United States or Angola ? Vote for the TOP Country of the Week !


Επέθηκε τας δύο του χείρας επί της κόμης της Λιγείας και την ηυλόγησε. Το πρόσωπόν του ήστραπτεν εκ θείας αγαθότητος. &Βινίκιος Πετρωνίω, Χαίρειν.&

Διά τας γυναίκας είχε στρωθή ιδιαιτέρα τράπεζα εις το «μέσα σπίτι». Θα έμεναν μόνον δύο ή τρεις διά να υπηρετούν τους άνδρας· μεταξύ δε τούτων ήτο και η Πηγή. Ο ιερεύς ηυλόγησε την «βρώσιν και την πόσιν», και το φαγοπότι ήρχισεν. Αλλ' ο οικοδεσπότης, καίτοι επροσπάθει να φαίνεται χαρούμενος, εβασανίζετο υπό της ιδέας ότι το βάπτισμα του παιδιού του δεν είχε γείνει κανονικά.

Ο Παύλος αφυπνίσθη εκ της σκέψεως της αμέτρου εκείνης δυνάμεως, από την οποίαν αι ψυχαί ως η του Έλληνος εκείνου δεν ηδύναντο να διαφύγωσι, και απεκρίθη: — Έχε πίστιν και μαρτύρει περί της Αληθείας! Εξήλθον ομού εις την έξοδον του κήπου. Ο απόστολος ηυλόγησε και πάλιν τον γέροντα και εχωρίσθησαν κατ' απαίτησιν αυτού του Χίλωνος, προβλέποντος ότι ο Καίσαρ και ο Τιγγελίνος θα τον κατεδίωκον.

Αφού αυτός ηυλόγησε τον έρωτά μας, ούτε ο Καίσαρ, ούτε όλαι αι δυνάμεις του Άδου δεν είναι ικαναί να σε αποσπάσουν απ' εμού, ω Λίγειά μου! Αλλ' ιδού ότι τα άστρα τρεμοσβύνουν ήδη, Λίγειά μου, και ο Εωσφόρος λάμπει περισσότερον. Μετ' ολίγον η ηώς θα βάψη με ρόδα τα κύματα της θαλάσσης. Όλα κοιμώνται γύρω μου· μόνος εγώ αγρυπνώ· σε συλλογίζομαι και σε αγαπώ.

Επανέλαβα αμέσως τας εργασίας μου πραγματοποιήσας το πρό τινος ματαιωθέν σχέδιον του συνεταιρισμού, και μετέβην εις Σύρον, όπου μετ' ου πολύ μετέφερα την οικογένειαν. Ο Θεός ηυλόγησε τους κόπους μου, επροίκισα και υπάνδρευσα τας αδελφάς μου μετά των συνεταίρων μου, τέσσαρα δε έτη μετά την τελευταίαν εκ Χίου αναχώρησίν μου, ενυμφεύθην, με την ευχήν της μητρός μου, την Δέσποιναν.

Και λαβών είτα τα ιερά άμφια όλα ομού, ως ήσαν διπλωμένα, από της κεφαλής της γραίας, με τας χείρας του, ευωδιάζοντα από θείαν χάριν, ηυλόγησε τρις δι' αυτών σταυροειδώς επί της κορυφής την γραίαν, κύπτουσαν πάντοτε, και με τας χείρας της προστρίβουσαν επί των οφθαλμών της και του προσώπου τα άγια του ιερέως ραντίσματα, όστις επεράτωνεν ήδη και τον τελευταίον στίχον του ιερού άσματος: — Τότε ημάς βοήθησον, Δέσποινα Παναγία! . . .

Ο γέρων ύψωσε την χείρα και διά του σημείου του σταυρού ηυλόγησε τους παρεστώτας, οίτινες την φοράν αυτήν εγονάτισαν. Ο Βινίκιος και οι σύντροφοί του, εκ φόβου μη προδοθώσιν, εμιμήθησαν το παράδειγμα των άλλων.

Την αγαπάς λοιπόν με τα σωστά σου την θνητήν αυτήν ; — Αν την αγαπώ! . . — Την νυμφεύεσαι; — Την ενυμφεύθην ήδη, πάτερ! απήντησεν ο Έρως, κάτω νεύων τους οφθαλμούς. — Έστε λοιπόν ανήρ και γυνή! είπεν ο πατριάρχης των Θεών και τους ηυλόγησε. Ούτως εκυρώθη η συζυγία της Ψυχής και του Έρωτος, και έγεινεν η Ψυχή αθάνατος.

Ανεχώρησε ταχέως, επειδή η αυτοκρατορική πομπή είχε προχωρήσει ήδη. Ο Απόστολος Παύλος τον ηυλόγησε δι' αοράτου σημείου του Σταυρού και κατόπιν μετά της Λιγείας διηυθύνθη προς την Τρανστιβέρην.

Προ των οφαλμών μου, ο νέος θεράπων μου ενεχείρισε τον σάκκον των χρημάτων εις τον Ευρίκιον, όστις ήρχισε να προσεύχηται ανατείνων εις τον ουρανόν τας χείρας· πλησίον αυτού εγονυπέτησεν είς νέος, ο υιός τον ίσως. «Ο Χίλων επρόφερεν ακόμη λέξεις τινάς και ηυλόγησε τους δύο γονυπετείς ανθρώπους, ως και τους άλλους, ποιών σημεία σταυρού· όλοι έκλιναν τα γόνατα.