United States or Saint Vincent and the Grenadines ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο κλητήρ, κοντός, χονδρός, με ημίσειαν ρίνα, απολέσας το λοιπόν μέρος αυτής έν τινι συμπλοκή, στραφείς είδε την θύραν του καπηλειού κλειστήν πάλιν, έκαμε τον σταυρόν του και εχάθη εις την καμπήν της οδού, φθεγγομένης παράπονα της ρινός του κατά των ανεφαρμόστων αστυνομικών διατάξεων, ενώ ο βαρύς της πιστόλας ήχος εκυλίετο ακόμη εις το ανοικτόν πέλαγος του λιμένος, εποχούμενος επί της μελανής ομίχλης και κροτών ως βαρέλιον πλήρες ήλων.

Εσκέπτετο ότι υπήρχε τις, όστις δεν την είχε λησμονήσει, όστις προ τριών ημερών τη είχε πέμψει την επιστολήν εκείνην, ην ηγωνίσθη τοσούτον όπως κατορθώση να συλλαβίση η Αϊμά, και επί τέλους ουδέν κατώρθωσεν. Αλλ' ήτο έν και το αυτό. Δεν αναγινώσκει τις επί του χάρτου ειμή τα ίδια αυτού όνειρα, λέξεις δε διά μελάνης γεγραμμέναι δεν δύνανται ν' αμαυρώσωσι φαιδράς εικόνας.

Εις τοιαύτην περίπου κατάστασιν ευρίσκετο και η ημετέρα ηρωίς, ότε εσπέραν τινά, ενώ εκάθητο παρά το χείλος του ιχθυοτροφείου μοιράζουσα μελαγχολικώς το δείπνον της εις τους κυπρίνους, επλησίασεν αυτήν μυστηριωδώς ο κηπουρός της Μονής, και στρέψας κύκλω ανήσυχα βλέμματα, ενεχείρισεν αυτή μυστηριωδώς επιστολήν γεγραμμένην διά πορφυράς μελάνης επί λεπτού δερματος Θνησιγενούς αρνίου.

Εκατέρωθεν της θύρας, επί της προσόψεως του μνημείου, ήσαν ζωγραφισμένοι δύο μεγαλείτεροι σταυροί, υπό έκαστον δε των σταυρών δύο οστά χιαστί, — κάτωθεν των οστών κρανίον, — και υπό έκαστον κρανίον έν ψηφίον κεφαλαίον, αριστερόθεν Μ και δεξιόθεν Ν. Η εικών δεν ήτο έντεχνος. Είχε ζωγραφισθή επί του λείου εκεί τοίχου διά μελάνης, υπό χειρός όχι καθ' υπερβολήν εμπείρου.

Γνωστόν είνε, ότι ο σκύλος του Νεύτωνος Αδάμας ανατρέψας τον λύχνον επί σωρού χειρογράφων έγινε παραίτιος ν' απωλεσθή ο καρπός πολυετούς μελέτης. Αλλ' εκ της περιφοράς του γάτου επί της τραπέζης ουδείς απειλείται κίνδυνος χύσεως, ούτε μελάνης ούτε πετρελαίου.

Κυοφορηθείσα εν τη κεφαλή φιλοπάτριδος ομογενούς, ετέχθην εν εσπέρας επί των πιεστηρίων της Ελληνικής Ανεξαρτησίας, και κάθυγρος έτι, αποδίδουσα την ευάρεστον εκείνην οσμήν της τυπογραφικής μελάνης, την οποίαν με διεσταλμένους τους ρώθωνας αναπνέουσι συνήθως οι σοφοί, μετεκομίσθην μετά των αδελφών μου εις μεγάλην τινά και σκοτεινήν αίθουσαν, όπου εστιβάχθημεν όλαι επί πολλών τραπεζίων, αναμένουσαι εν παντελεί ασφυξία το φως της ημέρας.