United States or Panama ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η καρδία του εξεχείλισεν εξ αγανακτήσεως εις μόνην την ιδέαν ότι αυτή η Λίγεια, η πρόσφυξ, την οποίαν είχεν αναλάβει υπό την προστασίαν του, την οποίαν ηγάπα και την οποίαν είχε στερεώσει εις την πίστιν της χριστιανικής διδασκαλίας, ηδυνήθη να εύρη εις την ψυχήν της χώρον δι' έρωτα άλλον παρά τον προς τον Χριστόν έρωτα. Η απογοήτευσις αύτη τον εξέπληττε και τον ελύπει.

Η σκιά του κελλίου και η καλή τράπεζα της Μονής είχον στερεώσει τας σάρκας και απαλύνει το δέρμα της καλής Ιωάννας, η δε κόμη αυτής άπαξ μόνον ψαλιδισθείσα εκυμαίνετο πυκνότερα ή πρότερον επί των στρογγυλών ώμων, πάντα ταύτα ήσαν τη αληθεία οπωσούν ακτένιστα, απεριποίητα και ημελημένα, αλλά, κατά τον ποιητήν , ο ύ τ ε ο κ α θ α ρ ό ς χ ρ υ σ ό ς έ χ ε ι α ν ά γ κ η ν χ ρ υ σ ώ σ ε ω ς, ο ύ τ ε τ ο ρ ό δ ο ν π ρ ο σ θ έ τ ο υ ε υ ω δ ί α ς, ο ύ τ ε ο κ ρ ί ν ο ς ψ ι μ μ υ θ ί ο υ, ούτε δεκαεπταέτις, νομίζω, νεάνις μύρων και βοστρυχισμάτων.

Εκάθισεν η μικρά κόρη· από υψηλά η κανδήλα εμπρός από το εικόνισμα έφεγγεν εις όλον το δωματίων, αλλ' ο εργαλειός τώρα ήτον δυσκολοκίνητος· κάτι τον εμπόδιζε, δεν θα τον είχαν καλά στερεώσει! Εβγήκεν η Φρόσω και προσπαθούσε να εύρη τι έπταιεν, αλλά έπεσε κάτω ένα πράγμα και έλαμψεν εις το φως της κανδήλας! Κυττάζει, ήτον μία λίρα, ένα χρυσό εικοσάφραγκο!