United States or Liberia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τώρα πλέον εγώ είμαι η ...πόσις, και συ ο ...πότης. Πότε θα έλθη η έγερσις!; Βαθείαν θυελλώδη νύκτα, προς όρθρον βαθύν, ο όμβρος εκόπασεν αίφνης, και δαιμονιώδης τυφών, κραταιός άνεμος εφύσησε, κ' έπαυσεν ο κατακλυσμός του νερού, αφού επί τρεις ώρας είχε κάμει να πλεύση όλον το χωρίον εις την κοιλάδα την παράλιον.

Αφού δε συνηθροίσθησαν, ο Βαβυλώνιος τα εφύσησε και τα ερπετά εκάησαν ευθύς υπό του φυσήματος, ημείς δε εθαυμάζαμεν.

Έτσι λέγοντας εφύσησε εις το πρόσωπόν της Ρετζίας και ύστερον που είπε κάποια λόγια μυστικά, έγινεν άφαντος. Η βασίλισσα έμεινεν έμφοβος από τέτοιους φοβερισμούς, μα μην αγροικώντας καμμίαν μεταλλαγήν επάνωθέν της, εστοχάσθη ότι ο Αβικένας ευχαριστήθη μόνον εις το να την φοβίση.

Ο Ίλιγγος, ο οποίος καθόλου δεν ημπορούσε να τον βλάψη, του εφύσησε την δηλητηριώδη οσμήν εις το πρόσωπον, διά να του φέρη σύγχυσιν και κάρωσιν και κάτω εις το μαύρον χαίνον βάραθρον επάνω εις τα ορμητικώς σπεύδοντα νερά εκάθητο η ίδια η Νεράιδα του Πάγου με την μακράν λευκοπρασίνην κόμην της και του προσήλωνε τα μάτια της, που ήσαν μάτια θανατοβόλα 'σάν δύο πυροβολισμοί. — Τώρα σε πιάνω!

Επήρε ξυλάρια και ξυλόκλαδα, από ένα σωρόν παρά την γωνίαν, έρριψεν ολίγα εις την εστίαν, εφύσησε κ' εξάναψε την φλόγα. Έλαβεν ένα ιμβρίκι, το οποίον ευρίσκετο επί της εστίας, το εγέμισε νερόν, έψαξεν εις το καλάθι της, επήρε δύο ή τρία κλωναράκια βοτάνων, τα έρριψε μέσα, κ' έβαλε το αγγείον εις το πυρ. Είτα, νεύουσα προς το μέρος της λεχώνας, είπε σιγά εις την γραίαν·