United States or Uzbekistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μισεύοντας το λοιπόν απ' εκεί, ύστερον από μερικών ημερών περιπάτημα, έφθασα μια βραδιά εις την ρίζαν ενός βουνού διά να αναπαυθώ εκεί εκείνην την νύκτα.

Δεν αφέθηκα που να κράξω εις βοήθειαν πάλιν τον ουρανόν· και ωσάν ήμουν βέβαιος εις την βοήθειαν του εμβήκα με τόλμην εις τα έσωθεν του βουνού· ύστερον από μιας ώρας περιπάτημα είδα ένα γέροντα πολλά γηραλέον, ο οποίος εφαίνονταν πως δεν του έμεινε μία στιγμή ζωής· εκάθονταν αυτός επάνω εις μίαν πέτραν σιμά εις ένα μικρόν σπητάκι, και έτρεμεν όλος από το πολύ γηρατείο.

Τότε εγώ έτρεξα ευθύς εις τον κήπο, και έμεινα εκεί έως που ήλθεν η νύκτα. Αν την πρώτην φοράν έλαβα θλίψιν που είχα μείνει εκεί αργά, ετούτην ήμουν ανυπόμονος πότε να έλθη η διωρισμένη ώρα. Ερχομένη τέλος πάντων, βλέπω ολίγον υστερότερα μίαν κυράν, και από το περιπάτημά της εκατάλαβα ότι ήτον η Καλεκάρη.

Όθεν διά νυκτός καβαλλικεύοντας ένα του καλόν άλογον, και χωρίς να πάρη τινά εις την συντροφιάν του εμίσευσε διά την Μπάσρα· Φθάνοντας δε εκεί ύστερον από μερικών ημερών περιπάτημα, επήγε και εκόνευσεν εις ένα χάνι κοντά εις την πόρτα του κάστρου, και αφού αναπαύθη ολίγον έκραξε τον χαντζή, ο οποίος ήτον ένας σεβάσμιος γέρων, και του λέγει· αλήθεια ευρίσκεται εδώ ένας άνθρωπος, που ονομάζεται Αμπτούλ, ο οποίος υπερβαίνει τους μεγαλυτέρους βασιλείς εις την γενναιότητα και μεγαλοπρέπειαν; Ναι, αυθέντη μου, απεκρίθη ο χαντζής, και αν ήθελα έχω χίλια στόματα, δεν ήθελα δυνηθή να διηγηθώ τα πλούτη του, τα γενναία του κατορθώματα, και τες χάρες που καθημερινώς δείχνει εις όσους εις αυτόν συντρέχουν.

Ήταν αυτά καθώς έλεγαν, αντικλείδια, για ν' ανοίγη τα κελλιά και της κασσέλες των καλογήρων που υποπτευότανε, θα εργάσθηκε ως μια ώρα, όταν από την κάμαρα, που ήταν στο βάθος, ακούσθηκε αδύνατο περιπάτημα και σε λιγάκι ανοίχθηκε η πόρτα και στο κατώφλιο εφάνηκε η μάννα του 'γουμένου, κάτασπρη μέσα στο μαύρο της ράσο. Εθύμωσε ο 'γούμενος.

Η θυγατέρα του Μουφάκ ευχαριστήθη εις ετούτο, και ευθύς εσηκώθη ορθή και έφερε δύο τρεις γύρους, έπειτα λέγει του Κατή· ιδέ το περιπάτημά μου, ιδέ την ευμορφάδα του κορμιού μου, αν δεν φαίνωμαι ωσάν μία θεά, ποίος ημπορεί να με κατηγορήση πως δεν είμαι εύμορφη; Εγώ μένω θαυμασμένος διά όλην σου την ευμορφάδα, είπεν ο Κατής, επειδή και δεν είδα μίαν παρομοίαν καλοκαμωμένην νέαν, ωσάν εσένα· Πώς σου φαίνονται τα μπράτσα τον χειρών μου, ακολούθησε εκείνη ξεσκεπάζοντάς τα, δεν είνε άσπρα και στρογγυλά; Αχ σκληρή, αντέκοψεν εδώ ο Κατής γεμάτος από φλόγα έρωτος, εσύ με κάνεις να αποθάνω· αν έχης άλλο διά να μου ειπής μίλησε ευθύς, διατί το λογικόν μου με απαρατεί, και δεν ημπορώ πλέον να υποφέρω την θεωρίαν σου.

Φθάνοντες δε εκεί ύστερον από δύο ημερών περιπάτημα, η Δειλνοβάτζη με έκαμε να θεωρήσω ένα βουνόν, και μου είπε πως εκεί κατοικεί η μάγισσα.

Τότε χωρίς να χάσω καιρόν, επεριπάτησα προς την δύσιν, και εις ολίγον διάστημα έφθασα εις την ρίζαν του βουνού, εκεί που κατά αλήθειαν εθεώρησα μίαν μεγαλωτάτην τρύπαν της οποίας το φοβερώτατον σκότος που εφαίνοντον με εμπόδιζεν από το να έμβω εις αυτήν· Μα εγώ πολλά βέβαιος εις τες ερμηνείες του Ασή δεν εφοβήθηκα τίποτε· εμβήκα χωρίς αντίρρησιν, και επεριπατούσα εις τα τυφλά, με το να ήμουν περικυκλωμένος από ένα βαθύτατον σκότος· αγροικούσα όμως ότι θα επήγαινα όλο εις τον κατήφορον, και περιπατώντας πάντοτε χωρίς να αναπαυθώ έλαβα αιτίαν να στοχασθώ, ύστερον από δεκαπέντε, ή είκοσι ώρες περιπάτημα ότι έκανε χρεία πως εγώ θα εκατέβαινα εις τα καταχθόνια να εύρω τα τελώνια της γης.

Τώρα ησθάνετο άφατον χαράν, αν την έβλεπεν εις το σπίτι, αν ήκουε την φωνήν και το περιπάτημά της. — Οι Δίκαιοι ζώσιν εις τον αιώνα! Την ανακούφισίν του όμως αυτήν ήλθε να ταράξη ένα απροσδόκητον περιστατικόν εκείνας τας ημέρας, όλως διόλου αιφνίδιον. Εις τα μικρά χωρία γεννώνται εκ του μηδενός μεγάλα ζητήματα, τα οποία φέρουν αναστάτωσιν σεισμού. Άγνωστον πώς και πόθεν.