United States or Comoros ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Ούρσος ήτο τωόντι πλησίον του. Ο Χίλων έπεσε πρηνής και ήρχισε να οιμώζη: «Ούρσε! . . . Διά το όνομα του Χριστού! . . . — Μη φοβείσαι τίποτε, τω είπεν. Ο Απόστολος με διέταξε να σε προπέμψω έως την θύραν. Ο Χίλων ανεσήκωσε την κεφαλήν. «Τι λέγεις; Πώς; Δεν θα με φονεύσης;» — Όχι· δεν θα σε φονεύσω, και αν σε έπιασα πολύ βιαίως και σου έβλαψα τα κόκκαλα, συγχώρησέ με!

Ερρίχτηκα δίπλα στον τάφο! κατάπληκτος, ταραγμένος, στενοχωρημένος, με καταξεσχισμένη καρδιά, αλλά δεν ήξερα τι μου συνέβηκε τι θα μου συμβή. — Θάνατος! τάφος! δεν καταλαβαίνω αυτές τις λέξεις! Ω, συγχώρησέ με! συγχώρησέ με! Χθες θα ήτο η τελευταία στιγμή της ζωής μου! Ω άγγελε!

Ο Βινίκιος παρετήρησε τον Πετρώνιον με εμβρόντητον ύφος και έπειτα, είπε: — Συγχώρησέ με, την αγαπώ, και ο έρως μου ταράσσει το πνεύμα. Θαύμασέ με, Μάρκε. Προχθές ιδού τι είπα εις τον Καίσαρα: «Ο ανεψιός μου Βινίκιος είναι ερωτευμένος με μίαν αδύνατον κόρην διαμένουσαν εις του Αούλου.

Αλλά συγχώρησέ με διά τον πρώτον λόγον και δέξου τούτον εδώ τον δεύτερον ευχαρίστως, ευμενής και ίλεως μη μου αφαιρέσης την ερωτικήν τέχνην, την οποίαν μου έδωκες, μήτε να την εξασθενήσης και δίδε εις εμέ την χάριν να είμαι ακόμη περισσότερον ή τώρα άξιος της τιμής και υπολήψεως των ωραίων.

ΒΑΛΤΑΣΣΑΡ Λοιπόν εκείν' είναι καλά, κ' είναι καλά τα πάντα· ‘ς τον τάφον των προγόνων της το σώμα της κοιμάται, κ' η άυλή της η ψυχή πετά με τους αγγέλους. Εξαπλωμένην νεκρικά την είδα εις το μνήμα, κ' ήλθα εδώ να σου το 'πώ. Συγχώρησε, αυθέντα, αν φέρνω είδησιν κακήν. Το πρόσταγμά σου κάμνω.

ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Πού με κατήντησες, ω Αιγυπτία; Ιδέ πώς αποκρύπτω από σου το αίσχος μου, στρέφων τα βλέμματα εις τα οπίσω, εις τας πράξεις εκείνας τας οποίας περιβάλλει η ατιμία. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Συγχώρησε, συγχώρησε, ω άρχον, τα δειλιάσαντα πλοία μου! Ουδέποτε εφανταζόμην ότι ήθελες ακολουθήση.

Δεν ήθελα εγώ να σε τρομάξω, Αϊμά, είπε χωρίς να εννοή τι έλεγε. — Διατί λοιπόν έρχεσαι έτσι έξαφνα; — Δεν θέλω εγώ το κακό σου, Αϊμά, επανέλαβεν ο νέος. — Το ειξεύρω, Μάχτο, οπού δεν μου θέλεις κακόν. Αλλά διατί να γείνης παράξενος; — Εγώ; — Συ βέβαια. — Εις τι απάνω; — Έρχεσαι και φεύγεις έξαφνα, χωρίς να καλησπερίσης την αδελφήν σου. — Ω, ναι, έχεις δίκαιον, Αϊμά, είπεν ο νέος. Συγχώρησέ με.

ΙΟΥΛΙΕΤΑ Εις μέρος όπου έμαθα πως ήτον αμαρτία ν' αντισταθώ ‘ς την γνώμην σου και εις το θέλημά σου. Ο άγιος πνευματικός μ' επρόσταξε να πέσω γονατιστή ‘ς τα πόδια σου, συγγνώμην να ζητήσω. Συγχώρησέ με· ‘ς το εξής θα κάμω ό,τι θέλεις. ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Τον Πάρην να μηνύσετε! Αμέσως να τα μάθη! Και αύριον πρωί πρωί το πράγμα να τελειόνη.

Ο Παύλος ανέβλεψε προς τον ουρανόν και προσηυχήθη: — Κύριε, έλεγεν, επίβλεψον επί του ταλαιπώρου τούτου. Αλλ' εις τους πόδας του αίφνης μία οιμώζουσα επίκλησις ηκούσθη: — Ναι, Κύριε Ιησού Χριστέ! . . . συγχώρησέ με!

Όταν εγώ τότε με δάκρυ γεμάτο πόθον βλέπω προς τον ουρανό, και επιθυμώ να ηδύνατο εκείνη να έβλεπε προς στιγμήν πως κρατώ τον λόγον μου, που κατά την ώραν του θανάτου της έδωκα· να είμαι η μητέρα των παιδιών της, με πόσον αίσθημα αναφωνώ: Συγχώρησέ με σεβαστή μου, αν δεν είμαι γι' αυτά ό,τι συ ήσουν.