United States or Kiribati ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την άλλην ημέραν δεν εδίστασε να εκδηλώση την προτίμησίν του, προς την πενθεράν του, την ιδίαν. «Ή μου δίνετε την Μαργαρώ, είπεν, ή σας στέλνω τα σημάδια πίσω». Να πετάξη ο καμβρός «τα σημάδια», δηλ. τους αρραβώνας! κακόν και ψυχρόν το πράγμα. Τι να κάμη η πτωχή Ασημήνα, τι να κάμη κι' ο μάστρο-Στεφανής, ο σύζυγός της.

Ο χρυσούς αιών της εισότητος δεν έφθασεν ακόμη. Ημείς οι άνδρες πρέπει να γνωρίζωμεν τι γίνεται μέσα εις τα μικρά αυτά κεφαλάκια. Αλλά εξέχασες λοιπόν ότι η ευτυχία μας, η αγάπη μας στηρίζεται εις τα θεμέλια της ελευθερίας μου και της ελευθερίας σου. Κ ώ σ τ α ς. Η οποία δεν μπορεί να συνυπάρξη με τον γάμον. Μ α ρ ί α. Όταν ο έρως ανοίξη τα πτερά του και πετάξη. Κ ώ σ τ α ς. Όχι.

Και αν δεν ήσαν δικά του δεν έπρεπε όμως να ήνε και κανενός άλλου. Ημπορούσε να πετάξη και τη ζωή ακόμη αν του υποστήριζες πως έχουν ζωή και μυριάδες άλλοι άνθρωποι. Μοναδικός στο είδος του, μοναδικός στην τέχνη του. Απελπισία μ' έπιασε. Επέταξεν η όρεξι για τη δουλειά, επέταξαν και τα όνειρα. Ο αιθεροπλανημένος αετός έχασε τα φτερά του κ' έμεινε χεροδούλης και ψωμοζήτης στη γη.

Ά! δεν μπορώ να σε υποφέρω πια, θα φωνάξω την αστυνομία να σε πετάξη από μπροστά μου. Πάψη. Δεν είναι ανάγκη να το κάμη αυτό η αστυνομία. Θα το κάμω μόνος μου, τώρα που σας γνώρισα καλά και κατά βάθος. Μια φορά είμουνα παιδάκι και δε σας είχα καταλάβει, αλιώς βέβαια δε θα με βλέπατε ποτέ να ξαναπατήσω το κατώφλι σας.

Όταν ξύπνησε, γαλήνη απέραντη είταν απλωμένη στην κάμαρα, η ανεμοζάλη είχε περάση, η κραυγή της κουκουβάγιας είχε σβυστή κι αυτή, ο ήλιος χάιδευε απαλά το πάτωμα και στα γυαλιά του παραθυριού βομβούσε τριγυρίζοντας να πετάξη έξω στο γαλάζιο τ' ουρανού μια πεταλούδα. Ανέπνευσε η όμορφη κόρη και γύρισε να ξυπνήση μ' ένα χαμόγελο τον άντρα της, αλλ' είτανε νεκρός.... Ήσυχος και καταγάλανος ο κόρφος.

Διότι κατέναντι του Ταχίρ Γιάτση, επί άλλου προχώματος, πνέων οργήν κ' εκδίκησιν, ίστατο ο Ζάχος εις τα νύχια, ως πετρίτης ανυπόμονος να πετάξη εις τα ύψη κ' εκείθεν να επέλθη ορμητικός κατά της λείας του. Ότε επήδησεν εκεί, τ' αργυρά του άρματα εβρόντησαν θορυβωδώς, ως να εκινήθη ολόκληρον χαλκείον υπό σεισμού.

Μα τι, το κρυφτό παίζουν; Κακό χρόνο νάχουν! Αδημονεί ως εάν επλήρωσε θεωρείον εις παράστασιν βραδύνουσαν και είνε έτοιμη να πετάξη το μαξιλάρι της εις την σκηνήν. Οι χαρτοπαίκται λέγουν ότι των ανθρώπων ο χαρακτήρ φαίνεται εις τα χαρτιά.

Και εχαίρετο το χαμόμηλον όταν ήκουε την κίχλαν να λέγη με το κελάδημά της όσα εκείνο το πτωχόν δεν είχε φωνήν να εκφράση· και δεν εζήλευεν ότι δεν ημπορούσε και εκείνο να πετάξη και να κελαδήση, αλλά ήτο ευχαριστημένον με ό,τι έβλεπε τριγύρω του, με τον ήλιον και με το φως και με την ζέστην.

Το ζήτησε από τους γονείς του να το κάνη παιδί του, να το πάρη στην Αγγλία, γιατ' είνε άκληρος, τους είπε. — Και θέλησε το κορίτσι, θέλησαν οι γονείς του; ρώτησε κάποιος από μας. — Ακούτε θέλησαν! Πώς δε ζουρλάθηκαν ούλοι τους. Κιό, το κορίτσι είνε να πετάξη απ' τη χαρά του. Είδες τι αέρα που σου πήρε, αυτό το μωρό που βόσκαε ως τα χτες τα γίδια του πατέρα του.

Τι; δεν μπορείς να σκαλώσης μια τέτοια ελίτσα; και τι θα πης α σου σκαρφαλώσω εγώ αυτό τον πλάτανο; Μια και δυο, και στην κορφή του με βρίσκεις. . . Αργήσαμε, καημένε, και θα λέη η μάννα, τι πάθαμε. Στάσου, βάλτο μες στο καλάθι, σκέπασ' το καλά μην πετάξη . . . Ίσια σπίτι τώρα, ειδεμή την πάθαμε, θα πάη σκολειό να ρωτάη τι γενήκαμε .... κι ο καινούριος ο δάσκαλος δε χωρατεύει.