εννοήσαντες τον Χριστιανισμόν και πολλοί κατά καιρούς αρχιερείς, ει και δεν ετόλμησαν να είπωσιν αναφανδόν «Η θ ρ η σ κ ε ί α ε ί- μ ε θ α η μ ε ί ς». Αν κατά την έννοιαν ταύτην παραδεχθώμεν την θρησκείαν, τότε πάντα τ' αφορώντα τον κλήρον συμπεριλαμβάνονται κατ' ανάγκην εν αυτή. Μέρος της θρησκείας αποτελούσι τότε αι κατά την εν Εφέσω Σύνοδον σφαγαί, και τα λακτίσματα του Διοσκόρου, και αι πυρπολήσεις του Νεστορίου, και αι πλαστογραφίαι του Αγ. Κυρίλλου και ο φόνος της Υπατίας και αι εν Σκυθοπόλει μεληδόν κατακάψεις των Ελλήνων φιλοσόφων, και αι ωμότητες της Αγ. Ειρήνης και όλα εν γένει τα κοσμούντα τα χρονικά του Βυζαντίου κατορθώματα των ιερέων. Πλην δε τούτων πρέπει, να θεωρήσωμεν ως αποτελούντα μέρος της θρησκείας και τας διηγήσεις της Αμαρτωλών Σωτηρίας, τας αισχρολογίας του Νικοδήμου, την εκκλησιαστικών ρινοφωνίαν, το καύσιμον του Ιούδα εν Χαλκίδι, τας εις Τήνον προσκυνήσεις και αυτάς τέλος πάντων τας εγκυκλίους του Αγ. Καρυστίας. Αν τοιαύτην περιληπτικήν έννοιαν δίδετε εις την λέξιν Θ ρ η σ κ ε ί α, ω Άγιοί μου πατέρες, τότε ό ρ γ α ν ο ν τω όντι του Σ α τ α ν ά, έ χ ι δ- ν α κ α ι κ α κ ο ύ ρ γ ο ς είναι ο συγγραφεύς της «Ιωάνναςόστις πάντα ταύτα έσκωψε και εμυκτήρισεν ανηλεώς. Συγχωρήσατε μοι όμως να παρατηρήσω ότι η τοιαύτη ερμηνεία απηρχαιώθη• σήμερον δε επανερχόμενοι βαθμηδόν εις την αρχαϊκήν απλότητα εννοούμεν διά της λέξεως θ ρ η σ κ ε ί α την διδασκαλίαν του Ιησού, τας ερμηνείας, των πρώτων Πατέρων και τους κανόνας των Συνόδων, καθόσον δεν συνειργάσθησαν εις την σύνταξιν αυτών ούτε λακτίσματα ούτε σφαγαί, και πλην τούτου καθ' όσον τα υπό των Συνόδων τούτων κανονισθέντα δεν αντιμάχονται αναφανδόν προς το πνεύμα του Ευαγγελίου και τας απαιτήσεις του ορθού λόγου. Εις ταύτα δε μόνον περιορίζων την πίστιν μου είμαι, νομίζω, ορθοδοξότερος και υμών αυτών, οίτινες χάριν ευτελών συμφερόντων εξορίζετε εκ του Χριστιανισμού και αυτούς τους αποστολικούς κανόνας, τους απαγορεύοντας την μετάθεσιν των Επισκόπων. Αλλ’ αν κατά την δευτέραν ταύτην έννοιαν παραδεχθώμεν τον Χριστιανισμόν, την σύμφωνον με το Ευαγγέλιον, τον ορθόν λόγον, και τας παραδόσεις των αποστολικών πατέρων, ενώ η πρώτη μόνον με τους Ιεροεξεταστάς και την ιεροκρατίαν του μεσαιώνος συμφωνεί, δυσεύρετος τότε καθίσταται εν τη Ι ω ά ν ν α η κακοδοξία, εκτός μόνον αν αποδοθώσιν εις τον συγγραφέα όσαι γελοίαι γνώμαι μεσαιωνίων θεολόγων ή συγχρόνων Γερμανών φιλοσόφων αναφέρει ίνα τας χλευάση, ρητώς αποδοκιμάζων αυτάς εν τε τω κειμένω και διά των εν τέλει, σημειώσεων . Τούτο δε πράττων ουδόλως εγγίζει, τα ιερά· διότι, δύο τινά υπάρχουσιν, Άγιοί μου Πατέρες, εν τη χριστιανική θρησκεία, η Θεία αυτής αλήθεια, ήτις την καθιστά σεβαστήν, και αι ανοησίαι των ανθρώπων, αίτινες την κατέστησαν καταγέλαστον, «ο υ δ ό λ ω ς δ ε ε μ π α ί ζ ε ι τ η ν θ ρ η σ κ ε ί α ν ο χ λ ε υ ά ζ ω ν τ α ς π α ρ α δ ο ξ ο λ ο γ ί α ς, δ ι' ω ν α τ ι μ ά ζ ο υ σ ι ν α υ τ ή ν ο ι ι ε ρ ε ί ς.» Το ρητόν τούτο του Θείου Πασχάλ φέρει γαλλιστί η Ι ω ά ν ν α επί κεφαλής της πρώτης σελίδος, το οποίον κακώς έπραξε μη μεταφράσας χάριν υμών ο συγγραφεύς. Αλλά και εν σελ. 107 λέγει αφ' εαυτού: «Α γ α π ά ς, α ν α γ ν ώ σ τ ά μ ο υ, τ ο ν γ ε ν ν α ί ο ν ο ί ν ο ν τ η ς π ί στ ε ω ς, ω ς ω ν ό μ α ζ ε τ η ν θ ρ η σ κ ε ί α ν ο σ ο φ ό ς Α λ β ί ν ο ς; α ν τ ω ό ν τ ι τ ο ν α γ α π ά ς, μ ι σ ε ί ς β ε β α ί ω ς τ ο υ ς α σ υ ν ε ι δ ή τ ο υ ς ε κ ε ί ν ο υ ς κ α π ή λ ο υ ς, ο ί τ ι ν ε ς ν ο θ ε ύ ο υ σ ι τ ο θ ε ί ο ν τ ο ύ τ ο π ο τ ό ν, α ν α μ ι γ ν ύ ο ν τ ε ς ύ δ ω ρ, β α φ ά ς ή δ η λ η τ ή ρ ι α κ α ι α ν τ ί Θ ε ί ο υ ν έ κ τ α ρ ο ς α ν ο ύ σ ι ο ν ή ν α υ τ ι- ώ δ ε ς π ο τ ό ν π ρ ο σ φ έ ρ ο ν τ ε ς ε ι ς τ α δ ι ψ ώ- ν τ α χ ε ί λ η σ ο υ.» Μόνον κατά των καπήλων τούτων του μεσαιώνος εκήρυξε πόλεμον ή μάλλον γέλωτα ο συγγραφεύς, ακολουθών το παράγγελμα του ιερού Αυγουστίνου «H a e c t u i r r i d e, ut e i s r i d e n d a a c f u g i e n d a e m o e n d e s.» Ούτω, όταν εν σελ. 158 λέγει ότι κατά τον μέγαν Αλβέρτον «το σημείον του σταυρού έ μ ε ι ν ε ν ε γ κ ε χ α γ μ έ ν ο ν ε π ί τ η ς ρ ά χ ε ω ς τ ο υ ό ν ο υ, ο ν α ν έ β α ι ν ε ν ο Σ ω- τ ή ρ ό τ ε ε ι σ ή λ θ ε ν ε ι ς Ι ε ρ ο σ ό λ υ μ α», ή κατωτέρω «ό τ ι ο ι ε υ σ ε β ε ί ς π ε τ ε ι ν ο ί τ ω ν Ι- ε ρ ο σ ο λ ύ μ ω ν ν η σ τ ε ύ ου σ ι ν ε κ ο υ σ ί ω ς κ α τ ά τ η ν ε β δ ο μ ά δ α τ ω ν π α θ ώ ν», ουδόλως προτίθεται να χλευάση τον Ιησούν, ω άγιοί μου Πατέρες, αλλά τους μωρούς εκείνους θεολόγους, οίτινες μη αρκούμενοι εις τα ευαγγελικά θαύματα, ετόλμησαν με ταύτας και άλλας γελοίας επινοήσεις να παρομορφώσωσι την θείαν φυσιογνωμίαν του Σωτήρος, παριστώντες αυτόν ως άλλον Απολλώνιον Τυανέα. Αλλ' ουδέ δόγματα εμπαίζει, νομίζω, ο συγγραφεύς στιγματίζων εν σελ. 146 τους συζητούντας αυτά διά μαχαιρών, πλαστογραφίας και λακτισμάτων, ή τους αργούς εκείνους Θεολόγους, οίτινες συνεσώρευον αισχρολογίας, ίνα εξακριβώσωσι τι γίνεται εν τω στομάχω του μεταλαμβάνοντος το σώμα του Σωτήρος και που έπειτα μεταβαίνει, και επλημμύρουν δι' αίματος την Ανατολήν, φιλονικούντες περί, της διπλής φύσεως του Ιησού, ίνα απολαύσωσι πλουσιωτέρας Επισκοπάς, ως ομολογεί ο σύγχρονος Άγ. Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης, καθ’ ον οι τότε αρχιερείς «π ε ρ ί π ρ ά- γ μ α τ ι θ ε ί ο ν κ α ι λ ό γ ο υ κ ρ ε ί τ τ ο ν δ ι α φ ω- ν ε ί ν π ρ ο σ π ο ι ο ύ ν τ α ι υ π ό φ ι λ α ρ χ ί α ς ε κ- β α κ χ ε υ ό μ ε ν ο ι.» Τι δε να είπω περί των Συναξαρίων, της «Κ α λ ο κ α ι ρ ι ν ή ς», του «Ν έ ο υ

ΜΑΚΒΕΘ Αργότερα 'μπορούσε ν' αποθάνη . Ας ήτο κι' άλλοτε καιρός αυτό να το ακούσω. Αύριον, και αύριον, και αύριονκαι φεύγει ακολουθεί σιγά σιγά ημέρα την ημέραν, ως την εσχάτην συλλαβήντου Χρόνου το βιβλίον! Και κάθε χθες οπού περνά, ήτο φανός να φέξη μωρούς θνητούς να σκονισθούντον δρόμον του θανάτου! Σβύσε, 'λιγόζωε δαυλέ!

Εις ετούτα τα λόγια αυτή επρόσταξε τους δύο Μώρους διά να μας υπάγουν εις τους χειρομύλους, με προσταγήν να μη μας δώσουν μίαν ώραν ανάπαυσιν, αλλά να δουλεύωμεν ακαταπαύστως, το οποίον και έγινεν.

Οι δε Πέρσαι ηξεύρω ότι έχουσι τα εξής έθιμα· δεν κατασκευάζουσιν αγάλματα, δεν κτίζουσι ναούς μήτε βωμούς, θεωρούσι δε ως μωρούς τους πράττοντας τα τοιαύτα· διότι, ως νομίζω, δεν πιστεύουσιν ως οι Έλληνες ότι οι θεοί μετέχουσιν ανθρωπίνης φύσεως. Συνειθίζουσι να θυσιάζωσιν εις τον Δία επί των κορυφών των ορέων, και καλούσι Δία όλον τον κύκλον του ουρανού.