United States or United States Virgin Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ε, δεν είναι έτσι; Ευθύφρων. Μάλιστα. Σωκράτης Έλα λοιπόν, φίλε μου Ευθύφρον, εξήγησον αυτό και εις εμένα και δίδαξόν με, διά να γείνω πλέον σοφός από ό,τι είμαι, ποία είναι η απόδειξίς σου ότι όλοι οι θεοί πιστεύουν ότι αδίκως εφονεύθη εκείνος ο δούλος σας, ο οποίος, ενώ εδούλευε με το ημερομίσθιον εις τα κτήματά σας, διέπραξε φόνον και έπειτα ερρίφθη σιδηροδέσμιος εις τον λάκκον από τον αυθέντην του φονευθέντος, τον πατέρα σου, και απέθανε, πριν προφθάση εκείνος που τον έβαλεν εις τα σίδερα, ο πατέρας σου, να λάβη από τας Αθήνας την περιμενομένην απάντησιν από τους εξηγητάς τι έπρεπε να πράξη διά τον φονέα.

«.... Τον εργαλειό θα τον στήσω κάτω, δίπλα εις την αποθήκην, όπου φυλάττει ο πατέρας μου τα είδη του παντοπωλείου του, και δι' όσα φορέματα θα χρειάζωμαιπάντα μεταξωτάθα παίρνω εργάτριαν με το ημερομίσθιον να τα υφαίνη.... Πολλά κορίτσια πτωχά ευρίσκει κανείς εις τας Αθήνας να εργασθούν με ημερομίσθιον!...» Εδώ πάλιν η κλωστή εκόπη. Κάθε λίγο και λιγάκι έχει κόμβους αυτή η κλωστή!

Νέος Σωκράτης. Ίσως το πολύ πολύ κανείς από τους εμπορικούς. Ξένος. Και όμως, αφού τους βλέπομεν προθύμους να υπηρετούν με μισθόν και με ημερομίσθιον, δεν είναι δυνατόν ποτέ να τους εύρωμεν ότι διεκδικούν την βασιλικήν. Νέος Σωκράτης. Βεβαίως πώς είναι δυνατόν; Ξένος. Αλλά τότε τι θα ειπούμεν άραγε διά τους εκτελούντας την εξής υπηρεσίαν; Νέος Σωκράτης. Ποίαν εννοείς και ποίους; Ξένος.

Αυτός όπου εφονεύθη ήτο ένας από τους μισθωτούς μας ανθρώπους, και όταν εκαλλιεργούσαμεν τα κτήματά μας εις την Νάξον, τον είχαμεν εκεί μεταξύ των άλλων δούλων μας και ειργάζετο με το ημερομίσθιον. Μίαν ημέραν λοιπόν, αφού έπιε πολύ και εμέθυσεν, επιάσθη με έναν από τους δούλους μας και επάνω εις την μανιώδη οργήν του τον έσφαξεν.

Η Φωτεινή περιπατούσε συλλογισμένη· η λύπη της ήτο, διότι ο πατέρας της δεν είχε πλέον βάρκα, θα επήγαινε τώρα ως υπηρέτης εις άλλον ψαράν να εργάζεται με το ημερομίσθιον. Εσυλλογίζετο και τον παππού της... Ολομόναχος ο καϋμένος ο γέρος, καθώς είνε, να πονή και να μη μπορεί να κουνηθή!

Προσέτι ολόκληρος συρφετός από αοιδούς, μώμους, μουσικούς, χορευτάς και χορευτρίας, ποιηταί, οι οποίοι απαγγέλοντες τους στίχους των εσυλλογίζοντο πώς να κερδίσουν το ημερομίσθιόν των. Την ημέραν εκείνην η Λίγεια έμελλε να συμμετάσχη του συμποσίου. Το παν εκλονίζετο μέσα της.

Εσυμφωνήσαμεν πού εντός του χωρίου θα τον εύρω την επαύριον, ηγόρασα αξίνην διά να φαίνωμαι ως εργάτης πηγαίνων δι' ημερομίσθιον, και τον απεχαιρέτησα. Ήτο ανήσυχος και πλήρης φόβων εκείνος, αλλ' εγώ ησθανόμην την καρδίαν μου ελαφράν. Είχα προαίσθημα ότι θα επιτύχω.