United States or Slovenia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κατ' άλλους, άμα έφθασαν εις την Αίγυπτον, καί τοι επιτηρούμενοι έφυγον· ενώ δε επλησίαζον εις την Σάμον, ο Πολυκράτης τους απήντησε με πλοία και τους επολέμησε· νικήσαντες όμως οι καταβαίνοντες απέβησαν εις την νήσον και πεζομαχήσαντες ενικήθησαν, και τοιουτοτρόπως έπλευσαν προς την Λακεδαίμονα.

Εκ των τελαιπωριών τούτων και του ψυχικού άλγους προσβληθείς υπό στηθικού νοσήματος, απεβίωσε μετ' ολίγον χωρίς να δυνηθή να ασπασθή την θυγατέρα. Καί τοι προσκληθείς πολλάκις υπό του Αλή, ουδέποτε έστερξε να συναντηθή μετά ασπόνδου εχθρού, του παραιτίου της καταστροφής του.

Λοιπόν, ως καθώς σου λέγω, ευθύς οπού εγεύθηκε την αψιθιάντην ρό- γαν του βυζιού μου, και είδε την πίκραν, — ω! πώς εθύμωσε το ανοητάκι μου, και τα έβαλε με το βυζί μου. — Κ' εκεί, δος του ο περιστεριώνας κούνημα! Δεν είχα χρείαν να μου ειπή κανείς να το ξεκόψω από τον τοί- χον. Και από τότε επέρασαν ένδεκα χρόνια· διότι έστεκετα πόδια της τότε. Ναι, μα τον Σταυρόν!

Μέχρι της στιγμής εκείνης εφοβούμην μήπως εις κανένα εξ υμών φανώ ότι παιδιαρίζω και ότι πράττω ανάρμοστα εις την ηλικίαν μου, ίσως δε κανείς νέος εκ των αναγινωσκόντων τον Όμηρον με επιπλήξη λέγων• «σή δε βίη λέλυται», και «χαλεπόν γήρας κατείληφέ σε», ηπεδανός δε νύ τοι θεράπων, βραδέες δε τοι ίπποι, υπαινισσόμενος διά τούτου και σκώπτων την βραδύτητα των ποδών.

Και τοι όμως ουδέν λέγων ο ποιητής περί της τοιαύτης προθυμίας της Χρυσηίδος, υποδηλοί όμως τούτο διά του στίχου: ο δ’ εδέξατο χαίρων παίδα φίλην, καθότι δεν ήθελε χαίρει ο πατήρ αν έβλεπεν αυτήν λυπουμένην, ουδ' ήθελε την ονομάση φ ί λ η ν, αν άκουσα επέστρεφε παρ' αυτώ.

Και μετά τούτο εφύτευσεν εις τον μυελόν τα τρία είδη της ψυχής και τα συνέδεσε. Και όσα και οποία ήσαν τα σχήματα, τα οποία έκαστον των ειδών αυτών έμελλε να έχη, εις τοσαύτα και τοι- αύτα σχήματα διήρεσεν αυτόν τον μυελόν ευθύς κατά την αρ- χικήν διανομήν.

Όταν δε ο Λυκόφρων διωκόμενος από μίαν οικίαν μετέβαινεν εις άλλην, απεδιώκετο πάλιν και εξ αυτής, διότι ο πατήρ ηπείλει εκείνους οίτινες τον εδέχοντο και τους διέτασσε να τον διώκωσιν. Ούτω δε διωκόμενος μετέβαινεν από οικίας εις οικίαν· οι δε φίλοι του, καί τοι φοβούμενοι, τον εδέχοντο ως υιόν του Περιάνδρου.

Βάλτε να πιούμε το λοιπόν, ανέκραξεν ισχνός και υψηλός συμπότης, ομοιάζων προς φυλορροήσασαν λεύκην, και ζήτω του Δημήτρη που έγεινε κεφαλαιούχος! — Ζήτω του Τσιγκρού, βρε τόι, υπέλαβεν άλλος, ζήτω του καλού πατριώτη, που θα στρώση την Αθήνα με λίρα!