United States or Papua New Guinea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τι περίεργο γυαλί που είταν εκείνο! Όσες αχτίδες είχε ο ήλιος, όσες αχτίδες σκόρπιζε απάνω στη γις, τις έπαιρνε το γυαλί, τις περιμάζεβε μέσα του, τις συγκέντρωνε, τις έκαμνε μια φλόγα μοναδική. Οι μικροπολίτες έλιωναν έλιωναν ένας ένας· φαίνεται πως τους έκαιγε το γυαλί, και δε βαστούσε το τρυφερό τους το πετσάκι σε τέτοια φωτιά. Έτσι αφανίστηκαν όλοι κ' έμεινε η χώρα άδεια μια στιγμή.

Μπαίνουν, κάθονται γύρω γύρω μες στην κουζίνα σαν φιγούρες ενός ονείρου, συγκεχυμένες, αλλά με τονισμένες κατά περίεργο τρόπο κάποιες λεπτομέρειές τους.

Αν τον αφίνανε να κάμη τέτοιο πράμα, αδύνατο πια είτανε να ξανάρθη στην Πόλη, μια κ' είχανε νέο βασιλέα στεφανωμένο. Το περίεργο μάλιστα είναι που τον παρακινούσανε να πάρη τέτοια απόφαση, αντίς να τον αποτρέψουν. Όλοι περίπου τον παρακινούσαν, εξόν η ατρόμαχτη η Θεοδώρα.

Ακόμα πιο περίεργο, που και στο στρατό μέσα έμνησκαν ξέχωρα από τους άλλους, με δικούς τους στρατηγούς κι αξιωματικούς, κ' επειδή ανέβαιναν ως σαράντα χιλιάδες, είταν πάντα φόβος να σηκώσουν κεφάλι και νανοίξουν καινούργιες δουλειές, μόνο που γεωργικός όντας ο λαός τους θα καταντούσε ναλησμονήση με τον καιρό τάρματα και τη γλύκα τους.

Ψυχάρη; — Όσο γίνεται σωστό, και βέβαια! Τι περίεργο ρώτημα! Παρατηρήστε, σας παρακαλώ, πως σε κανένα μέρος του κόσμου, δε ρωτά ο λαός, μα μήτε κι ο γραμματισμένος, την ώρα που πάει να πη μια λέξη και προτού την πη· «Σωστό είναι αφτό που θα πω; Και γιατί και πώς είναι σωστόΤα λέει ο καθένας, επειδής έτσι τα βρήκε· τα βρίσκει έτοιμα και τα λέει.

Μια τέτοια μεταμόρφωση έχει μάλιστα δικούς της ιδιαίτερους νόμους, και θα είταν περίεργο γλωσσολογικό ζήτημα, να μπορούσε κανείς να βάλη αφτούς τους νόμους με τη σειρά τους. Όποιος το κάμη θα μάθη κάμποσα.

Δε μου λες· από τους άλλους δεν είχατε τίποτε; στάθηκε άξαφνα και ρώτησε το Δημητράκη. — Ποιους άλλους ; — Να· τον Περαχώρα. .. το Γκενεβέζο... — Όχι. — Περίεργο! πολύ περίεργο!... τους περιποιήθηκα τόσο και να μη στείλουν ένα γράμμα! Κι άρχισε πάλε το σουλάτσο του νευρικός, μασώντας το πούρο του, τρικλίζοντας κάποτε και συχνοψιθυρίζοντας: — Ούτ' ένα γράμμα!... ούτ' ένα γράμμα! περίεργο!

Η Νοέμι παρατήρησε ότι οι κάλτσες του ήταν πράσινες, ένα πραγματικά περίεργο χρώμα για αντρικές κάλτσες, και άναψε τη φωτιά μονολογώντας πάλι: «Ώστε η Έστερ του έγραψε κρυφά; Ας τον περιποιηθεί εκείνη τώρα

Κι' ήθελα κάποιο να με καταλάβει, ίσα-ίσα την ώραν αυτή που έκανα ένα περίεργο συλλογισμό. — Όλο ιδέες κατεβάζεις σήμερα! — Το καράβι μας είναι φτιασμένο από σίδερο, ξύλα, σχοινιά, χρώματα. Όλα αυτά ενωθήκανε σ' ένα σχήμα. Στη θάλασσα όλα τα καράβια γίνηκαν από τα ίδια υλικά κι' έχουνε το ίδιο σχήμα.

Βλέποντας ο βασιλεύς ένα τέτοιον περίεργο κυνήγι, άναψεν από επιθυμίαν διά την πιάση ζωντανήν· έτρεξε με μεγάλην βίαν διά να την φθάση, μα η έλαφος αναγελώντας το κυνήγημά του, έφυγε με τόσην ογληγοράδα, που εις μίαν στιγμήν δεν την είδε πλέον.