Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025


Εφαντάσθη ότι οι δύο «ταχτικοί», όπως τους ωνόμαζεν, ανέβαινον την σκάλαν, και ίσως θα παρεβίαζον και την θύραν της οικίας. Έκυψεν εις την κλειδότρυπαν, επροσποιήθη να ίδη κ' εννοήση τα συμβαίνοντα διά της μικράς οπής, επειδή το μόνον παράθυρον της προσόψεως ήτο κλεισμένον, και δεν είχεν άλλο μέσον διά να ίδη.

Τοιαύτη ήτο η τότε κατάστασις των πλείστων εν Ευρώπη π α ρ θ ε ν ο τ ρ ο φ ε ί ω ν, άτινα παρθενοφθορεία ωνόμαζεν ο Άγιος Πέτρος Δαμιανός. Ο ήλιος λησμονήσας, ως συμβαίνει πολλάκις εν Προβιγγία, ότι ήτο ακόμη χειμών, εθέρμαινε μεσουρανών τας πλάκας της αυλής του Μοναστηρίου, ότε επαρουσιάσθησαν προ της εισόδου αυτού οι δύο οδοιπόροι.

Πολλάκις έπλαττε ψεύματα τεχνικώτερα της αληθείας και εξουθένωνε την αλήθειαν ως ανυπαρξίαν. Ελάττωμα μόνον είχε την οξυθυμίαν· είχεν όμως πάντοτε ειλικρινή καρδίαν. Η Τουρκία όλη τον είχεν εις μεγάλον θαυμασμόν και ωνόμαζεν αυτόν Ρούμελη και Μώρα βαλεσί, ο εστιν ηγεμόνα της Ελλάδος. Οι Αλβανοί μάλιστα ομνύουν εις το όνομά του.

Διότι ποίον άλλον δύναται να εχθρεύεται περισσότερον άνθρωπος αγύρτης και απατεών, μέγας δε εχθρός της αληθείας, παρά τον Επίκουρον, σοφόν όστις διέγνωσε την φύσιν των πραγμάτων και μόνον την υπάρχουσαν εις αυτά αλήθειαν παρεδέχετο; Οι Πλατωνικοί και οι οπαδοί του Χρυσίππου και του Πυθαγόρα ήσαν φίλοι του και ειρήνην πλήρη διετήρει προς αυτούς• ο δε άκαμπτος Επίκουρος, όπως τον ωνόμαζεν, δικαίως του ήτο έχθιστος, διότι κατέσκωπτε και κατεγέλα πάντα ταύτα.

Μόνον όταν παύσωμεν ημείς αυτοί προς εαυτούς καταψευδόμενοι και τας σκιάς των προγόνων περισαίνοντες· μόνον όταν αισθανθώμεν ότι είμεθα μικροί υιοί πατέρων μεγάλων, και ότι χειρίστη δίαιτα προς αύξησιν ημών και ανάρρωσιν είνε η δίαιτα εκείνη, ην θαυμασίως ωνόμαζεν ο Πλάτων ο ψ ο π ο ι ϊ κ ή ν κ ο λ α κ ε ί α ν.

Να είχα κ' εγώ μίαν η καϋμένη! — Τι θα την κάμης συ την μετοχήν ; . . και μίαν μάλιστα ; — Αι! κυρία, . . μία μετοχή είνε κάτι τι για μας τους μικρούς ανθρώπους. Το χαρίεν εκείνο πλάσμα ωνόμαζεν εαυτήν μικρόν άνθρωπον! — Με μίαν μετοχήν, επανέλαβε, κάμνω την προίκα μου. Η κυρία διερράγη εις παταγώδη γέλωτα, και λαβούσα με άκρα χειρί, — Ιδού, λοιπόν, είπε· πάρε την, και καλήν τύχην.

Ο Πετράρχης αφού εγήρασεν, ωνειροπόλει ιδανικήν τινα γυναίκα συνενούσαν την τέχνην ταύτην μετ' ανθηράς νεότητος, και μάτην περιέτρεχε κήπους και δάση ίνα ανεύρη την χίμαιραν ταύτην, ην ωνόμαζεν ώ ρ ι μ ο ν κ α ρ π ό ν ε π ί ά ν θ ο ύ ν τ ο ς δ ε ν δ ρ υ λ λ ί ο υ.

Και ούτος μεν ενταφιάσθη, ο δε άλλος, όστις βραδύτερον ωνομάσθη Κύρος, ανετράφη υπό της γυναικός του βουκόλου ήτις τον ωνόμαζεν άλλως και όχι Κύρον. Όταν το παιδίον έφθασε το δέκατον έτος της ηλικίας του, συνέβη εις αυτό το ακόλουθον γεγονός το οποίον απεκάλυψεν εκ ποίων γονέων ήτο. Εις το χωρίον όπου ήσαν οι σταύλοι των βοών, έπαιζεν εν μέσω της οδού με άλλους παίδας συνηλικιώτας του.

Διά δε της φιλοπονίας του κατώρθωσε ν' αποκτήση και μικράν λέμβον, αγοράσας αυτήν αντί ευτελούς ποσού, ημισύντριμμα από τινος ναυαγήσαντος ολλανδικού ιστιοφόρου μιας φοβεράς Ούρκας εις την διάσωσιν των ναυαγίων της οποίας ειργάσθη, ανακαλύψας εκεί εις το Ξάνεμο, εις τας οπάς και ραγάδας της τρικυμιώδους ακτής, και ένα κασκέτο ολλανδικόν και μίαν πίπαν· αντί δε των ολίγων μισθών του έλαβε την χαλασμένην εκείνην λέμβον, την σκαμπαβίαν, ως την ωνόμαζεν.

Λέξη Της Ημέρας

ταίριαζαν·

Άλλοι Ψάχνουν