United States or Netherlands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διότι δεν υπήρχε μόνη η Μανιά γραία εις το χωρίον. Ήτο η γρηά Κομνιανάκαινα, κατοικούσα εις μικράν καλύβην αμέσως εντός της πύλης του φρουρίου. Αυτή πρώτη ήκουσε το μαντάτον από τους δύο παραγυιούς του κηπουρού, του Κωνσταντή του Άγγουρα, οπού εμβήκαν το βράδυ στο Κάστρον.

Δεν ηρώτα ποτέ την πάσχουσαν πώς επέρασε την ημέραν, αλλά και δεν εγόγγυζε ποτέ ούτε παρεπονείτο διατί να είνε άρρωστη. Είχεν εργασίας, είχε σχέδια, ειργάζετο ο ίδιος, αλλά και δεν έπαυε να έχη παραγυιούς, να δανείζεται και να πληρώνη ημεροκάματα. Είχε δύο τρεις ελαιώνας λαμπρούς, φθονετούς, κ' εύρισκε τους δανειστάς προθύμους.

Σαν ταποφάσισε και πήγε στης ταλαίπωρης μάννας του, γύριζε πίσω με τους παραγυιούς του ο γέρος που ολονυχτίς έτρεχε ζητώντας τον. Βρήκε ο Ηλίας μια πρόφαση, μισή αλήθεια μισή ψέμα, και πέρασε. Μα η μάννα δε σύχαζε. Ρωτούσε και πάλι ρωτούσε, πού είταν όλη τη νύχτα. — Πήγα ν' ανταμώσω την ομορφώτερη του χωριού, και την πλουσιώτερη. Περίμενα, περίμενα, και δεν ήρθε.