United States or Nicaragua ? Vote for the TOP Country of the Week !


Απαστράπτον πανταχόθεν και αντανακλώμενον απειράκις από τα παραπετάσματα χρώματος αργυρού, τα οποία κατέπιπτον από το ύψος των κορνιζών, το φυσικόν φως της ημέρας ανεμιγνύετο με τεχνικόν φως και κατεπλημμύρει με τους συγκερασμένους τόνους του ένα τάπητα από πλουσίαν χρυσήν τσόχαν της Χιλής, προσομοιάζοντα προς υγράν κοίτην. — Α! α! α! — Α! α! α!

Όχι, διέκοψε, χουχουλίζων μικρόν διά της από του στόματος θερμότητος τας μελανιασμένας χείρας του, έλεγα να το κρύψω, αλλά θα το 'πω. Τι δα! Χριστούγεννα ξημερώνουν. Και είνε αμαρτία να λέη κανένας ψέμματα τέτοια χρονιάρα μέρα. Νά! Βλέπετε αυτό τα τάλλαρο; Και εγκαταλιπών πλέοντα εν τη χύτρα τα εντόσθια, έχωσε την χείρα του εις την βαρείαν κάπαν και εξήγαγε δολλάριον αμερικανικόν απαστράπτον.

Αλλ' αίφνης προχωρήσασα μικράν ακόμη εγείρει τους οφθαλμούς της και θεωρεί το φοβερόν και παντέρημον ερείπιόν της, κατάφωτον, απαστράπτον, φωταγωγούν τον λιμένα ολόκληρον. Το δέος καταλαμβάνει αυτήν πλέον πραγματικώς. Ίσταται αποτόμως και τρίβει τους οφθαλμούς της. — Τα μάτια μ' κάνουν έτσ'; — Τι είνε, μαννού; ερωτά η νεάνις.

Μα αυτός όλο λαθεύει και ξεχνά. — Κιμίκρ! Εψέλλισεν ο μογιλάλος, εννοήσας ότι περί αυτού ελάλουν, και συγχρόνως από μέσα από το παλαιόν μέτρον, όπερ εβάσταζεν εξήγαγε το νέον, απαστράπτον, εκ λευκοσιδήρου. — Νά, λοιπόν κυρά-χήρα! Να μη παραπονιέσαι. Εμείς δεν θέλομε ν' αδικήσωμε κανένα. Και φουσκώσας τας παρειάς του καταυγαζομένας υπό του φωτάς είπε: — Το άδικον ουκ ευλογείται! — Κιμίκρ!

Είδον καθ' ύπνους την Αθηνάν, αυτήν την Παλλάδα Αθηνάν». Ο ακροατής του αφήκε κραυγήν εκπλήξεως και απιστίας. Ο Πλήθων ατάραχος επανέλαβε: «Ήτο τοιαύτη οποία παρίσταται εις το Άλφα της Ιλιάδος, οποίαν παρέστησεν αυτήν ο Φειδίας και οι άλλοι μαρμαροξόοι. Εφόρει απαστράπτον κράνος επί της κεφαλής, τον θώρακα μετά της αιγίδος επί του στήθους.

Η δε εξεγερθείσα φαντασία της εκ της θαυμαστής διηγήσεως συνεπλήρωσεν, εκεί εμπρός της, ολόκληρον το σμάλτινον εγκόλπιον του αρχιερέως, του φανέντος καθ' ύπνους εις τον άνδρα της, και ήτο η χρυσή καδένα του Λαλεμήτρου, της εφάνη, η χρυσή του εγκολπίου άλυσις, η οποία εβάσταζεν αυτό, όλον απαστράπτον, με τον Τροπαιοφόρον επάνω του, ολόφωτον άγιον εγκόλπιον, βασταζόμενον εκεί, θαρρείς, υπό αοράτου αγγέλου.