United States or Syria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Γιατί είμαι αποσταμένος από το δρόμο και θέλω να κοιμηθώ για πάντα σιμά σου. Η βασιλοπούλα δεν αποκρίθηκε. Γύρισε και είδε τα τριαντάφυλλα και τα κρίνα του κορμιού της, που τάχαν μαράνει τα δάκρυά της. Και τότε την έπιασε ένα παράπονο κ' έκλεισε το παράθυρό της. Δεν είχε πια τριαντάφυλλα και κρίνα να χαρίση στον αγαπημένο της.

Παραπέρα έβλεπα τη μεριά, που για πρώτη φορά είπα «σ' αγαπώ» στην ώμορφη γειτονοπούλα μου. Μ' ένα λόγο, έβλεπα τόσα, που δε μπορούν να μπούνε σ' αυτό εδώ για το χαρτί. Νειάτα σπαρμένα καταγής, σα λουλούδια απριλιάτικα, σαν άνθια μαγιάτικα, σαν τριαντάφυλλα μοσκομυρωδάτα.

Τότε αυτός άπλωσε και επήρε δύο τριαντάφυλλα, έπειτα μου είπε να καθήσω σιμά του, και υπακούοντάς τον άρχισε να μου κάνη πολλές αναζήτησες, και να με ερωτά πώς ονομάζομαι, και πόθεν είμαι.

Κι' η ωμορφιαίς της λάμπουνε, κι' αστράφτουν 'στό κορμί της Αράδες τ' ασημόκουμπα κι' αράδες τα γιουρτάνια, Και 'ςτά καθάρια τα νερά τα πόδια της ασπρίζουν Σαν νάναι με τριαντάφυλλα και γάλα ζυμωμένα. Περνούν εκείθε πιστικοί και κυνηγοί διαβαίνουν, Κι' άλλοι την λεν Λιογέννητη, άλλοι την λεν Νεράιδα.

Φρύδια για ιδές δοξαρωτά, γραμμένα με κοντύλι. Λες κ' είνε φίδια ζωντανά που σμίγουν και φιλιούνται, Λες κ' είνε φίδια ζωντανά που ερχόνται να με ζώσουν. Για ιδές αχείλη κόκκινα, σαν με βαφή βαμμένα, Που ανοίγουν και γλυκομιλούν, που κλειούνται και γελούνε, Σαν τα τριαντάφυλλα του Μάη το βράδυ την αυγούλα.

Κάτι μεγάλα και κόκκινα τριαντάφυλλα, κάποιες ωχρόδροσες μοσκιές και ρόδα απριλιάτικα, έζωναν τους τίμιους λαγόνες της, σαν ουράνιο τόξο. Κάτω οι μυρτιές και οι βιόλες και παρακάτω τα δαφνόκλαδα ψήλωναν και θέριευαν, λες και βρήκαν εκεί την αληθινή πατρίδα τους. Μα στο χλωμόδροσο πρόσωπό της κάθονταν ανάλαφρα ο πόνος κ' η θλίψη του χωρισμού. Για κείνη όχι· αλλά για κείνους που άφινε.

Τότε ενθυμήθη την χορεύτριαν του πύργου, και εσυλλογίσθη ότι δεν θα την μεταϊδή, και εβόισαν εις τ' αυτιά του οι στίχοι του νανναρίσματος: $Νάνι, θα 'λθη η μάνα του $Απ' το δαφνοπόταμο $Κι από το γλυκό νερό, $Να του φέρη λούλουδα, $Λούλουδα, τριαντάφυλλα $Και μοσχογαρούφαλα. Ενώ ενθυμείτο όλα αυτά, το χάρτινον πλοιάριον ήνοιξε και έπεσεν ο στρατιώτης εις το νερόν.

ΒΙΒΙΑΝ. — Για τη «Retrospective Review», θαρρώ πως σου τόχω πει ότι οι εκλεκτοί την ξαναΐδρυσαν. ΚΥΡΙΛΛΟΣ. — Ποιους εννοείς «εκλεκτούς»; ΒΙΒΙΑΝ. — Ω! τους Κουρασμένους Ηδονιστάς, φυσικά. Είναι ένα κλουμπ, στο οποίον ανήκω κ' εγώ. Λένε πως βάζουμε μαραμένα τριαντάφυλλα στην μπουτονιέρα μας, όταν ανταμώνουμε, κι ότι τελούμε κάποια λατρεία στο Δομιτιανό. Φοβούμαι πως εσύ δεν είσαι εκλέξιμος.

Και τώρα, σκέψου τι αξίζουν οι σκυθρωποί χριστιανοί σου και σύγκρινε! Εάν δεν βλέπης την διαφοράν, τότε ύπαγε να την εύρης! Αλλά το θέαμα τούτο θα σε θεραπεύση, είπεν ο Πετρώνιος, Ευνίκη, θεσπεσία μου, ειπέ να μας ετοιμάσουν το γεύμα και ας μας φέρουν τριαντάφυλλα. Εκείνη ηγέρθη και περιεπάτει εντός της αιθούσης.

Τοιουτοτρόπως τα περισσότερα παιδία εφοβούντο να παρεισδύσωσιν εκεί. Και μόνον, οσάκις παρεσύροντο μέχρι της θέσεως εκείνης, περιωρίζοντο από μακρόθεν να θαυμάζωσι την ωραίαν αγριαμπελιάν και τα εύμορφα τριαντάφυλλα, και να οσφραίνωνται ως κυνάρια τα ευωδιάζοντα πλατοκούκκια της θειά- Ζωίτσας.