United States or Nicaragua ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σαν να ήταν όμως τώρα προσποιητός ο θυμός της και σαν να της άρεσε πως είχε να κάμη με χαραχτήρας ανδρικούς και εφαινότανε σαν περήφανη, γιατί η νίκη της θα είχε περισσή αξία. Ήταν καπετανόπουλα οι δυο φίλοι της Σμαραγδούλας και εχθροί μεταξύ τους μεγάλοι, ο Γιώργης ο Μόρφος και ο Ζώης ο Περήφανος.

Καμμιά άλλη δεν απόχτησε ποτέ τα μούτζουνά σου· Τάχα οι αγγέλοι του ουρανού ομιάζουν τσ' αφεντιά σου; Μόνε αν έχεις ωμορφιά με κάλλη και με χάρι. Να μη τραβάς περήφανη παραπολύ καμάρι. Έχεμε στην αγάπη σου σα δούλον εδικό σου· Νου και καρδιά και γνώσι μου βαστάς στον ορισμό σου. Εσύ να δείχνης απονιά καθόλου δε σου πρέπει, Γιατί δε στέργει ο Έρωτας σκληρόκαρδαις να βλέπη.

Γιατί δεν ελυπήθηκες κι' μένα, γιατί δεν μ' αγαπούσες τόσο. Γιατί η μητέρα να σκοτώση τη γυναίκα μέσα στα βάθη της ωραίας σου ψυχής; Μ α ρ ί α. Γιατί ήμουν νέα και εγώ, με όνειρα και με περήφανη ψυχή. Γιατί ήταν η αγάπη μου ωραία τόσο, που μόνο εις τα υψηλά ιδανικά, και μόνο στην αλήθεια μέσα εύρισκε τροφή.

Και συλλογίστηκε μες την τίμια και περήφανη καρδιά του πως δεν έστεκε ναδικήση παραπέρα το πλάσμα που του παραδόθηκε όλο για γυναίκα του, χωρίς νάν' αυτός ο αληθινός της άντρας.

Η δική μου ψυχή δεν έχει κλείσει το ψήλος, την περφάνεια, την ορμή, φωλιές σ' αυτή πουλιά δεν έχουν στήσει, μήτε του ηλιού η χαρά φεγγοβολεί. Και της πάλης η δύναμη μου λείπει, δε σου μοιάζω σ' αυτά, δέντρο τρανό· μια περήφανη μόνο τρέφω λύπη και για χαρά έναν άλιωτο καημό.

Μετά μερικές μέρες, εκεί που κοίταζαν και καμάρωναν κ' έκοβαν κ' έρραβαν από μακριά οι καταχαρούμενοι οι Αποδουλιώτες περπατούσανε στο βασίλεμα του ήλιου κατά τα ξώχωρα του Αποδούλου δίπλα στο Ψηλορείτη, και σεργιάνιζαν τις ομορφιές ολοτρόγυρα, η περήφανη η Φωτεινή με την πεντάμορφη κόρη της, και κάπου σιμά τους κι ο Μπάρτλεης με το Μυλόρδο.

Ο καταμεσινός μάλιστα ο βράχος, ο μονόπετρος εκείνος ο δράκος, που μέσα στην αντηλιά φαινότανε σα σύννεφο, σαν καπνός, με την εκκλησιά σαν κορώνα στημένη στην περήφανή του κορφή, τέτοιο πράμα δεν το χώρειε η φαντασία του.

Ήρθα να σ' αποχαιρετίσω. Ήρθα να σε ιδώ μια φορά πριν φύγω. Νάξερες πόσο κακό μούκανε η ιδέα πως μπορούσες να υποθέσης πως σε κυνηγώ, πως τρέχω αποπίσω σου, πως σου γίνομαι φόρτωμα. Όταν με πρωτοείδες εδώ τρόμαξες, ταράχθηκες, αγανάκτησες. Παρεξήγησες το κίνημά μου. Νάξερες τι ήταν αυτή η στιγμή για μένα. ΦΛΕΡΗΣΌχι, Λέλα, ποτέ δεν το υπόθεσα. Ξέρω πόσο είσαι περήφανη.

Και το εκατώρθωσε. Στην αρχή η Σμαραγδούλα θέλησε να κάμη την περήφανη, τη δυνατή, μα έτυχε μια περίστασι κ' επροδόθηκε πολύ άσκημα.

Μα με καιρό τους μίλησε ο θαρρετός Διομήδης «Γέρο, η περήφανη καρδιά μες στ' άφοβα μου στήθια 220 μου λέει, εγώ ως μες στων οχτρών τους λόχους να ζυγώσω Μα αν γίνεται κι' άλλος κανείς ναρθεί μαζί να πάμε· πιο συντροφιά, και πιότερο για τη δουλιά το θάρρος.