United States or Suriname ? Vote for the TOP Country of the Week !


ούτω κακείνος ισχυρίζετο ότι το κλέφτικον ιδανικόν του «εις μόνην την πρωτεύουσαν και τα κυριώτερα κέντρα της Ελλάδος απέθανεν, αλλά ζη έτι εις Βάλτον, Ξηρόμερον, Λοκρίδα, Ήπειρον και Αιτωλίαν». Αλλά δύναται άρα να θεωρηθή ως ιδανικόν έθνους τινός το μη ζων «ούτε εν τη πρωτευούση ούτε εις τα κυριώτερα αυτού κέντραΠώς δε δυνάμεθα να παραδεχθώμεν ως ζώντα, ήθη, παραδόσεις, γλώσσαν και έθιμα, τα οποία αναγκάζεται ο ποιητής ανά πάντα στίχον να σαφηνίζη διά σχολίων και ενίοτε διά μεταφράσεως εις άλλην γλώσσαν, απαραλλάκτως ως ο Σατωβριάνδος διά των σημειώσεων των «Μαρτύρων» τα ήθη και τας τελετάς των Δρυίδων και Ευάγων της παναρχαίας Αρμορικής; Μετ' αδιηγήτου δε ταπεινώσεως και φλέγοντος ερυθήματος επί της παρειάς αναγκαζόμεθα να ομολογήσωμεν ότι τα πλείστα των σχολίων τούτων δεν είναι περιττά εις τους κατοίκους της « πρωτευούσης και των σπουδαιοτέρων ελληνικών κέντρων ». Τα κλέφτικα τραγούδια ουδείς σήμερον αναγινώσκει πλην των κουτοφράγκων, ειδικού τινος Σάθα ή ιδιοτρόπου Ζαμπελίου.

Όσο ένα γένος φωτίζεται, άλλο τόσο η αίσθησή του ψιλαίνει σε κάθε είδος, και η γλώσσα του αποχτήνει την γλυκάδα και ημεροσύνη, οπού αποχτούν και τα ήθη του. μον αυτό δεν τ' απολαμβάνει με μια. χρειάζεται να περάση καιρός· και αν δοκιμάση να ριχτή από το πατινό στο κορφινό σκαλίδι, στο πέσιμό του φέρει μαζή και τον κίνδυνο να μη μπορέση να μεταορθωθή ποτέ του.

Μία επομένως υπολείπεται οδός κατά τα ιδικά μας ήθη, όπως ο νέος παράσχη εντίμως την εύνοιάν του εις ένα εραστήν.

Οι πολιτισμοί, αι θρησκείαι, αι ιστορίαι, τα ήθη των τότε και των μυθολογουμένων λαών περιλαμβάνονται και περιπλέκονται εις την θαυμασίαν περιπετειώδη ποιητικήν αφήγησιν. ΤΕΥΧΟΣ Α' Αι έξ πρώται ραψωδίαι: Α. Θεών αγορά. Αθηνάς παραίνεσις προς Τηλέμαχον — Β. Ιθακησίων αγορά. Τηλεμάχου αποδημία. — Γ. Τα εν Πύλω — Δ. Τα εν Λακεδαίμονι — Ε. Οδυσσέως σχέδια — Ζ. Οδυσσέως άφιξις εις Φαίακας. Δρ. 1.50

Εδώ όλα ήσαν διά τον Ρούντυ νέα· ενδυμασία, ήθη και έθιμα και αυτή η γλώσσα· εν τούτοις το αυτί του παιδιού γρήγορα θα εμάνθανε να την εννοή. Εδώ εφαίνετο ευμάρεια σχετικώς με την προτέραν του παππού κατοικίαν.

Οι Αυτιάδες λύσανε τους δύο αιχμαλώτους και τους κάνανε πλήθος περιποιήσεις, τους προσφέρανε κορίτσια, τους δώσανε αναψυχτικά και τους συνωδέψανε ως τα σύνορα του κράτους των φωνάζοντας εύθυμα: — Δεν είναι καθόλου Ιησουίτης! Δεν είναι καθόλου Ιησουίτης! — Ο Αγαθούλης δεν έπαψε να θαυμάζη τον απελευθερωτή του. — Τι λαός! έλεγε. Τι άνθρωποι! Τι ήθη!

Εξ ολίγων τεμαχίων σκελετού και πολλών συμπερασμάτων κατώρθωνεν ο Κουβιέρος ν' αναπλάση ολόκληρον προκατακλυσμιαίον ζώον από της προβοσκίδος μέχρι της ουράς και ου μόνον την μορφήν, αλλά και τα ήθη ν' αναστήση του θηρίου, άτινα ούτε οστά έχουσιν ούτε άλλο κανέν μαρτύριον του ποιού αυτών κληροδοτούσιν εις τα μουσεία.

Έπειτα εστολίσθησαν με το σεπτόν όνομα της αρετής, ύψωσαν τα φρύδια των, αφήκαν γενειάδας μεγάλας και ούτω περιφέρονται κρύπτοντες υπό ψευδή εξωτερικήν αυστηρότητα αισχρότατα ήθη και ομοιάζουν πολύ με τους τραγικούς εκείνους ηθοποιούς, από τους οποίους άμα αφαιρεθή το προσωπείον και η χρυσοκόσμητος στολή, μένουν ανθρωπίσκοι γελοίοι, οι οποίοι υπηρετούν εις το θέατρον με μισθόν επτά δραχμών.

Λοιπόν λέγω την γνώμην του τόπου μας, ότι δηλαδή η μεν τρυφηλότης κάμνει δύστροπα και ακρόχολα και υπερβολικά εξαπτόμενα τα ήθη των νέων, το αντίθετον δε και η υπερβολική και αγρία υποδούλωσις τους κάμνει χαμερπείς και ανελευθέρους και μισανθρώπους και ακαταλλήλους ως συνοίκους.

Ποίον; Το να περιγελασθούμεν πολύ ημείς χωριστά από το ότι ίσως δεν θα θέλωμεν να υποτασσώμεθα εις τα γυναικεία και δουλοπρεπή ήθη των τροφών. Ναι, αλλά διά ποίον σκοπόν ενομίσαμεν πρέπον να λεχθούν αυτά; Διά τον εξής.