United States or Grenada ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τα εσφύριξα σιγά διά να καθίσουν να ησυχάσουν και να με περιμένουν. Με άκουσαν κ' εκάθισαν ήσυχα. Επτά ή οκτώ εξ αυτών τράγοι ήσαν κωδωνοφόροι και θα ήκουον μακρόθεν τους κωδωνισμούς των, αν τυχόν εδείκνυον συμπτώματα ανησυχίας. Εγύρισα οπίσω, κατέβην πάλιν τον κρημνόν, κ' έφθασα κάτω εις την θάλασσαν.

ΓιαΤι όλοι με μια φωνή σας ζητούνε να πάτε κει. Επιμένουν γι' αυτό και περιμένουν. ΦΙΝΤΗΣ Ας επιμένουν κι ας περιμένουν όσο θέλουν. Δεν είναι βέβαια φρόνιμο, να πλησιάζη κανείς το σίδερο όταν είναι αναψοκοκκινισμένο. ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Ω! μη το κάμετε αυτό. Πρέπει ναρθήτε, κ. εργοστασιάρχη, να τους παρηγορήσετε, να τους γλυκάνετε τον πόνο. Ίσως και πειστούν στα λόγια σας και ησυχάσουν.

Εάν δε και μετά τούτο φανούν ακόμη αυθάδεις και δεν θέλουν να ησυχάσουν, τότε θα τους κόψω και πάλιν εις δύο, εις τρόπον ώστε να περιπατούν μ' ένα πόδι πηδηκτά. Ταύτα ειπών ήρχισε να κόπτη τους ανθρώπους εις δύο, όπως οι κόπτοντες τα σούρβα που θέλουν να τα παστώσουν, ή όπως οι κόπτοντες τα αυγά με τας τρίχας.

Είπαμε, καλημέρα! ξαναείπε ο νεόφερτος. — Την κακή ψυχρή σου μέρα. — Ευχαριστώ! είπε ο νεόφερτος. Δεν του κακοφάνηκε. — Τίποτα, τίποτα! μουρμούρισε ο Μπαρμπα-Δημητρός. Τράβηξε άλλο ένα κρασάκι. «Έτσι θέλουν αυτοί για να ησυχάσουν», είπε μέσα του. Είχε νυχτώσει. Ότε άναβε το παιδί το φανάρι φάνηκε ο Καπετάν Βαγγέλης στην πόρτα.

Ύστερ' από τα Ελληνικά κατορθώματα και τις τρεις Ρωμαϊκές μάχες του χρόνου εκείνου, ύστερ' από το φευγιό, τη σφαγή και την ανεμοσκόρπιση τόσου βαρβαρισμού, θάλεγες πως είτανε να ησυχάσουν τα μέρη εκείνα, μερικά χρόνια τουλάχιστο. Κι ως τόσο στα 268 τους ξαναβλέπουμε πάλι τους Γότθους και κατρακυλούνε χιλιάδες!

Και τότε πια θα ησυχάσουν οι πλούσιοι μας ή θα ξενιτευτούν, για να μπορέσουν και τάλλα έθνη να τ' αρρωστήσουν και να τα χώσουν σε κρεβάτια μέσα. Αλήθεια η φιλανθρωπία μας τελειωμό δεν έχει! Ως τόσο, απ' αυτά που είπαμε παραπάνω, από τους κίνδυνους του έθνους, καταλαβαίνετε, πιστεύω, και μονάχοι σας, πού θα ήταν καλλίτερα να μαζεύουνταν και να πήγαιναν τα χρήματά μας.

Όλη η πόλις ήτο εις κίνησιν και όλοι έτρεχαν εις τα όπλα· μόλις δε κατωρθώθη να ησυχάσουν. Οι αγώνες των γερόντων και αι παρακλήσεις του Φαρσαλίου Θουκυδίδου, προξένου των Αθηνών, παρόντος και προθύμως εμποδίζοντος ένα έκαστον και κράζοντος να μη καταστρέφουν την πατρίδα την στιγμήν πού οι εχθροί ενήδρευαν πλησίον, τους ημπόδισαν να αλληλοσφαγούν.

Μήτε σπαθί μήτε τουφέκι δεν πήρε στο χέρι του. Μα έπιασε μπόμπα με το φιτίλι της αναμμένο. Ξέσπασε η μπόμπα παράκαιρα, κι ανέβηκε ο άγιος ο πατέρας στον ουρανό, δίχως να στείλη και τους Έξ' από δω στην πατρίδα τους. Τα ξέρεις όλα. Δε χρειαζότανε δα και πολλή σφαγή να τους ησυχάσουν τους Πολίτες οι Τούρκοι! Νισάφι δεν τόκαμαν οι Τούρκοι το αίμα τους. Αλύπητα τόχυσαν.

Τώρα ήτον κοντά μία η ώρα ! Τις παρεκάλεσε η Βεργινία να παν πια να ησυχάσουν. Έμ όπου και νάναι θαρθούν, είπε η μητέρα των κοριτσιών. Δεν μπορούν και να ξημερωθούν πια έξω απ' το σπίτι! Τo καντήλι έρριχνε ένα μεγάλον κίτρινο λεκέ, στρογγυλό σαν της αράχνας τον ιστό, στο σκοτεινό ταβάνι.

Αν κι αναθεμάτιζε εκεί μέσα και το Νεστόριο και τον Ευτυχή, τους χριστολογικούς όμως τύπους τους δεν τους πείραζε, να μην αγριέψουν οι Μονοφυσίτες. Πάσκισε μάλλους λόγους να πάρη μεσιανό δρόμο, να τα οικονομήση. Οι δυο άκρες όμως, οι φανατικοί ορθόδοξοι κ' οι φανατικοί αιρετικοί, χεροτέρεψαν αντίς να ησυχάσουν, κ' έτσι από δυο κόμματα που είταν είχαμε τώρα τρία.