United States or Pitcairn Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κατά την επανάστασιν του 54 εξεστράτευσε και ο στρατηγός επί κεφαλής σώματος ιππέων, αφού πανηγυρικώς εμετάλαβεν εις τον Άγιον Γεώργιον, όπου πολλοί ωραίοι οφθαλμοί έχυσαν δάκρυα.

Διά τούτο εσχημάτισαν, παρά την συνήθειάν των, σώμα εκ τετρακοσίων ιππέων και τοξοτών. Περισσότερον δε είπερ ποτέ εφαίνοντο βραδείς περί τα πολεμικά, διότι ήσαν περιπλεγμένοι εις ναυτικόν αγώνα, του οποίου αι προπαρασκευαί ήσαν ξέναι από τας συνηθείας των, εναντίον μάλιστα των Αθηναίων, οι οποίοι ενόμιζαν ότι η απραξία ήτον αληθινή απώλεια.

Ο Βράγγης έσπευσε να φθάση εις το μέρος, όπου εσταμάτησαν, όλος ταραχή και αγωνία. — Τι τρέχει, έκραξεν εις των ιππέων. Ποίος φωνάζει; — Κύριος, δι' έλεος, βοήθειαν! — Ποίος είσαι; — Πτωχός γέρος απόμαχος. — Και τι θέλεις; — Βοήθειαν εις ένα πλάσμα, κύριοι! — Τι πλάσμα; — Μίαν μικράν κόρην, ήτις αποθνήσκει.

Ο Καραϊσκάκης καταφθάνει με τον υπασπιστήν του ιππικού και με τέσσαρας ή πέντε των ευτολμοτέρων ιππέων επιπίπτουν εις τους εχθρούς, φονεύουν δύο εξ αυτών, τρέπουν τους λοιπούς εις φυγήν και διασώζουν τον Σουλτάνην, μένοντα ακόμη επί του ίππου και αντιμαχόμενον. Αλλ' αι πληγαί ήσαν καίριαι και ο ήρως ούτος μετ' ολίγας στιγμάς απέθανεν.

Διά τούτο, όταν ο αρχηγός του ιππικού διευθύνθη προς τον Καραϊσκάκην διά τινας ανάγκας των ιππέων, αυτός διεύθυνε τον απεσταλμένον προς τον αρχιστράτηγον, λέγων ότι προς εκείνον πρέπει ν' αποτείνωσι του λοιπού τας αιτήσεις των.

Πριν ή τελειώση τον λόγον του ο Βράγγης, ο πρώτος των ιππέων ένευσε προς ένα των συντρόφων του. Ούτος έκαμε δύο βήματα με τον ίππον και εκτείνας τας χείρας προς τον Βράγγην. — Δος μοι αυτήν την μικράν, είπε. — Τι θέλετε; — Δος μοι την μικράν και πήγαινε τον δρόμον σου, γέρο. Ο Βράγγης κατελυπήθη, ιλιγγίασεν, ησθάνθη επιθυμίαν ν'αντισταθή. — Αλλ' είναι 'δική μου η μικρά, είπεν.

Ήρπασαν από των χειρών του Βράγγη την μικράν παιδίσκην, και εξηκολούθησαν τον δρόμον των. Ο Βράγγης έκλαιεν ως παιδίον. — Πάρε αυτό, γέρο, διά να παρηγορηθής! έκραξεν ο πρώτος των ιππέων ρίψας αυτώ βαλάντιον πλήρες χρημάτων. Ο Βράγγης κατεπάτησε το βαλάντιον με τους δύο πόδας του, και έτρεξε κλαίων κατόπιν των καλπαζόντων ίππων.

Οι Αθηναίοι δε κατεδίωξαν αυτούς επί πολύ, διότι ημποδίζοντο υπό των Συρακουσίων ιππέων, οίτινες πολλοί όντες και αήττητοι ώρμων κατά των Αθηναίων οπλιτών, ανέστελλον δε αυτούς οσάκις τους έβλεπον προχωρούντας εις την καταδίωξιν. Αφού δε όλοι ομού ηκολούθησαν τον εχθρόν όσον το δυνατόν ασφαλέστερον, απεχώρησαν και έστησαν τρόπαιον.

Οπλίσαντες λοιπόν εκατόν πλοία και εισελθόντες εις αυτά αυτοί και οι μέτοικοι, πλην των ιππέων και των πεντακοσιομεδίμνων, παρέπλευσαν τον ισθμόν κάμνοντες επίδειξιν των δυνάμεων των και αποβιβαζόμενοι όπου ήθελον. Οι δε Λακεδαιμόνιοι βλέποντες τοιαύτην τόλμην, ενόμισαν ότι οι Λεσβίοι τους ηπάτησαν και ότι η επιχείρησις, την οποίαν εσκόπευαν, δεν θα ήτο δυνατόν να πραγματοποιηθή.

Εγώ μόνον βοήθειαν εζήτησα. — Είναι 'δική σου; — Είναι 'δική μου, κόρη μου. Δεν ειμπορώ ν' αποχωρισθώ απ' αυτήν. — Ετρελλάθης, γέρο! — Σας λέγω, είναι κόρη μου, επέμεινεν ο Βράγγης, μεταμεληθείς ότι δεν διηγήθη εξ αρχής τον μύθον τούτον. — Μη αστεϊσμούς, γέρο! είπεν αυστηρώς ο πρώτος των ιππέων. Δος την μικράν, και τράβα! — Αλλ' είναι 'δική μου, κύριε!