United States or Democratic Republic of the Congo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σύγλυνα; ξεφώνησε με τρομάρα ο Σιφογιάννης. — Γιάειντα; Φοβάσαι να μη μας έρθη κιανείς Τούρκος μουσαφίρης; Θε μου, βλέπε μας! — Εγώ χοιρινό δεν μπορώ μπλειο να τρώω. — Γιάειντα; — Γιατί 'μαι Τούρκος. Η γυναίκα τον παρατήρησε με απορία. Τρελλάθηκε ή χωράτευε; — Τούρκος; Είντα λόγια 'ν' αυτά, νοικοκύρη μου; Αποφάσισε και της διηγήθηκε πως στο δρόμο τον τούρκεψε ο Μόχογλους. Η Σιφογιάννενα έμεινε.

Μα ο Θεός το κατέει πως α δε δουλεύγω και καματερές και σκόλες, δε θα προφτάνω να μπουκόνω τσαγάδες, να μαφήνουνε να ζω. Η Σιφογιάννενα είχε ανάψει φωτιά κ' ετοιμαζότάνε να μαγειρέψη. Δίπλα της στην πυροστιά ήτο ένα κιούπι, σκεπασμένο και δεμένο με πανί. — Κ' είντα χαζιρεύγεσαι να μαγερέψης; ρώτησε ο Σιφογιάννης. — Σύγλυνα . Αυτά που μούπεψε τσι προημερνές η συντέκνισα απού το Λασίθι.

Όσο να περιμένη την απάντηση του παπά, ο Σιφογιάννης δε βγήκε από το σπίτι του. Αν έβγαινε, έπρεπε να βγάλη τη μαύρη πέτσα και ναρχίση να κάνη εξωτερικώς τον Τούρκο. Αφήκε μια μέρα και τη δεύτερη πήγε ο πάπας στο Μοχό νάβρη τον Αγά. Κιόταν το βράδυ γύρισε, είπε στη Σιφογιάννενα από την πόρτα: — Ανεζινιό, είν' ακόμ' από κεινά τα Λασιθιώτικα σύγλυνα; Να τα τηγανήσης μαυγά να τα φάμε μαζή.