United States or Mali ? Vote for the TOP Country of the Week !


Θύελλα επευφημιών διέκοψε την σιγήν. Αλλά μακρόθεν απήντησεν εις αυτόν η αγρία ωρυγή του πλήθους. Εκεί κάτω ουδείς πλέον αμφέβαλλεν, ότι ο Καίσαρ είχε διατάξει να καύσωσι την πόλιν, διά να απολαύση έν θέαμα και να ψάλλη ύμνους.

Ούτω γινώσκετε και ούτω ποιήσετε, ίνα και η του Θεού χάρις και το άπειρον έλεος είη μετά πάντων ημών. Αμήν. Θέλετε δε διατάξει την ανάγνωσιν της παρούσης και επ' εκκλησίας εις τας πρωτευούσας των δήμων. Εν Αθήναις, την 4 Απριλίου 1866.

Έπραξα λοιπόν το εξής, προσεκάλεσα τον βουκόλον, τω παρέδωκα το παιδίον και τω είπον ότι συ διέταξες να το φονεύση. Δεν εψευδόμην λέγων ταύτα, διότι αυτό τωόντι με είχες διατάξει. Παρέδωκα λοιπόν το παιδίον εις αυτόν και τον διέταξα να το εκθέση εις έρημον όρος και να προσέχη μέχρις ου εκπνεύση· τέλος δε τον ηπείλησα με τρομεράς τιμωρίας εάν ήθελε παρακούσει εις τας εντολάς μου.

Επί πλέον αυτός είχε διατάξει να με συλλάβουν. Τώρα αυτός ο αντάρτης Βεζίρης με μισούσε από τα μικράτα μου, γιατί μια φορά, όταν τόξευσα ένα πουλί, κατά λάθος του έβγαλα το μάτι. Προφανώς τότε, όχι μόνο έστειλα ένα υπηρέτη για να του εκφράσω τις δικαιολογίες μου και να του ζητήσω συγνώμη, αλλά πήγα και αυτοπροσώπως. Όλα αυτά ήταν μάταια.

Μα πώς ημπορώ, απεκρίθηκα, εγώ, να λάβω αυτήν την φήμην, και να κερδίσω την ευλάβειαν εκεί; Άλλο δεν θέλεις κάμει, μου είπεν εκείνη, παρά να ακολουθήσης με προσοχήν εκείνο που θέλω σε διατάξει. Και έτσι λέγοντας, εμπήκεν εις τον χοντζερέ της, και ευθύς εγύρισε με μίαν γαράφαν εις το χέρι γεμάτην νερόν.

Πάσα βοήθεια εφαίνετο αδύνατος. Αι τερατωδέστεραι φήμαι εκυκλοφόρουν εις τον λαόν. Άλλοι έλεγον ότι η Εστία ετιμώρει την ύβριν την γενομένην εις την Ρουβρίαν. Κατ' άλλους, ο Καίσαρ είχε διατάξει να θέσωσι πυρ εις την πόλιν, διά να ανοίξη ελεύθερον χώρον προς ίδρυσιν νέας πόλεως, ήτις θα εκαλείτο Νερωνία.

Με είχαν δε αφήσει μόνον όλοι και κλείσαντες τας θύρας επερίμεναν απ' έξω• διότι ούτω είχες διατάξει, Αντίγονε, ίσως δυνηθώ να κοιμηθώ. Τότε λοιπόν, ενώ ακόμη ήμουν ξυπνός, παρουσιάσθη ένας νέος ωραιότατος με λευκόν ένδυμα, ο οποίος με εσήκωσε και δι' ενός χάσματος με ωδήγησεν εις τον Άδην, όπου αμέσως είδα και εγνώρισα τον Τάνταλον, τον Τιτυόν και τον Σίσυφον.