United States or French Polynesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ειδέ ας τραβάνε, κι' αφτοί κι' οι στόλοι τους μαζί, στην ποθητή πατρίδα· τι εμείς, εγώ κι' ο Στένελος, δεν πάβουμε ως να βρούμε άκρη της Τριάς· γιατί θεός μας έχει εδώ φερμένουςΕίπε, και ζητωκραύγασαν με μια φωνή οι Αργίτες, 50 τι με καμάρι τ' άκουσαν τα λόγια του Διομήδη.

Περνούνε δυο τρεις γενεές, και χάνεται το ξενικό το στοιχείο, μα ας φέρη όσους δασκάλους θέλει για τα τέκνα του από την πρώτη πατρίδα· χάνεται όμως αγάλι αγάλι, και δίχως να μπορής να πης πως την τάδε μέρα αφανίστηκε το ξενικό το στοιχείο κι άρχισε να δουλεύη το στοιχείο του τόπου. Ένα πράμα μονάχα δούλεψε απαρχής με καθάρια εθνική δύναμη κ' ενέργεια, μάλιστα και πριν ακόμα κατέβη ο Κωσταντίνος.

Φιλοπατρία άνευ φιλοπονίας δεν δύναται να υπάρξη, μας είπεν ακολούθως ο Γεροστάθης. Ουδείς δύναται να ονομασθή φιλόπατρις, αν διά των αγώνων, διά της παιδείας, διά των χρημάτων ή διά της αρετής του δεν αναφανή ωφέλιμος εις την πατρίδα· αλλ' ούτε η στρατιωτική πείρα, ούτε τα χρήματα και η παιδεία, ούτε η αρετή δύνανταί ποτε ν' αποκτηθώσιν εις τους κόλπους της αργίας και της οκνηρίας.

ΜΑΛΚΟΛΜ Δεν σε προσβάλλω, και μόνον από φόβον σου δεν είναι όσα είπα. Πιστεύω ότι ο ζυγός βαρύνει την πατρίδα· τρέχει το αίμα της· πονεί· στενάζει· κάθε 'μέρα και μία νέα μαχαιριά νέαν πληγήν ανοίγει. Χέρια πολλά να σηκωθούν διά τα δίκαιά μου, το 'ξεύρω, δεν θα έλειπαν.

Ο Αμλέτος άμα φθάση θέλει μάθη ότ' είσαι εις την πατρίδα· ωστόσο εμείς θα βάλωμ' άλλους να σε υπερεπαινούν και στίλβωμα να δίδουν διπλότην φήμην, οπού ο Γάλλος σώχει κάμη· θέλει σας φέρουντον αγώνα· θέλει βάλουν στοιχήματα, και αυτός, αστόχαστος, γενναίος, οπού ποσώς δεν βάζει δόλον εις τον νουν του, δεν θα εξετάση τα σπαθιά, και συ με τέχνην έν' ακούμπωτο παίρνεις, κ' έπειτατην μάχην μ' εκείνο τον περνάς, εκδίκησιν να λάβης διά τον πατέρα σου.

Μέσα εις την γενικήν ηθικήν κατάπτωσιν η ενάρετος ψυχή του δεν εύρισκε παρηγορίαν ειμή πλησίον εις τον γενναίον και αδιάφθαρτον ηγεμονόπαιδα, τον οποίον ενόμιζε προωρισμένον να ανορθώση την πεσημένην πατρίδα· αλλ' όταν βλέπει ότι απαισία Μοίρα εξολοθρεύει αδιακρίτως τους καλούς και τους κακούς, τους ενόχους και τους αθώους, θέλει τότε και αυτός να εγκαταλείψη τον κόσμον, οπού και αυτό του το πρακτικόν πνεύμα δεν δύναται να πράξη ουδέ το σχετικόν καλόν μένει εις την ζωήν μόνον διά να δικαιώση έμπροσθεν των ανθρώπων την μνήμην του ατυχούς φίλου του.

Μα μου είπε και μια ελπίδα, Μου είπε πως θε ν' αναστηθή η έρμη μας Πατρίδα· Μου είπε πώς πάλι θα να ιδή μέσ' 'ς την Αγιά-Σοφιά της 'Τον Κωνσταντίνο με χρυσή κορώνα, βασιληά της. Ως τότε δεν τον ήξερα εγώ τον Τούρκο, αλήθεια.

Βαριά θα βόγγαε ο Πηλιάς, ο γερο-αλογολάτης, 125 των Μυρμιδόνων μαχητής και γνωμοδότης άξιος, πούχερε τόσο σπίτι του ρωτώντας με μια μέρα, και μάθαινε κάθε Αχαιού τη φύτρα, την πατρίδα· τώρα όλοι ομπρός στον Έχτορα αν μάθαινε πως τρέμουν, πολλές φορές θα σήκωνε στον ουρανό τα χέρια, 130 να κατεβεί οχ τα στήθια του νεκρή η ψυχή στον Άδη.

Αφού εσύναξα και ετοίμασα όλα μου τα αναγκαία διά τον μισευμόν, εναύλωσα ένα πλοίον, και το εφόρτωσα όλην την πλουσίαν κληρονομίαν μου, και εμίσευσα διά την πατρίδα· και μετά πολλούς κινδύνους και κόπους έφθασα τέλος πάντων εις την Βαβυλώνα, και ευθύς επαραστάθην εις τον βασιλέα Καλίφην, διά να του δώσω λογαριασμόν διά την επιστασίαν της πρεσβείας που με είχε στείλει.

Δεν είναι ατιμιά να πέσεις πολεμώντας για την πατρίδα· λέφτερα τα τέρια τα παιδιά μας, τα γονικά μας άβλαφτα κι' οι πύργοι μας θα μείνουν, οχτρούς και πλοία αν σύψυχους τους φάει το μάβρο φίδι