United States or North Macedonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κάτι τι αθώρητο της βάραινε σα μολύβι το κεφάλι της, της ξέραινε το λάρυγγα, το στόμα, της έσφιγγε την καρδιά, βόμβος σα μελισσιού φτερούγισμα τριγυρνούσε στ' αυτιά της, κ' ένιωθε πως δεν είχε τη δύναμη να γυρίση, να κουνηθή, να σαλέψη τόσο κι απόμεινε εκεί σαν καρφωμένη, σα ναρκωμένη, φοβισμένη, θαρρώντας πως ένα γύρισμα των ματιών της μονάχα, θα της έφερνε μεγάλο κακό, θα κατακρεμνίζουνταν κάτω απ' το κρεββάτι σ' αμέτρητο γκρεμό, σ' απέραντο χάος.

Και ο επόπτης της σταφίδος θαρρεί ο Σπύρος ότι κάθεται; δεν πιστεύω να κάθεται και αυτός. Κάτι θα κάμνη, κάτι θα σημειώνη· και σταφίδα να πάρη κανένα τσουβάλι, θα κουνηθή, θα δουλέψη. Εγνώριζα ότι ο αδελφός σου δεν είνε για τίποτε, ούτε για την σταφίδα, αλλά έλεγα ότι σε ένα δύο χρόνια θα προφθάση να κερδίση κάτι τι στη Βάθεια να πιάση μαγιά.

Για να γλυτώσουν κιόλα οι άμοιροι από το κακό, και να γλυτώσουν από του μαβρο-Λίακα το βρυκολάκιασμα, πιάνουν και τον παίρνουν, και, μπροστά ο παπάς, πάνε στο κοιμητήρι νύχτα, κι ανοίγουν βαθύ λαγούμι, κατάβαθο, και τον πετάνε μέσα, ζεστόν ακόμα τον άμοιρο! Τον πετροχωνιάζουν κιόλα, να μη μπορή να κουνηθή. Να μη μπορή να ξεβρυκολακιάση και νάβγη πάλι στον Απανωκόσμο, ερημιά του !

Μα αλήθεια ήτον πως τουρχόταν έτσι να κουνηθή, να τρέξη, και δεν τονέ βαστούσε πια στα καπούλια του Κωλοσούρτη να κάνη χάζι τα σκέρτσα του Έμπαινε στο σπίτι σαν ανεμοστρόβιλος !. . βροντούσε τις πόρτες και τις καρέκλες . . γελούσε με το καθετί και με την άρρωστη ακόμα τη Βεργινία. Σα λεμόνι μου είσαι πάλι σήμερα Βεργινίτσα μου ! θα σε στίψω να σε κάνω λεμονάδα Και σε λίγο πάλι έλεγε: Μπα δεν έχεις τίποτις ! Απ’ την ημέρα που μπήκε η Λιόλια στο σπίτι είσαι πολύ καλύτερα.

Η Φωτεινή περιπατούσε συλλογισμένη· η λύπη της ήτο, διότι ο πατέρας της δεν είχε πλέον βάρκα, θα επήγαινε τώρα ως υπηρέτης εις άλλον ψαράν να εργάζεται με το ημερομίσθιον. Εσυλλογίζετο και τον παππού της... Ολομόναχος ο καϋμένος ο γέρος, καθώς είνε, να πονή και να μη μπορεί να κουνηθή!

Εδώ «τα ηύρε σκούρα». Οι δικολάβοι, όπου δεν λείπουν από κανένα μικρό χωριό, υπερασπίστηκαν τη νέα, και την εσυμβούλεψαν να μην κουνηθή από το σπίτι.