United States or Guam ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ό,τι χώνεψα όλη μου τη ζωή, ζωντάνευε τώρα μέσα μου και μου στεκότανε μολύβι στο στομάχι Ψαρεύοντας με τη φελούκα στ' ακρογιάλια, ναπαντήσω το ψωμί μουτι να σου κάνουνε δώδεκα δραχμές σύνταξι; — αυτά συλλογιζόμουνα ολημέρα. Δε μ' έφτανε η κακομοιριά του κόσμου· είχα και την γκρίνια της γυναίκας μου. Μια ζωήν ολάκερη ζήσαμε αντάμα. Λόγο κακό δεν της είπα. Όσο της κουβαλούσα καλή ήτανε κι' αυτή.

Είμουνα μαζί εκεί μέσα, όπως δε θα έβλεπα ποτέ μόνος μου τον εαυτό μου κι όπως δε θα μπορούσε να με δη κανένας άλλος από αυτή. Κ' ενώ οι στοχασμοί μου γυρίζανε σε όλα όσα ζήσαμε μαζί, λησμόνησα τον εαυτό μου κ' έβλεπα μόνο αυτή.

Εδώ περπατούσαμε, εδώ καθόμαστε πλάι πλάι, κοιμόμαστε, τρώγαμε, αγρυπνούσαμε. Εδώ κατασταλάξανε σ' έναν εξαντλητικό πόνο όλα όσα ζήσαμε κι ονειρευτήκαμε μαζί. Εδώ βούλωσε η γυναίκα μου το μπουκαλάκι με το μόσκο όταν έσβησε πια η τελευταία ελπίδα.

Θεός σχωρέσ' την, μέρα που είνε! Τριάντα χρόνια ζήσαμε μαζί, μονιασμένοι και αγαπημένοι· ψυχρό λόγο δεν άκουσε ο ένας από τον άλλον. Το Μοσχαδώ απάνω, το Μοσχαδώ κάτω. Κ' εκείνη τον Αποστόλη της. Άλλος από τον Αποστόλη δεν ήταν στον κόσμο. Μια μέρα να μη την έβλεπα, έχανα τον κόσμο. Ο Θεός μας έδωκε με το τσουβάλι τα παιδιά. Γέμισε το σπίτι παιδιά. Το Μοσχαδώ τίποτε!

Λένε πως οι ετοιμοθάνατοι, πριν αφήσουνε την τελευταία πνοή, βλέπουνε να περνά μπροστά τους η ζωή τους ολάκερη και πως όλα όσα ζήσανε τα ξαναβλέπουνε με νέο φως. Απομέρος μου γνωρίζω πως την τελευταία νύχτα, όταν ξημέρωσε τόσο αργά και τα παιδιά κουρασμένα πια πήγανε να ησυχάσουν, είδα όπως δεν την είδα ποτέ προτήτερα και τη δική μου ζωή κι όλα όσα ζήσαμε μαζί εκείνη και γω.

Και μέ μου φαίνεται παράξενο πως η ανάμνηση των μερών αυτών κρατήθηκε τόσο ζωηρή περσότερο από τριάντα χρόνια. Είμουνα δηλαδή τότε μόλις έξι χρονών κ' οι θύμησες της ηλικίας αυτής σβήνουνε πάντα έξω από κείνες, που δένουνται με το σπίτι, όπου ζήσαμε χρόνια ολάκερα. Όλον τον καιρό έπειτα έβλεπα μπροστά μου τη θάλασσα, έτσι όπως την είχα δει τότε.

Όταν η είδησις εκείνη έφθασε, μου φάνηκε σαν να εγίνουνταν γύρω μου φως. Μια τελευταία ελπίδα ζωής καλής, ζωής ωσάν εκείνη που ζήσαμε μαζή της πρώτες μέρες του γάμου μας, μου φάνηκε σαν να φωτοβολούσε στην ψυχή μου. Δεν έχασα καιρό. Έφυγα αμέσως. Κ' έφθασα εδώ την πρώτη μέρα των αγώνων Κ' αμέσως χωρίς στιγμή ν' αφήσω, έτρεξα στο Στάδιον. Μ α ρ ί α. Κ' ήσουν εκεί!

Κι αν είναι ν' αποκοιμηθούν οι νυσταγμένοι, μόλις δουν στην Πόλη χριστιανούς, κι ορθόδοξους μάλιστα, τότε ας πάγει να πνιγεί το Γένος μας στα νερά της Άσπρης θάλασσας. Αρκετά ζήσαμε, κι αν δεν μπορούμε να επιθυμήσουμε τίποτε άλλο, παρά μια βρωμοζωή, καλλίτερα να μην υπάρχουμε.

Άλλο όμως λόγο θα σου πω, και κάν' τον, σε ξορκίζω· να μη μου βάλουν χωριστά τα κόκκαλα, Αχιλέα, απ' τα δικά σου, μον καθώς ζήσαμε αντάμα οι διο μας, 84 έτσι ένα και τα κόκκαλα κιβούρι ας μας σκεπάσει91