United States or Saint Vincent and the Grenadines ? Vote for the TOP Country of the Week !


Στείλε το ματωμένο Στα μακρυνά τ' αδέρφια μας τον τρύγο σου να φέρη Ωσάν πρωτόλουβον καρπό, μαζύ με τώνομά σου. Ο Βακογιάννης στα ριζά, και πλεύρα ’ς το γεφύρι Της Αλαμάνας, Πανουριά, θα στήσω τον Καλύβα. Εις τη Δαμάστα μένω εγώ, σας το ζητώ για χάρη, Κι' όταν αρχίσουνε... Σιωπή!... μου κάστηκε πως είδα Σαν έναν ίσκιο να διαβή... Εσ' είσαι, μωρέ Μήτρε; — Εγώμαι, καπετάνε μου.

Εφαίνετ' όλη η φύσις Λουλούδι χωρίς μυρωδιά, κόρη γλυκειά, πανώρηα Όπου εγεννήθηκε βουβή κι' όπου την παραστέκει Η μαυρισμέν' η μάνα της να ιδή μην ξεχαράξη Μαζύ μ' ένα χαμόγελο ’ς τα χείλη κ' η λαλιά της. Αστράφτουνε, λαμποβολούν τριγύρω ’ς τη Δαμάστα Άλλοι στρωμένοι κατά γης, άλλοι το διπλοπόδι, Περήφανοι, σιωπηλοί, τρακόσιοι αντρειωμένοι.

Πριν σ' εύρωτη Δαμάστα, Σ' απάντησατα Γιάννινα. 'Σ τον ίσκιο του Βηζύρη Δεν ελημέριασες και συ; — Ομέρπασα Βριόνη, Πνίγει το δέντρο κι' ο κισσός με ταγκαλιάσματά του. — Κι' όταν το δέντρο ξεραθή και γύρη ταντιστύλι Θανάση Διάκε, κι' ο κισσός, το ξέρεις, γονατίζει. — Όχι, μα την ανάσταση του γένους μου, δεν πέφτει.