United States or Mongolia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και δεν κελάδησαν πουλιά, δεν άνθισαν οι κλάδοι, γλυκόπνοη της άνοιξης δε σκόρπισε η ευωδιά, ήταν φθινοπωριάτικο στο πέρασμά σου βράδυ, και μόνο τ' άυλα ρόδα του κρεμούσαν στα κλαδιά. Και παίξαν και στην κόμη σου κρεμάσαν ολογύρα, κι ήταν από τα μάτια σου σα να έσταζε το φως· και πέρασες, δε στάθηκες· μα στην ψυχή μου πήρα ό τι στην ώρα ο πόθος της λαχτάρησε κρυφός.

Το χοίρο, ζώο σιτευτό και μεγάλο, μετά το σταύρωμα, το σφάξιμο δηλαδή, τον καψάλιασαν, τον έπλυναν, τον έξυσαν και τον κρέμασαν σ' ένα πρόχειρο ξύλινο τρίποδο με το κεφάλι κάτω. Τον είχαν κάμη άσπρο σαν αυγό και μόνο η μύτη του εμαύριζε, μ' ένα κορδόνι στην άκρη από αίμα πηχτό, σαν σκωλαρήκι, το υστερνό του αίμα. Ύστερα 'δούλεψε το μαχαίρι μέσα κι' όξω και τα κομμάτια τάδωκαν στης γυναίκες.

Αλυσσίδες βαρυές στα χέρια του κρεμάσαν; Στέκεται γερά ή λιγοθύμησεν ο γυόκας μου; Θα βαστάξω κλειστά τα μάτια μου από τον τρόμο. Λέγε μου τι είδες, γειτόνισσα που με κρατάς από το χέρι; Β'. ΜΑΝΝΑ. Στα λυπητερά τα λόγια της, απάντησι να δώσω δεν αντέχω κι' όλο τα μάγουλά μου με τα δάκρυα μου βρέχω.