United States or Rwanda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Άλλο κανείς καλύτερο δε θα σκεφτεί απ' τη σκέψη αφτή που εγώ στοχάζουμαι κι' από καιρό και τώρα, 105 ακόμα απ' όντας θύμωσες, θεόσπαρτε, και πήγες μες στ' Αχιλιά και τ' άρπαξες την κόρη Βρισοπούλα . . . όχι όμως και με γνώμη μας. Τι πόσα εγώ δε σούπα να σ' αμποδίσω! όμως εσύ απ' το θυμό αγριεμένος πείραξες άντρα ανότερο που κι' οι θεοί τιμάνε, 110 τι έχεις παρμένα του τη νιά.

Σε ξένους άντρες πάει ο νους της άπιστης γυναίκας· κι αν είν' οι γέννες της πολλές και γόνιμη είν' εκείνη, μα τα παιδιά της δεν μπορούν να μοιάζουν του πατέρα, Εσύ, Αφροδίτη, η πιο ώμορφη μέσ' στις θεές του Ολύμπου, εσύ την επροστάτευες και μήτε την αφήκες το θλιβερό τον ποταμό του Χάρου να περάση· μα βιαστικά την άρπαξες πριν φτάση να πατήση στη βάρκα την κατάμαυρη που σέρνει πεθαμμένους, και στο 'δικό σου το ναό την έβαλες για πάντα κι απ' τις 'δικές σου τις τιμές έδωκες και σ' εκείνη.

Και με άρπαξες, αλλά όχι όπως η μπόρα την που διψά γι' αντάρες νέα ψυχή· με δρόσισες καθώς δροσά τη χώρα η καρπερή ανοιξιάτικη βροχή· απλή και ταπεινή, μα πλουτοφόρα σε μια ζωή ήρθες σκοτεινή, φτωχή, την άνοιξες στον ήλιο, στη γαλήνη που σε όσους αγαπά ο θεός τα δίνει.

Ίσως έχεις δίκιο που παραπονιέσαι. Δε θέλεις να γελώ; Δε γελώ. Δε θέλεις να χωρατέβω; Δε χωρατέβω. Μπορώ εγώ, Καρλή μου, να ξέρω την αγάπη σαν και σένα; Ακόμη τρέμω που το θυμούμαι. Πώς μ' άρπαξες; Πώς με τίναξες! Μ' έδειρες, κόντεψες να με δείρης. Οι τρίχες σου ολόρθιες σηκωμένες και φρενιασμένη κάθε ματιά σου. Έπρεπε να σε μισήσω, Καρλή, και δεν μπορώ να σε μισήσω. Δεν ξέρω τι μου γίνεται.

Μ' άρπαξες απ' τα χέρια τα λευκά μου, και μ' έσυρες στο βάθος της σπηληάς, ενώ εγώ τη μάννα μου ζητούσα, και συ, θεός, επλάγιασες μαζύ μου ερωτικά και με χωρίς ντροπή. Η δύστυχη! σου γέννησα παιδί, που τ' άφησ' απ' της μάννας μου το φόβο εκεί, όπου εσμίχθηκα με σε. Αλλοίμονο μου! το φτωχό παιδί, που ήτανε δικό μου και δικό σου, τα όρνυα μού τ' αρπάξανε κ' εχάθη, και συ κιθάρες παίζεις, τραγουδείς!

Να σου δείξω εγώ όμως τώρα πώς μπορώ και δίχως πατρίδα να ζήσω· πώς μπορώ να δουλεύω, να νοικοκερεύω, να παστρεύω, να μαζεύω, να πλουτίζω, να στολίζω. Κάμε και συ, αν μπορής, ένα τέτοιο περιβολάκι. Κάμε τέτοια κορίτσια να παίζουνε μέσα. Του κάκου, δε θα μπορέσης. Τέτοιο γούστο εσύ δεν τόχεις. Ρωμαίικο είναι αυτό το γούστο. Μου άρπαξες την πατρίδα μου; Κράταγέ την τήν πατρίδα μου. Χάρισμά σου.