United States or Nicaragua ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τώρα είχον παρέλθει δώδεκα έτη, ο αδελφός της, ευρίσκετο ακόμη εις τας φυλακάς, ο πατήρ της προ πολλού είχεν αποθάνει, ο Στάθαρος κι' ο Γιαλής δεν επανήλθαν ποτέ από την Αμερικήν, ο μικρός ο Γιωργάκης κ' εκείνος είχε πάρει μεγάλα πέλαγα, η Κρινιώ κι' αυτή είχε μεγαλώσει, η Δελχαρώ είχε γεννήσει και πάλιν κόρην, κι' αυτή, η Αμέρσα, είχε μείνει γεροντοκόρη.

Οργιζόμεθα μεν ότι αδιαφορούσι περί ημών, ως οργίζεται η ερωτότροπος γεροντοκόρη παρερχομένη ενώπιον απαθών ομμάτων και ουδέν ακούουσα θαυμαστικόν επιφώνημα, αλλά παρηγορούμεθα όμως, ως εκείνη, ενδομύχως, πεποίθησιν έχοντες ασφαλή, ότι οι ούτω προσφερόμενοι κινούνται τις οίδεν έκ τινος ταπεινού αισθήματος φθόνου ή κακίας, και κομπάζομεν διά το πλήθος των εχθρών ημών, αναλογιζόμενοι θυμοσόφως, ότι μόνον οι μέγα σημαίνοντες έχουσι πολλούς εχθρούς, διότι

Ανεγνώρισε την φωνήν της Αμέρσας. Ήτο η δευτορότοκος κόρη της. — Τι έπαθες, αρή;. . . Τι σου ήρθε, τέτοια ώρα; Και ήνοιξε την θύραν. Μάνα, επανέλαβε μετ' ασθμαινούσης φωνής η Αμέρσα. Τι κάνει το κορίτσι; . . . μην πέθανε; — Όχι . . . κοιμάται. Τώρα ησύχασε, είπεν η γραία. Πώς σου ήρθε; — Είδα στον ύπνο μου πως πέθανε, είπε με πάλλουσαν ακόμη φωνήν η υψηλή γεροντοκόρη.

Και δε θωρρείς, μωρέ μπουντάλακα, πως από 'δα δεν τηνε θέλει κιανείς και θαπομείνη στο ράφι; θα γεράση απάντρευτη. Μα είδες εσύ, μωρέ, άντρα κιανένα να πάρη γυναίκα μεγαλείτερή του; Κεσύ λες πως αγαπάς μια γεροντοκόρη, απού σε περνά δέκα πέντε χρόνους κοντά. Αυτά τα λόγια, αντί να φέρουν το αποτέλεσμα πούθελε η μητέρα μου, έφεραν μάλλον το ανάποδο.

Βασανίστηκε π. χ. ένας του αναγνώστης, ζορίστηκε η βασιλόπουλα η Ολυμπιάδα, κ' έφυγε κακήν κακώς από την Πόλη η Νικαρέτη, θεοφοβούμενη γεροντοκόρη που στις μέρες του Χρυσοστόμου γύριζε τους δρόμους και μοίραζε χάρισμα γιατρικά για την ψυχή της. Τέλος ζορίστηκαν κι όσοι «Ιωαννίτες» δεν πήγανε να μεταλάβουν από το νέο Πατριάρχη τον Αρσάκιο. Η δύστυχη η Ολυμπιάδα παρηγοριά δεν είχε στην εξορία της.

Αλλ' η διδασκάλισσα του χωρίου, φλύαρος γεροντοκόρη, το είπεν εις τα μικρά κοριτσάκια αργολογούσα την επαύριον, και το δυστύχημα εφανερώθη μίαν εβδομάδα προ του αγίου Νικολάου.