United States or Tunisia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τώρα, Δυσσέα, ορίζω αφτό και σ' τ' αναθέτω εσένα· διάλεξε νιους μες στο στρατό, αρχόντων γιους, και φέρε τα δώρα οχ το καράβι μου, όλα όσα τ' Αχιλέα εχτές ρητά του τάζαμε, και φέρτε τις γυναίκες. 195 Κι' ο κράχτης μου μες στον πλατύ τον κάμπο ας ετοιμάσει καπρί, που εφτύς να σφάξουμε στο Δία και στον Ήλιο

Κι' είπε, στη μέση στέκοντας, ο βροντολάλος κράχτης «Τ' Ατρέα γιοι, κι' οι άλλοι εσείς των Αχαιών αρχόντοι, 385 μ' έστειλε ο Πρίαμος να πω κι' οι άλλοι οι αλογάδες Τρώεςαν σας βολεί κι' εσάς και δε σας πολυνιάζειτι λέει ο Πάρης που για αφτόν πρωτάρχισε η διαμάχη.

Τότες στη γραμμή παντού τον πήγε ο κράχτης, κι' απ' τα δεξά τον έδειχνε στους βασιλιάδες όλους· κι' αφτοί σαν δεν τον γνώριζαν, όχι είπαν ένας ένας. 185 Μα δείχνοντας τον στη γραμμή παντού, σαν ήρθε τέλος στον άντρα που τον χάραξε και στο χαλκένιο κράνος τον είχε ρήξει, στο λαμπρό τον Αία, τότε απλώνει το χέρι ο Αίαςπάει κοντά και του τον δίνει ο κράχτηςτι με χαρά τον γνώρισε σαν τούδε το σημάδι.

Κι' άμα στη μέση τάβαλαν της συντυχιάς, σηκώθη τ' Ατρέα ο γιός· και πάει κοντά ο κράχτης του ο Ταρθύβης, 250 κράχτης με θεϊκιά φωνή, βαστώντας το γουρούνι.

Σαν έτσι οι δυο τους βόλεβαν μες στην αβλή τ' αμάξια, ο βασιλιάς κι' ο κράχτης του, με νου κι' οι διο και γνώση.

Έτσι είπαν. Κι' ο καταχτητής σηκώθηκε Δυοσέας, το χρυσοκέντηνο ραβδί κρατώντας· και σιμά του του Δία η κόρη η Αθηνά, μ' όψη σα νάταν κράχτης, 280 φώναζε του λαού σωπή να κάνουν, για ν' ακούσουν όλοι το λόγο οι Δαναοί, κι' οι μπροστινοί κι' οι πίσω, και τη βουλή του βασιλιά να δουν, να καταλάβουν.

Και στην πλατέα αφτοί είτανε, οι Τρώες, συναγμένοι όλοι μαζί, και κάθουνταν, τον κράχτη καρτερώντας 415 πότε θα φτάσει. Κι' έρχοντας ως στην πλατέα ο κράχτης, καταμεσύς τους στέκεται και δίνει τα μαντάτα.

Ένιωσε εκείνος τη φωνή πως η θεά λαλούσε, και τρέχει, πέρα ρήχνοντας την κάπα· κι' ο Βρυβάδης την πήρε, ο κράχτης ο Θιακός, που πάγαινε μαζί του· κι' ατός του τρέχοντας κοντά στον Αγαμέμνο, παίρνει 185 εφτύς το γονικό ραβδί απ' τ' αρχηγού τα χέρια, τ' άλιωτο πάντα, και περνάει τα πλοία πέρα δώθες.

Είπε και τότες τούπιασε το χέρι το δεξύ του εκεί στο χτένι, μην τυχόν και βάλει ο νους του φόβους. Κι' εκείνοι οι διο στο πρόσπιτο, ο βασιλιάς κι' ο κράχτης, πλαγιάζουν, κι' είχε συλλογές ο νους τους και φροντίδες. Μα ο Αχιλέας πλάγιασε στης στερεής καλύβας 675 το βάθος, κι' η ροδόθωρη κοντά του η Βρισοπούλα.

Είπε, κι' εφτύς τον άκουσαν κι' όχι κανείς δεν είπε. 379 Και πήγε ο κράχτης το πουρνό στα μελανά καράβια, 381 κι' εκεί τους βρήκε σε βουλή, τους πολεμοψημένους Αργίτες, δίπλα στ' ακρινό του βασιλιά καράβι.