United States or Czechia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Προσέτι δε, όπως η όψις είναι η αίσθησις αμφοτέρων, του ορατού και του αοράτου, ομοίως δε και αι λοιπαί αισθήσεις των οικείων εναντίων, ούτω και η αφή είναι η αίσθησις του απτού και του ανάπτου. Επραγματεύθημεν λοιπόν κεφαλαιωδώς περί εκάστης των αισθήσεων. * Του θερμού ή ψυχρού κλπ. Ούτως η σαρξ αποτελεί περί το αισθητήριον της αφής κυκλικόν σκέπασμα.

Αλλά τίνι τρόπω να εκθέσω τους ανεκφράστους τρόμους της νυκτός εκείνης; ν' αφηγηθώ ποσάκις αλλεπαλλήλως μέχρι της χαραυγής επανελήφθη το αποτρόπαιον δράμα της αναστάσεως, ήτις απέληγε πάντοτε εις θάνατον βεβαιότερον και πλέον ανεπανόρθωτον; ή να είπω ότι εκάστη αυτής νέα αγωνία ωμοίαζε προς πάλην κατ' αοράτου αντιπάλου, ης αποτέλεσμα ήτο νέα παράδοξος αλλοίωσις της φυσιογνωμίας του πτώματος;

Ότε ο αρχηγός μετά των στρατιωτών εξήλθον εκ του παραπήγματος απάγοντες την νέαν, τα μεν άλλα πρόσωπα της σκηνής έμειναν ακίνητα, ο δε Μάχτος ως να ειλκύετο υπό αοράτου ηλεκτρικής δυνάμεως εξήλθε κατόπιν της συνοδείας και ηκολούθησεν αυτήν χωρίς να διστάση. Τούτο δε έπραξεν όλως αυθορμήτως, και άνευ προμελέτης, ως εφαίνετο.

Μα το καλογραμμένο πρόσωπο κ' η χάρη της ψυχής δείχνονται στη στάση και σε κάθε κίνημά της. Έτσι και κάτω από των Χαγάνων τα στολίδια πετιέται ακόμα ίσα στην ψυχή, όπως το άρωμα αόρατου λουλουδιού, η ασύγκριτη τέχνη της παλιάς οικοδομής! Αν θέλτε κι ο καιρός που πέρασεπολύς, πάρα πολύς ωιμένα! — κ' η ερμιά που το καταδίκασαν, περνά απάνω του χωρίς να τ' ασχημίση.

Αίφνης τότε ήκουσα ευκρινώς ελαφρόν κρότον βημάτων επί του τάπητος και προς το μέρος της κλίνης· πάραυτα δε, ενώ η Ροβένα έφερε τον οίνον εις τα χείλη, είδαενδεχόμενον να ήτο πλάσμα της φαντασίας μουείδα να πίπτωσιν εντός του κυπέλλου, ως από αοράτου πηγής, τρεις ή τέσσαρες σταγόνες υγρού διαυγούς και κοκκινωπού.

Ανεχώρησε ταχέως, επειδή η αυτοκρατορική πομπή είχε προχωρήσει ήδη. Ο Απόστολος Παύλος τον ηυλόγησε δι' αοράτου σημείου του Σταυρού και κατόπιν μετά της Λιγείας διηυθύνθη προς την Τρανστιβέρην.

Ήλθε μία ημέρα . . . . Όπως συχνάκις το παρετήρησα ήδη, μου εφάνη ότι ευρισκόμην εις μίαν τελείαν ασυνειδησίαν με έν αίσθημα ασθενές και αόριστον της υπάρξεώς μου. σιγά-σιγά, με βήματα χελώνης, επλησίαζεν ελαφρά-ελαφρά η αυγή της ψυχικής ημέρας. Μία κουραστική νάρκωσις. Μια πίεσις όχι δυστυχίας, αλλ' αοράτου δυσθυμίας. Ούτε ανησυχία, ούτε ελπίς, ούτε προσπάθεια.

Ο Ναζάριος έβλεπε μόνον ότι από μακράν τα φύλλα των δένδρων εσείοντο, αν και δεν εφύσα άνεμος, ως να εταράσσοντο υπό αοράτου χειρός, και ότι ανά την πεδιάδα εξετείνετο πάντοτε ευρυτέρα η λάμψις. Και εστράφη προς τον Απόστολον με έκπληξιν. — Ραββί! Τι έχεις λοιπόν; ηρώτησε με εναγώνιον φωνήν.

Εκείνος κατήλθε φοβερώς εις έκπληκτον συνείδησιν από Αοράτου Παρουσίας· ούτος εξεφράσθη διά γλυκείας ανθρωπίνης φωνής συγκινούσης απαλώς την καρδίαν με ρήματα ειρήνης. Εκείνος εδόθη επί του ερήμου και πληττομένου από τας καταιγίδας όρους, ούτος επί της ανθοσπάρτου χλόης του πρασίνου λόφου του κατερχομένου ηρέμα προς την λίμνην την αργυράν.

Όλαι αι προσπάθειαι είναι μάταιαι, διότι ο θάνατος προσεγγίζει, επέρασεν από εμπρός του με την μαύρην του σκιάν, με την οποίαν καλύπτει το θύμα του. Και ακριβώς ηπλούτο επ' αυτού η θλιβερά επίδρασις της αοράτου σκιάς, αν και αυτός δεν ημπορεί ν' ακούση ούτε και να ιδή· του κατέστησεν αντιληπτήν την παρουσίαν της κεφαλής εις το εσωτερικόν του δωματίου.