United States or Moldova ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τι είναι ο Ήλιος; διά τους μεν αίνιγμα, διά τους δε θαύμα· και η ιδέα του Θεού είναι διά τους μεν γρίφος, διά τους δε λαμπάς. Ο περιώνυμος Λιττρέ, αποθανών προ δύο μηνών εν Παρισίοις, και ο προ αυτού Αύγουστος Κοντ «δεν αρνούνται τον Θεόν, αλλά τον θέτουσι κατά μέρος». Εν τοσούτω ο Λιττρέ εβαπτίσθη και εκοινώνησε των μυστηρίων κατά τας τελευταίας του βίου αυτού στιγμάς.

Λες και τα προμάντευε αυτά ο Κωσταντίνος σάνε χάραζε ελληνικά ψηφιά στο λάβαρό του απάνω. ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ο Ζήνωνας Αφήκε ο Λέοντας δυο θυγατέρες· η μεγαλήτερη, η Αριάδνη, είχε παντρευτή τον Ίσαυρο το Ζήνωνα, κ' έκαμε αγώρι που ονομάστηκε κι αυτό Λέοντας καθώς ο παππούς του. Τεσσάρω χρονών κηρύχτηκε Αύγουστος ο δεύτερος αυτός Λέοντας μ' επίτροπο τον πάτερα του Ζήνωνα.

Να μην τα πολυλογούμε, όταν ο ήλιος κοντοβασίλευε, η συντροφιά βρίσκονταν τρεις ώρες μακρυά από τα Γιάννινα. Είταν Αύγουστος μήνας και το νυχτοπερπάτημα πλειο ευχάριστο. Από λίγο-λίγο ο ήλιος καταίβαινε φλογερός πίσω από το βουνό του Μακρυαλέξη, σέρνοντας πίσω του ολάκαιρη χρυσή ουράνια λίμνη.

Είταν Αύγουστος μήνας, και μέσα σταρχοντικό του απάνω σε μαλακό καναπέ κοίτουνταν κατάχλωμος και ζαρωματιασμένος ο γέρος. Τα χέρια του σαλεύανε δε σαλεύανε, κι ως τόσο τα δάκτυλά του, που χρόνια τώρα η θέλησή του να τα πη δεν μπορούσε δικά της, τρέμανε σα μισόξερα φύλλα έτοιμα να πέσουνε στη μάννα τη γης.

Ακούς, αδερφέ, να πάρη δυο γυναίκες! μια άσχημη και μια ώμορφη, μια πλούσια και μια φτωχή. . . τόρα, σου λέει, είνε πάντα μέσα. . . — Πάντα έξω πες. . . διέκοψεν ο Αύγουστος, υψηλός κ' εύσωμος με βαθυκύανον, ως η ώριμος σταφίς, όψιν εγώ φοβάμαι μη την πάθη, 'σαν το άλογο που δεν ήξερε από ποιο γρασίδι να φάη κ' έσκασε νηστικό.

Πετάτε στις ρημιές και στα δάση! Εκεί θα βρήτε φαΐ και ραχάτι. Αυτού που τρυγυρνάτε ραχάτι δεν έχει. Θα τσουρουφλιστούν τα φτερά σας. Μακριά, στη ρημιά, στα ψοφίμια, όξω, όξω! Είταν Αύγουστος τώρα. Είχαμε άλλον ένα μήνα διακοπές, κ' ήρθαμε να τις περάσουμε σαυτό το καλύβι, που κάθουμαι τώρα ολομόναχος και σου γράφω.

Δέχεται ο Κωσταντίνος και παίρνει γυναίκα του τη Φάουστα· αγκαλά και δίχως τέτοιο συνοικέσιο θάμνησκε ήσυχος ο γέρος ο Αύγουστος, επειδή άμα έμαθε ο Γαλέριος την τύχη του Σεβήρου, αντίς να τρέξη και να τιμωρήση το Μαξιμιανό, έκρινε φρονιμότερο να τραβηχτή από την Ιταλία για να μη πάθη κι αυτός τα ίδια!

Αλλ' ο Αύγουστος έκλινεν απροσδοκήτως υπέρ του Αρχελάου, όστις καίτοι νεώτερος του Αντίπα, ήτο ο κληρονόμος ο ενδειχθείς διά τελευταίας βουλήσεως του πατρός του· και ως να επεθύμει τρόπον τινά να δείξη ότι ήτο αληθής υιός του γεννήτορος, ο Αρχέλαος, προτού ακόμη η ανάρρησις επικυρωθή υπό του Αυτοκράτορος, έδωκε κατά τον Ιώσηπον, εις τους υπηκόους του δείγμα των αρετών του, διατάξας μίαν σφαγήν 3,000 συμπολιτών του εν τω Ναώ.

Η ημέρα εκείνη είνε δι' αυτούς ό,τι ο αύγουστος διά τους σταφιδοκτήμονας. Τότε γεμίζει από χρήματα το κεμέρι και παρουσιάζονται, ως λέγει η παροιμία, προ του δανειστού των με το στήθος προτεταμένον, ζητούντες τα δεφτέριά του. Ο Νάσος δεν είχε πολλά αρνία να πωλήση.

«Άιντε, μώρ’ πλιάκ' Ιντερμπούαρ, κου ιντέ γκιθ! Μόλις εβγάλαμε τον ανήφορα του Διποτάμου κ' εκονέψαμε 'ςτες Δυο Εκκλησίες. Μας είχε πάρει το μεσημέρι. Φωτιάν έχυνε ο ουρανός από πάνου μας. Ο ήλιος εζάριζε. Αύγουστος μήνας. Βάχτι καλοκαίρι. Της ποταμιάς η πνοή δεν έφταν' εδώ. Και τ' αέρι που κατέβαζαν τα βουνά, άναφτε 'ςτην πετρίλα που πέρναε και μας έπνιγε τον ανασασμό.