United States or Liberia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εξύπνησες 'ςτά χέρια μου... πού επλάγιασες για πες μου; — Θυμούμαι, μα σαν όνειρο. Μια μέρα εκυνηγούσα Με το μικρότερο αδερφό 'ςτής χώρας μας τα δάση. Το μεσημέρι επλάγιασα ς' ένα φτελιά από κάτου Κι' απ' τότες τώρα εξύπνησα 'ςτό κάστρο το δικό σου. Ποιος μ' έφερε; Πεντάμορφη, μην όνειρο είνε ακόμα;

Μ' άρπαξες απ' τα χέρια τα λευκά μου, και μ' έσυρες στο βάθος της σπηληάς, ενώ εγώ τη μάννα μου ζητούσα, και συ, θεός, επλάγιασες μαζύ μου ερωτικά και με χωρίς ντροπή. Η δύστυχη! σου γέννησα παιδί, που τ' άφησ' απ' της μάννας μου το φόβο εκεί, όπου εσμίχθηκα με σε. Αλλοίμονο μου! το φτωχό παιδί, που ήτανε δικό μου και δικό σου, τα όρνυα μού τ' αρπάξανε κ' εχάθη, και συ κιθάρες παίζεις, τραγουδείς!

Αύριον να κοιμηθής δεν έχει· ο Πάρης δεν το συγχωρεί. — Θεέ, συγχώρεσέ με, βαρύς που είν' ο ύπνος της! Να την 'ξυπνήσω πρέπει. Κυρία μου, κυρία μου! Εάν ο Πάρης έλθη και σ' εύρη ‘ς το κρεββάτι σου, θα σε κατατρομάξη. Δεν θα τρομάξης; 'Ξύπνησε! — Με τα φορέματά σου επλάγιασες; Τι είν' αυτό; Είν' ώρα να 'ξυπνήσης· Κυρία! Ιουλιέτα μου!... Αλλοίμονον! Βοήθεια! Βοήθεια! Η κυρία μου απέθανε! Βοήθεια!