United States or Niger ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι δημογέροντες υπεσχέθησαν να ζητήσωσι δι' εμέ από τον Αγάν άδειαν να περιέλθω τα χωρία ως πωλητής, ο δε Παντελής προθύμως εδέχθη να με συνακολουθήση, άμα επιστρέψω φέρων την άδειαν. Εξεκινήσαμεν λοιπόν, οι μεν δημογέροντες επί των όνων των, εγώ δε πεζός, και εφθάσαμεν εις Καταρράκτην ενώπιον της κατοικίας του Αγά, όπου εκείνοι ανέβησαν αφήσαντες εμέ κάτω φύλακα των ζώων των.

Γιατί γνωρίζω καθαρά σαν πόσην έχεις θλίψι, Οχ τον καιρό, κι' οχ τη στιμη, που ο φίλο σου έχει λήψει. Και το μετρώ οχ του λόγου μου, με της καρδιάς μου κρίσι, Οπού δεν ίδα πλιο καλό αφόντης σ' έχω αφήση. Δε νιόθω της ημέραις μου, και τι καιρός διαβαίνει, Χώριατης πίκρας τον ποσό, οπού όσο πάει, πληθαίνει.

Το να τις θαυμάζη κανείς τώρα είν' ένα διακριτικό σημάδι επαρχιωτισμού στην ιδιοσυγκρασία. Χώρια που όσο πάνε και χειροτερεύουν. Χθες η κυρία Arundel επέμενε να πάω στο παράθυρο και να κυττάξω τον ουρανό στη δόξα του, καθώς είπε. Βέβαια και δεν μπορούσα να μην πάω να ιδώ. Η κυρία Arundel είναι μια από κείνες τις ψευτόμορφες Φιλισταίες, που δεν μπορεί κανείς τίποτε να τους αρνηθή.

Σάματις έλειπε και στο δέκατο πέμτο! Όσο για την παλιά τη θρησκεία, αυτή όσο πήγαινε έφευγε από τις Πολιτείες και τρυπωνότανε στα χωριά και στην εξοχή. Στην καθαυτό Ελλάδα φυσικά δεν έλειπαν ακόμα οι Εθνικοί, κι ας είχαμε επισκοπικούς θρόνους σε κάθε της πόλη.

Κάθουνται τα βουνά και καμαρώνουν τ' Απεράθου, τωραιότερο απ' όλα τα χωριά. Η φύση όλη το καμαρώνει· ο ήλιος το γλυκοφιλά κ' οι αχτίδες του, σαν ερωτεμένες, χαδέβουν ταμπέλια τ' Απεραθιού.

Κ' οι χριστιανοί έτρεξαν και σύναξαν απ' όλα τα σπίτια φορέματα και θροφή και τους συμπονέθηκαν &1878, Μαϊού 5&. Έπεσε στα γεννήματα ακρίδα. Τόση πολλή που όντας πετούσε σκοτάδιαζε τον ήλιο. Την ίδια μέρα ήρθε χαμπέρι από τη Θεσσαλία, ότι μια γυναίκα απόχτησε τρία παιδιά κολλημένα σ' ένα κορμί και τα τρία. &1878, Οχτώμβρη 30&. Μεγάλη ξέρα. Πείνα τρομερή στα χωριά.

Μήπως όμως η φράση βγήκε στο ρωμαίικο είναι για κακό; Για κακό βγαίνει κανείς να σεργιανίση στην Ελλάδα; Στα χωριά, σαν πήγαινα παντού και κουβέντιαζα με τους απλούς αθρώπους, με ρωτούσανε· «Τι κάνει το ρωμαίικο;», και δεν κατάλαβα να μου το λέγανε με σημασία κακή, αφού με αγάπη και με πόθο ήθελαν οι καημένοι να μάθουνε τι γίνεται το έθνος, και δίνανε στη λέξη το ρωμαίικο απαράλλαχτα τη σημασία που δίνουν οι δασκάλοι στη λέξη ελληνισμός . Μάλιστα ένας δάσκαλος μου δηγήθηκε πως μια μέρα ρώτηξε ενός χωρικού αν είταν «Έλλην» — πάει να πη έλληνας υπήκοος, γιατί τέτοιο νόημα έχεικαι πως τον κοίταξε ο χωρικός κατάματα, σαν άθρωπος που δε νοιώθει τι του λένε, και του αποκρίθηκε στο τέλος· «Όχι, καλέ!

Και ο μεν Άγις τοιαύτα διατάξας εισέβαλεν εις την πεδιάδα και ελεηλάτησε την Σάμινθον και άλλα χωρία. Οι δε Αργείοι εννοήσαντες ταύτα ανεχώρησαν εκ της Νεμέας ενώ ήτο πλέον ημέρα και συναντήσαντες το στρατόπεδον των Φλιασίων και Κορινθίων, εκ μεν των Φλιασίων ολίγους εφόνευσαν, υπό δε των Κορινθίων ολίγους και αυτοί απώλεσαν.

Αν πας κι' αφτόν στον τόπο του τον στείλεις ζωντανόνε, 445 τότ' ίσως κι' άλλος μας θεός γυρέψει, συλλογίσου, να βγάλει οχ τη σκληρή σφαγή παιδί του αγαπημένο, τι γύρω του τρανού καστριού της Τροίας πολεμούνε κι' άλλων πολλά παιδιά θεών που θα σκυλιάσουν όλοι. 449 Μα αν σούναι ακριβαγάπητος κι' αν σ' τον θρηνούν τα σπλάχνα, τώρα άφισ' τον κι' ας σκοτωθεί με του Πατρόκλου χέρι, μα όταν ανάσα και ζωή πια τον αφήσουν, στείλε το θάνατο και το βαθύ τον Ύπνο ναν τον πάρουν, ως ναν τον πάνε στης πλατιάς μες στα χωριά Λυκίας, 455 όπου ξαδέρφοι κι' αδερφοί με μνήμα και με στήλη θάν τον στολίσουν· τι πρεσβιό αφτό 'ναι των νέκρωνε

Σαν ακρίδες ξεκινούν από το Μισίρι και πλακώνουν απ' άκρη σ' άκρη του νησιού Αράπηδες και Τουρκαρβανίτες. Όσο και να τους δεκάτιζε το Κρητικό το μολύβι, μαθημένοι καθώς είταν από πόλεμο ταχτικό, δεν αργήσανε να καταφέρουν όσα μια Τουρκιά δεν κατάφερε, να σαρώσουν τον τόπο, χωριά και χώρες να ρημάξουν, και χριστιανών κόκκαλα να σκορπίσουν απάνω σε χώμα αιώνες ζυμωμένο στο αίμα.