United States or France ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έλα, ησυχάστε! αφήστε τον πατέρα σας να ξανασάση! εφώνει προς το στίφος των πολιορκητών η κυρά Δημήτραινα, εύσωμος και πορφυρόχρους μεσήλιξ, ης τα σπαργώντα στήθη, ανέτως αναπτυχθέντα υπό τα λαίμαργα στόματα δέκα ευρώστων νηπίων και ουδένα ποτέ γνωρίσαντα στηθόδεσμον, εκυμαίνοντο μεγαλοπρεπώς μόλις συγκρατούμενα υπό των πτυχών του χιτώνος της.

Εάν εύρισκε την γέφυραν υψωμένην ακόμη, αν και προ πολλού είχεν εξημερώσει ήδη, θα εφώνει εις τον φύλακα της πύλης του φρουρίου να μη την καταβιβάση δι' όνομα Θεού· εάν την εύρισκε καταβιβασμένην, ως ήτο πιθανόν, θα τον εξώρκιζε να την σηκώση, να την υψώση, να την μεταρσιώση, κόπτων πάσαν συγκοινωνίαν με την ξηράν, αν αγαπά τον Θεόν, άλλως το Κάστρον χάνεται.

Εν τούτοις ο καιρός έφευγεν, ως φεύγει το κύμα, και αι θυγατέρες της Γερακούλας εμεγάλωναν. Ούτω, θυγατέρας της Γερακούλας, τας απεκάλει και ο γέρων πατήρ. Ο καπετάν-Θοδωρής δεν ελογάριαζε πλέον τον εαυτόν του μεταξύ των ζώντων. — Δεν με πετάτε, καϋμένες, 'ς το γιαλό! Έλεγεν ενίοτε βαρυθυμών. — Χριστός και Παναγία, καπετάν-Θοδωρή μου! εφώνει η σύζυγος.

Εφώνει αύτη, και ηγωνίζετο ασθμαίνουσα να επαναφέρη την τάξιν εν μέσω του αφηνιάσαντος στίφους, ενώ ο πατήρ εκράτει το προσωπείον υψηλά, υψηλότερα των κατ' αυτού αναπηδώντων μικρών, και έλεγεν αταράχως·Αι, ησυχία τώρα, ησυχία! Κάμετε φρόνιμα . . . ειδεμή δεν έχει μουτσούνα. — Μουτσούνα!

Και ανοίξασα το παράθυρον γοερώς εφώνει με λελυμένην την κόμην αναταράξασα όλην την γειτονίαν: Πωπώ! Πωπώ! έως ου ήλθον δύο αγαθαί γειτόνισσαι και καθησύχασαν αυτήν, παραμένουσαι διαρκώς πλησίον της, μέχρις ου επανέλθουν οι μεταβάντες προς αναζήτησιν του Μπάρμπα-Σταύρου.

Και αν δεν προϋπήρχεν αύτη εν τη καρδία των ανθρώπων τούτων, εσκέπτετο ο ηγούμενος, δεν εισέδυεν η φωτιστική εκείνη ακτίς, το αγνόν και θείον φως, όπερ εν τω κόσμω καλείται ευφυία, ήτις συνετέλεσεν εις την διάσωσιν των κλαπέντων. Έλαμπον τα πρόσωπα πάντων. — Εγώ, εγώ, εφώνει η καλή Γερακούλα, έσωσα τον θησαυρόν.